Ἀργότερα μετέβη στήν Κωνσταντινούπολη καί ἐκεί παρακολούθησε τά
μαθήματα τοῦ σοφοῦ διδασκάλου Θεοφάνους Ἐλεαβούλκου τοῦ Βεροιέως, ὁ
ὁποίος δίδασκε δίπλα στήν Ἐκκλησία τῆς Παναγίας τῆς Χρυσοπηγῆς, στή
συνοικία τοῦ Γαλατᾶ, μέχρι περίπου τό ἔτος 1550.
Ὁ νεαρός Θεσσαλονικεύς ὑπήρξε ἕνας ἀπό τούς καλύτερους μαθητές τοῦ
Ἐλεαβούλκου, ἕνας ἀπό τούς «πολλά καλούς, λογίους και προκομμένους» ὅπως
βεβαιώνει ἕνας ἄλλος μαθητής τοῦ Ἐλεαβούλκου, ὁ Ἱερόθεος μητροπολίτης
Μονεμβασίας στόν «Χρονόγραφο» του. Προφανῶς μετά τό πέρας τῶν σπουδῶν
του εἰσήλθε στή Μονή τοῦ Στουδίου τῆς Κωνσταντινουπόλεως. Ἐκεῖ ὁ
Δαμασκηνός ἔλαβε καί τή χειροθεσία τοῦ ὑποδιακόνου καί ὡς μοναχός καί
ὑποδιάκονος ἐκήρυσσε ἐντός καί ἐκτός τῆς μονῆς. Πολλές ἀπό τίς ὁμιλίες
τῆς περιόδου ἐκείνης, μετά ἀπό παρακλήσεις καί προτροπές πολλῶν, τίς
συγκέντρωσε καί ἐξέδωσε στή Βενετία σέ ἕνα τόμο μέ τόν γενικό τίτλο
«Θησαυρός».
Ὅμως τό κήρυγμά δέν ἦταν τό μόνο ἔργο του στή μονή Στουδίου.Ἐπεδόθη
καί στό διδασκαλικό ἔργο καί προφανῶς διοργάνωσε ἕνα σχολεῖο μέσα στή
μονή Στουδίου. Αὐτό συναγεται ἀπό τίς πληροφορίες πού ἔχουμε, ὅτι ὑπήρξε
«διδάσκαλος γραμματικῆς» τοῦ κατόπιν Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου Ἱερεμία
Β΄τοῦ Τρανοῦ.
Εἶναι προφανές ὅτι στούς μαθητές τοῦ σχολείου τοῦ Δαμασκηνοῦ
συμπεριλαμβανόνταν καί ἀρκετοί ἀπό τούς ἄλλους μοναχούς τῆς μονῆς
Στουδίου. Εἶναι λοιπόν πολύ πιθανόν ὅτι ὁ Δαμασκηνός εἶχε ὡς μαθητή του
καί τόν τελευταίο γνωστό Στουδίτη, τόν λόγιο Ἅγιο Διονύσιο τόν Ρήτορα, ὁ
ὁποίος μετά τή μονή Στουδίου μετέβη στό Ἅγιο Ὄρος, ὅπου έγκαταβίωσε
στήν Σκήτη τῆς Μικρᾶς Ἁγίας Ἄννης μαζί μέ τόν δικό του μαθητή Ἅγιο
Μητροφάνη καί ἐκοιμήθη ὁσίως τό ἔτος 1596 ἤ 1606, κατά διαφορετικές
πληροφορίες διαφορετικῶν χειρογράφων.
Τό διάστημα 1550 μέ 1558 ὁ Δαμασκηνός βρισκόταν στά Μετέωρα, ἀπό
ὅπου ἔστειλε Ἐπιστολή πρός τόν Γεώργιο Αἰτωλό καί πρός τόν συμφοιτητή
του Μεθόδιο. Κατά τό διάστημα αὐτό, ἐπίσης, συχνές ἦταν οἱ μετακινήσεις
του μεταξύ Μετεώρων, Τρικάλων καί πιθανότατα καί τῆς Κωνσταντινουπόλεως.
Κατά τή χρονική αὐτή περίοδο ταξίδευσε ἀκόμη καί στή Βενετία γιά τήν
ἔκδοση τοῦ «Θη-σαυροῦ».
Ὁ Δαμασκηνός ὑπήρξε καί ὑμνογράφος. Κατά τό ἔτος 1558, ὅταν ἤδη
εἶχε προαχθεῖ σέ ἱερομόναχο, συνέταξε ἀκολουθία στόν Ἅγιο Νεομάρτυρα
Νικόλαο ἀπό τό χωριό Ψάρι τῆς Κορινθίας, μαρτυρήσαντα τό ἔτος 1544 στήν
Κωνσταντινούπολη.
Το βασικό συμπέρασμα πού συνάγεται ἀπό τήν περίοδο τῆς διαμονῆς τοῦ
Δαμασκηνοῦ στή μονή Στουδίου εἶναι ὅτι τόν διακατεῖχε ὁ ἴδιος πόθος πού
διέπνεε πολλές ἄλλες φωτεινές προσωπικότητες τῆς νεώτερης ἱστορίας τῆς
Ἐκκλησίας μας: ὁ πόθος νά διδαχθεί, νά μάθει, καί κατόπιν νά διδάξει
τούς ἄλλους. Και ὁ Δαμασκηνός ὁ Στουδίτης, εἴτε ὡς ὑποδιάκονος, εἴτε
κατόπιν ὡς ἐπίσκοπος, ἐνσάρκωσε τόν διδακτικό του πόθο σέ πλῆθος
συγγραμμάτων, πού τά ἕγραψε μάλιστα σέ ἁπλή γλώσσα, ὥστε νά εἶναι
κατανοητά στούς πολλούς.
Τόν Αὔγουστο τοῦ ἔτους 1560, ὁ Δαμασκηνός πῆγε στήν Ἀγχίαλο. Λίγο
ἀργότερα, κατά τό ἴδιο ἔτος 1560, χειροτονήθηκε Ἐπίσκοπος «Λητῆς καὶ
Ῥεντίνης».
Εἶναι ἐκπληκτικό ὅτι ὑπῆρξε γενική ἡ ἐκ μέρους τῶν συγχρόνων του
μεγάλη ἐκτίμηση πρός τό πρόσωπό τοῦ Δαμασκηνοῦ. Στόν ἀνώτατο βαθμό
ἐκφράστηκε μέ τήν ἀναγνώριση τῆς ἀξίας του καί τήν ἐμπιστοσύνη πρός τήν
ἠθική του ἀκεραιότητα ἐκ μέρους τῶν Οἰκουμενικῶν Πατριαρχῶν Μητροφάνους
Γ΄ (1565 – 1572) καί Ἱερεμία Β΄ τοῦ Τρανοῦ (1572 – 1579, α΄
πατριαρχία).
Ὁ Πατριάρχης Μητροφάνης Γ΄, ὁ ὁποίο ἦταν ὁ ἴδιος πολύ μορφωμένος
ἔτρεφε τόση ἐκτίμηση καί ἐμπιστοσύνη πρός τόν Δαμασκηνό, ὥστε ἀνέθεσε
σ’αὐτόν, τόν ἐπίσκοπο τῆς μικρῆς ἐπισκοπῆς Λιτῆς καί Ρενδίνης, καί ὅχι
σέ κάποιον ἀπό τούς ἀρχιερεῖς τῶν μεγάλων μητροπόλεων, τό δύσκολο ἔργο
νά ἐπισκεφθεῖ ὡς «Πατριαρχικός ἔξαρχος» τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία τῆς Μικρᾶς
Ρωσίας. Κατ’ ἀντίθεση πρός τή λεγόμενη «Μεγάλη Ρωσία», δηλαδή τήν
αὐτοκρατορία τῶν Ὀρθοδόξων Τσάρων τῆς Μόσχας, ἡ «Μικρά Ρωσία»,
περιλαμβάνουσα τήν Οὐκρανία καί τήν Λευκορωσία, βρίσκοταν τότε ὑπό τήν
κυριαρχία τοῦ Ρωμαιοκαθολικοῦ βασιλέως τῆς Πολωνίας καί Λιθουανίας
Σιγισμούνδου Β΄(1544 – 1572), πράγμα πού δημιουργοῦσε μεγάλα προβλήματα
στούς ἐκεῖ κατοικοῦντες πολυαρίθμους Ὀρθοδόξους Χριστιανούς.
Ὅπως ἦταν φυσικό, ἀκόμη μεγαλύτερη ἐκτίμηση πρός τόν Δαμασκηνό
ἔτρεφε ὁ ἑπόμενος πατριάρχης Ἱερεμίας Β΄, ὁ ὁποίος ὑπῆρξε μαθητής του.
Τήν πλήρη ἐμπιστοσύνη πρός τόν ἄλλοτε διδάσκαλό του ἀπέδειξε μέ τήν
πρωτοφανή πράξη του νά διορίσει τόν Δαμασκηνό, ἄν καί ἦταν μόνο
ἐπίσκοπος καί ὄχι μητροπολίτης, ὡς τοποτηρητή τῆς ἀρχιεπισκοπῆς
Κωνσταντινουπόλεως κατά τήν διάρκεια τῆς ἀπουσίας του σέ πατριαρχική
περιοδεία στίς μητροπόλεις τοῦ χώρου ὅπου ἐκτείνεται ἡ σημερινή Ἑλλάς,
ἀπό τήν 19η Ὀκτωβρίου τοῦ 1573 μέχρι τόν Ἰούλιο τοῦ 1574. Μετά δέ τήν
ἐπάνοδο του στήν Κωνσταντινούπολη, ὁ πατριάρχης Ἱερεμίας Β΄ μέ συνοδική
ἀπόφαση προήγαγε τόν Δαμασκηνό σέ μητροπολίτη Ναυπάκτου καί Ἄρτης. Στήν
Ναύπακτο ἐκοιμήθη ὁσίως ὁ Δαμασκηνός καί ἐτάφη τό ἔτος 1577. Ἡ μνήμη του
τιμᾶται στίς 27 Νοεμβρίου.
Απολυτίκιον.Ἦχος α’ Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Τὸν Λητῆς καὶ Ρεντίνης χρυσολόγον ἐπίσκοπον,
εἴτα δὲ Ναυπάκτου καὶ Ἄρτης θεοφόρητον πρόεδρον,
τὸν θεῖον καὶ σοφὸν Δαμασκηνὸν, τιμήσωμεν ἐν ὕμνοις ἱεροῖς,
τὸν διδάξαντα τῇ βίβλῳ αὐτοῦ λαούς, πρὸς ὅν καὶ ἀνακράζουσι·
δόξα τῷ σὲ σοφίσαντι Χριστῷ, δόξα τῷ σὲ ἁγιάσαντι,
δόξα τῷ ταμιεύσαντι ἐν σοί, χαρίτων θησαυρῶν Αὐτοῦ.
από: Εδώ