ΓΙΑ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ ΚΑΝΤΕ ΚΛΙΚ ΕΔΩ
Η ομιλία του Σεβασμιωτάτου στην Θεία Λειτουργία:
«Λαλοῦμεν Θεοῦ σοφίαν … τήν ἀποκεκρυμμένην , ἥν προώρισεν ὁ Θεός πρό τῶν αἰώνων εἰς δόξαν ἡμῶν».
Μέ
λίγα λόγια προσπαθεῖ ὁ ἀπόστολος Παῦλος στό σημερινό ἀποστολικό
ἀνάγνωσμα νά ἐξηγήσει στούς χριστιανούς τῆς Κορίνθου τό περιεχόμενο τῆς
διδασκαλίας καί τοῦ κηρύγματός του. Καί τό κάνει αὐτό, γιατί ἡ πίστη
στόν Χριστό, πού τούς εἶχε διδάξει, καί τό εὐαγγέλιό του, στό ὁποῖο τούς
εἶχε καλέσει νά πιστεύσουν, ἦταν πολύ διαφορετικά ἀπό ὅσα πίστευαν οἱ
ἄλλοι ἄνθρωποι στόν περιγυρό τους, τόσο οἱ εἰδωλολάτρες ὅσο καί οἱ
Ἑβραῖοι.
Οἱ
χριστιανοί τῆς Κορίνθου βρισκόταν πολλές φορές στό στόχαστρο ὅλων
ἐκείνων, τῶν πρώην ὁμοπίστων τους, πού διερωτῶντο γιατί πίστευσαν σέ
αὐτή τή νέα θρησκεία, γιατί πίστευσαν στόν Χριστό πού κήρυξε ὁ
ἀπόστολος.
Ποιά ἦταν, λοιπόν, ἡ διαφορά τοῦ κηρύγματος τοῦ ἀποστόλου ἀπό ὅσα δίδασκαν οἱ διδάσκαλοι τῶν ἄλλων θρησκειῶν;
Ἡ
διαφορά λέγει ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἔγκειται στό γεγονός ὅτι ἐκεῖνος καί
οἱ ἄλλοι ἀπόστολοι δέν διδάσκουν δικές τους ἀπόψεις καί δικές τους
ἰδεολογίες. Δέν διδάσκουν θεωρίες πού ἐφηῦραν ἄνθρωποι καί θεούς
πού ἀνακάλυψαν οἱ ἴδιοι. Ὁ ἀπόστολος Παῦλος διδάσκει «Θεοῦ σοφίαν».
Διδάσκει τή σοφία τοῦ Θεοῦ τήν ὁποία ἀποκάλυψε ὁ ἴδιος «ἐν μυστηρίῳ»,
μέσα ἀπό τό μυστήριο τῆς θείας ἐνανθρωπήσεως γιά τή σωτηρία τοῦ
ἀνθρώπου.
Καί
αὐτή ἡ σοφία δέν εἶναι κάτι ἄλλο παρά τό σχέδιο τοῦ Θεοῦ γιά τόν
ἄνθρωπο τό ὁποῖο εἶχε ἑτοιμάσει πρό αἰώνων προκειμένου νά τόν
δοξάσει.
Αὐτό
ἀκριβῶς κάνει τήν πίστη μας στόν Χριστό νά διαφέρει, ἀδελφοί μου, ἀπό
κάθε ἄλλη πίστη καί ἀπό κάθε ἄλλη θρησκεία. Ὁ Θεός δημιούργησε τόν
ἄνθρωπο γιά νά ἀπολαμβάνει τόν κόσμο πού δημιούργησε γιά χάρη του. Καί
θέλησε νά τόν καταστήσει κύριο τῆς κτίσεως πού ὁ ἴδιος ἔπλασε γιά νά
εὐφραίνεται ἀπό αὐτήν καί νά ἀπολαμβάνει συγχρόνως μέσα σέ αὐτή τή χαρά
τῆς δικῆς του παρουσίας.
Ἡ
παρακοή ὅμως τῶν πρωτοπλάστων ἄλλαξε τήν πορεία τοῦ ἀνθρώπου καί τόν
ἀπομάκρυνε ἀπό τό ἀρχικό αὐτό σχέδιο τοῦ Θεοῦ. Δέν ἀπομάκρυνε ὅμως τόν
Θεό ἀπό τό σχέδιό του, ὁ ὁποῖος, ὅταν ἦλθε τό πλήρωμα τοῦ χρόνου,
ἔστειλε τόν Υἱό του γιά νά ἀποκαταστήσει μέ τήν ἐνανθρώπησή του
καί μέ τή σταυρική θυσία καί τήν ἀνάστασή του τόν πεπτωκότα ἄνθρωπο, νά
τόν ἐπαναφέρει δηλαδή ἐκεῖ ἀπό ὅπου ἐξέπεσε, στή δόξα τήν ὁποία εἶχε
ἑτοιμάσει ὁ Θεός γιά αὐτόν.
Αὐτή
τήν ἀλήθεια, λοιπόν, κηρύττει ὁ ἀπόστολος Παῦλος, ἀποκαλύπτοντας
καί αὐτός μέ τή σειρά του στούς Κορινθίους τή σοφία τοῦ Θεοῦ, μέσα στό
σχέδιο τῆς ὁποίας εἶναι καί ἡ ἐπιστροφή τοῦ ἀνθρώπου στόν Θεό μέ τόν
τρόπο πού ὑποδεικνύουν οἱ ἐντολές πού μᾶς ἔδωσε ὁ Χριστός κατά τήν ἐπί
γῆς παρουσία του καί μέ τό Εὐαγγέλιό του, ὥστε νά ἀπολαύσουμε τή δόξα
πού ἔχει ἑτοιμάσει γιά μᾶς.
Δέν
εἶναι, λοιπόν, οἱ ἐντολές τοῦ Θεοῦ, ἐντολές αὐστηρές γιά τή δική του
ἱκανοποίηση. Δέν ἐπιθυμεῖ μέ αὐτές νά μᾶς ἐπιβάλλει τό θέλημά του, νά
μᾶς στερήσει τήν ἐλευθερία μας, ὅπως ἰσχυρίζονται ὁρισμένοι, ἤ νά
ἐπιθέσει στούς ὤμους μας φορτία δυσβάστακτα πού θά κάνουν δύσκολη καί
δυσάρεστη τή ζωή μας.
Τίποτε
ἀπό ὅλα αὐτά δέν συμβαίνει, ἀδελφοί μου. Τό εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ,
πού συνεχίζει νά κηρύττει ἀνά τούς αἰῶνες ἡ Ἐκκλησία μας, εἶναι ἡ
ἀποκάλυψη τῆς ἀληθείας καί τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ πού ἀποβλέπει στήν
ὁλοκλήρωση τοῦ σχεδίου του. Εἶναι ὁδηγίες τῆς πατρικῆς του ἀγάπης πού
μᾶς βοηθοῦν νά ἐπιστρέψουμε κοντά του γιά νά γίνουμε μέτοχοι τῆς δόξης
του, γιά νά ἀπολαύσουμε τή δόξα πού ἑτοίμασε ὁ Θεός καί γιά μᾶς καί τήν
ὁποία ἀκούσαμε νά περιγράφει μέ τήν τελευταία του φράση ὁ ἀπόστολος
Παῦλος. Μᾶς καλεῖ νά ἀπολαύσουμε «ἅ ὀφθαλμός οὐκ εἶδεν καί οὖς οὐκ
ἤκουσεν καί ἐπί καρδίαν ἀνθρώπου οὐκ ἀνέβη, ἅ ἡτοίμασεν ὁ Θεός τοῖς
ἀγαπῶσιν αὐτόν», ὅσα δηλαδή τά μάτια κανενός ἀνθρώπου δέν ἔχουν δεῖ
καί ὅσα τά αὐτιά του δέν ἄκουσαν καί γιά ὅσα δέν δημιουργήθηκε ποτέ
πόθος στήν καρδιά του, ὅλα αὐτά τά ἑτοίμασε ὁ Θεός γιά χάρη αὐτῶν πού
ἀγαπᾶ.
Τόσο
μεγάλα καί τόσα σπουδαῖα εἶναι, δηλαδή, αὐτά πού ὁ φιλάνθρωπος Θεός
ἔχει ἑτοιμάσει γιά ἐμᾶς, πού δέν συγκρίνονται, ἀδελφοί μου, μέ τίποτε
ἀπό ὅσα ζοῦμε καί ἀπό ὅσα ἀπολαμβάνουμε καί ἀπό ὅσα βλέπουμε στή γῆ.
Καί
αὐτά τά ἀγαθά ἐλπίζουμε καί εὐχόμεθα καί προσευχηθήκαμε σήμερα,
τελώντας τό τεσσαρακονθήμερο μνημόσυνο τῆς μακαριστῆς ἀδελφῆς μας
Ἀσπασίας, νά χαρίσει ὁ Θεός καί σέ ἐκείνη, ὥστε νά τά ἀπολαμβάνει
αἰωνίως μαζί μέ ὅλους τούς ἁγίους καί τούς δικαίους του.