ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ ΣΤΟΝ ΑΓΙΟ ΑΧΙΛΛΙΟ
Με κάθε εκκλησιαστική λαμπρότητα και με την συμμετοχή του χριστεπωνύμου πληρώματος της τοπικής Εκκλησίας εορτάσθηκαν τα Χριστούγεννα στην πόλη του Αγίου Αχιλλίου, την Λάρισα. Από τον Μητροπολιτικό και Καθεδρικό Ιερό Ναό του Πολιούχου Αγίου Αχιλλίου, ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Λαρίσης και Τυρνάβου κ. Ιγνάτιος κάλεσε τους πιστούς Χριστιανούς να ζήσουν Χριστούγεννα αληθινά, μέσα στην ζεστή αγκαλιά της Αγίας μας Εκκλησίας.
Ακολουθεί το μήνυμα του Μητροπολίτου:
Μ Η Ν Υ Μ Α
Χ Ρ Ι Σ Τ Ο Υ Γ Ε Ν Ν Ω Ν
τοῦ Μητροπολίτου Λαρίσης καί Τυρνάβου
Ι Γ Ν Α Τ Ι Ο Υ
πρός τούς ἀδελφούς Χριστιανούς
τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Λαρίσης καί Τυρνάβου
Ἀδελφοί μου,
σήμερα
συντελεῖται το μυστήριο τῆς ἀφάτου φιλανθρωπίας τοῦ Κυρίου ἐμπρός στό
ὁποῖο καλούμαστε να σταθοῦμε ἐκστατικοί. Ἡ γέννηση τοῦ Χριστοῦ, ἡ
σάρκωσή Του, ἡ ἐνανθρώπισή Του ἡ ὁποία ἀποδεικνύει περίτρανα τό μεγαλεῖο
τῆς ἀγάπης Του για μᾶς. Κι ἔτσι ὅπως αἰσθανόμαστε τώρα, πτωχοί, μικροί
καί ἐξαθλιωμένοι, χωρίς προοπτική, καί δέσμιοι μιᾶς τραγικῆς ἀπαξιώσεως
ἀπ’ τούς πάντες, πόσο σπουδαῖο εἶναι νά σταθοῦμε μπρός στό θαῦμα τῆς
σαρκώσεως τοῦ Λόγου, καί νά ἐνθαρρυνθοῦμε ἀπό τήν ἄπειρη φιλανθρωπία τοῦ
Κυρίου μας, Ἰησοῦ Χριστοῦ, πού συγκατέβη ἕως αὐτοῦ τοῦ σημείου νά
φορέσῃ ἀνθρώπινη σάρκα αὐτός πού εἶναι ὁ μονογενής Υἱός και Λόγος τοῦ
Θεοῦ γιά μᾶς. Εἶναι ὥρα νά χαροῦμε. Ὥρα νά Τόν δοξολογήσουμε μαζί μέ
τούς Ἀγγέλους, νά Τόν εὐχαριστήσουμε καί νά ὑψώσουμε τό ὄνομά Του. Ὅπως
εἶναι τώρα τά πράγματα ἔτσι ἦταν καί ὅταν γεννήθηκε ὁ Κύριος. Καί τότε
ἦταν ἀναμφίβολα μεγάλη ἡ ἠθική κατάπτωσις τῆς ἀνθρωπότητας. Ὅπως τώρα
ἔτσι καί τότε παρέπαιε ἡ ἀνθρωπότητα. Καί τότε στά μέγαρα τῶν πλουσίων
ἐπλεόναζε ἡ διαφθορά και ἡ ἡδυπάθεια. Στά ἐνδιαιτήματα τῶν φιλοσόφων,
κυριαρχοῦσε ὁ «ἀδόκιμος νοῦς» πού παρακινοῦσε αὐτούς «ποιεῖν τά μή
καθήκοντα» (Ρωμ. Α. 28). Στίς τρῶγλες τῶν πτωχῶν ἡ ἠθική ἐξαθλίωση
συναγωνιζόταν τήν ὑλική ἀθλιότητα καί τή στέρηση. Παντοῦ ὡργίαζε ἡ
ὑποκρισία καί ἡ ἀσέβεια. Ἄνθρωποι λογικοί εἶχαν πέσει στό ἀπύθμενο
βάραθρο τῆς ἁμαρτίας, καί ζοῦσαν σάν ἄλογα κτήνη, ἀσυγκράτητα στίς
ἀτίθασες ὁρμές τους καί στά τυφλά καί ζωώδη ἔνστικτά τους. Καί ὅμως, ὁ
Πανάγαθος Θεός μέ τήν ἄπειρη ἀγάπη Του γιά τόν ἄνθρωπο, δέν συχάθηκε
τον ἀρχαῖο ἐκεῖνο κόσμο, πού σάν πτῶμα ἀνέδιδε
ἀφόρητη καί ἀποπνικτική δυσοσμία. Ὁ σταῦλος τῶν ἀλόγων ζώων τῆς
Βηθλεέμ, ἀπεδείχθη τό πιό καθαρό καί τό πιό εὐῶδες ἐνδιαίτημα γιά νά
φιλοξενήση τόν Κύριο. Μιά σκληρή ξύλινη καί παγερή φάτνη ἀπεδείχθη
ἀναπαυτικό λίκνο γιά τόν Κύριο. Σ’ αὐτό τόν κόσμο, τόν ἀποστάτη, τόν
ἄσωτο, «ἔκλινε οὐρανούς καί κατέβη» (Ψαλμ. ιζ.10) στή γῆ ὁ Κύριος «καί
τοῖς ἀνθρώποις συνανεστράφη» (Βαρούχ γ.38). Καί ἦλθε γιά νά μᾶς σώσῃ.
Καί πόσο ὡραῖα τόν εἶπε ὁ Κύριος τόν μεγάλο ἐκεῖνο λόγο πού διέσωσε ὁ
Εὐαγγελιστής Ἰωάννης: «Οὕτως ἠγάπησεν ὁ Θεός τόν κόσμον ὥστε τόν Υἱόν
αὐτοῦ τόν μονογενῆ ἔδωκεν, ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς αὐτόν μή ἀπόλυται,
ἀλλ’ ἔχῃ ζωήν αἰώνιον» (Ἰω.γ. 16).
Μᾶς
ἀγάπησε λοιπόν ὁ Κύριος, κι ἦλθε στόν κόσμο μας. Ἀγάπησε τόν ἄνθρωπο,
τήν ἀνθρωπότητα, πού ἦταν δούλη τῆς ἁμαρτίας. Καί παρ’ ὅλον ὅτι δέν
εἶχε τίποτε ἄξιο τῆς ἀγάπης Του, ὁ Πανάγαθος Θεός τήν ἀγάπησε. Καί ἦλθε,
κι ἄναψε μπροστά στά μάτια τῶν ἀνθρώπων, τό θεῖο καί οὐράνιο φῶς τῆς
διδασκαλίας του. «Ἐπτώχευσεν» ὁ «πλούσιος ἐν ἐλέει» καί προσέλαβε τήν
ἀνθρώπινη σάρκα ἵνα «ἡμεῖς τῇ Ἐκείνου πτωχείᾳ πλουτήσωμεν» (Β. Κορ.
Η.9) τήν χάρη τῆς θεώσεως: Γεννήθηκε στό σπήλαιο καί ἀνακλίθηκε στή
Φάτνη, γιά νά ἑτοιμάσῃ σ’ ἐμᾶς «τόπον» καί θρόνους ἐνδόξους «εἰς τάς
αἰωνίους σκηνάς» τοῦ Παραδείσου (Λουκ. ι. στ.9).
Κατέβηκε
ἀπό ἀγάπη ὁ Θεός τῆς ἀγάπης, ἀδελφοί μου. Κι ἐμεῖς καλούμαστε νά ἔχουμε
ἀγάπη μεταξύ μας, γιατί τόν Θεό «δέν μπορεῖς νά τόν συναντήσῃς παρά
μόνο μέσα στήν ἀγάπη, δέν μπορεῖ νά ζῇ παρά μέσα στήν κατάσταση τῆς
ἀγάπης γιά τόν ἄλλον». Ἄς προσέξουμε, γιατί ὅταν πληθύνεται ἡ ἀνομία
παγώνει ἡ ἀγάπη. «Διά τό πληθυνθῆναι τήν ἀνομίαν ψυγήσεται ἡ ἀγάπη τῶν
πολλῶν» (Ματθ. 24,12). Ἄς ἀσκήσουμε τήν μεταξύ μας ἀγάπη. Χωρίς ἀγάπη
ὅλα μένουν μετέωρα καί ἀτελείωτα. Ἡ ἀγάπη εἶναι ὁ «σύνδεσμος τῆς
τελειότητας» (Κολ. 3,14). Τό πρῶτο καί τελευταῖο μέτρο τῶν προσώπων, τῶν
γεγονότων καί τῶν πραγμάτων. Οἱ ἄλλοι δέν εἶναι ἡ κόλασή μας, ὅπως
ἐσφαλμένα εἰπώθηκε. Ὁ ἄλλος εἶναι ὁ Παράδεισός μας. Γίνεται κόλασή μας
ὅταν ἐμεῖς δέν γινόμαστε παράδεισός του. «Ὅσο ἀπομακρυνόμαστε μεταξύ
μας, τόσο ἀπομακρυνόμαστε ἀπό τό Θεό…. καί ὅσο ἑνωνόμαστε μέ τόν
πλησίον, τόσο ἑνωνόμαστε μέ τό Θεό» (ἀββᾶς Δωρόθεος). Ἡ ἀγάπη εἶναι «ἡ
καθ’ ὑπερβολήν ὁδός» (Α΄Κορ. 12,13). Ἡ ὑπερβολή τῆς ἀγάπης, πού
ἐκφράστηκε μέ τή θεία Γέννησι τοῦ Κυρίου, νικᾶ τήν ἔνδεια καί τό φόβο,
τήν ἀμφιβολία, τήν ἀβεβαιότητα, τήν μοναξιά, τήν ἀδυναμία, τήν κόλαση,
τό θάνατο.
Ἄς
Τόν καλέσουμε, ἀφοῦ μᾶς θεωρεῖ ἀδελφούς Του καί «δέν ἐπαισχύνεται» νά
μᾶς καλῇ «ἀδελφούς» Του (Ἑβρ. Β.11) στόν ἐξαθλιωμένο κόσμο μας, τώρα
περισσότερο πού μᾶς βρῆκαν δοκιμασίες καί θλίψεις, νἄρθῃ νά μᾶς φέρῃ
χαρά, εἰρήνη, κι ὅ,τι ἄλλο εἶναι ἀνίσχυρος νά μᾶς δώσῃ ὁ κόσμος μας.
Ἄς
ἑτοιμάσουμε μέ τήν ἄσκηση τῆς ἀγάπης τή φάτνη τῆς ψυχῆς μας, γιά
νἄρθῃ νά σκηνώσῃ ὁ Κύριος, κι ἄς γίνουμε διαλαλητές τῆς γεννήσεως τοῦ
Κυρίου στήν Βηθλεέμ μαζί μέ τούς Ἀγγέλους καί τούς ποιμένες, κι ἄς
διαλαλήσουμε ὅτι «ἐτέχθη ἡμῖν σήμερον Σωτήρ» (Λουκ. Β. 10-11).
Μέ ἄπειρες ἐγκάρδιες ἑόρτιες Εὐχές
Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΣΑΣ
Ο ΛΑΡΙΣΗΣ ΚΑΙ ΤΥΡΝΑΒΟΥ ΙΓΝΑΤΙΟΣ