Εορτάστηκε η μνήμη των Αγίων Αναργύρων στην Ιερά Μητρόπολη Βεροίας.
Το
Σάββατο 30 Ιουνίου το απόγευμα ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Βεροίας,
Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμων χοροστάτησε στον εσπερινό και
κήρυξε τον θείο λόγο στον πανηγυρίζοντα Ιερό Ναό των Αγίων Αναργύρων
Στενημάχου.
Την
Κυριακή 1 Ιουλίου ,ανήμερα της εορτής των Αγίων Αναργύρων, ο
Σεβασμιώτατος λειτούργησε και κήρυξε τον θείο λόγο στον πανηγυρίζοντα
Ιερό Ναό στο Νησί Ημαθίας.
ΓΙΑ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ ΚΑΝΤΕ ΚΛΙΚ ΕΔΩ
Η ομιλία του Σεβασμιωτάτου στον Εσπερινό :
«Μεγάλων ἀξιωθέντες δωρεῶν πανεύφημοι, ἐν ταπεινότητι βίου ἐν τῇ γῇ ἐπολιτεύσασθε», ψάλλει ὁ ἱερός ὑμνογράφος γιά τούς δύο ἑορταζομένους ἁγίους Ἀναργύρους Κοσμᾶ καί Δαμιανό, τῶν ὁποίων τή μνήμη πανηγυρίζει ἡ Ἐκκλησία μας καί ἰδιαιτέρως ὁ ἱερός ναός τῆς ἐνορίας σας.
Καί εἶναι ἀπόλυτα ἀληθής ὁ λόγος τοῦ ὑμνογράφου, διότι ὄντως οἱ δύο ἅγιοι ἔλαβαν ἀπό τόν Θεό, ἀπό τόν ὁποῖον «πᾶσα δόσις ἀγαθή καί πᾶν δώρημα τέλειον», μεγάλες δωρεές. Διότι δωρεά τοῦ Θεοῦ ἦταν οἱ ἀναρίθμητες θεραπεῖες καί ἰάσεις πού ἐπιτελοῦσαν οἱ δύο ἅγιοι ὅσο βρισκόταν στή γῆ, ἀλλά καί δωρεά τοῦ Θεοῦ εἶναι τά θαύματα τά ὁποῖα ἔκαναν μετά τό μαρτύριό τους ἀλλά καί συνεχίζουν νά κάνουν μέχρι σήμερα, ἀδελφοί μου, σέ ὅσους τούς ἐπικαλοῦνται καί ζητοῦν μέ ταπείνωση καί μέ πίστη τή βοήθεια καί τή σωστική ἐπέμβασή τους.
Ὅμως ὁ ἱερός ὑμνογράφος ἀντιδιαστέλλει τίς μεγάλες δωρεές τίς ὁποῖες ἀξιώθηκαν νά λάβουν οἱ ἅγιοι Κοσμᾶς καί Δαμιανός μέ τήν ταπείνωση μέ τήν ὁποία ἔζησαν κατά τήν ἐπίγεια ζωή τους, καί τονίζει ὅτι, παρότι ἔλαβαν μεγάλες δωρεές, αὐτοί συνέχισαν νά ζοῦν μέ ταπείνωση.
Καί τό τονίζει αὐτό, διότι πολλοί ἄνθρωποι, ὅταν ἔχουν χαρίσματα, ὅταν ἔχουν ἱκανότητες, νομίζουν ὅτι ὅλα αὐτά εἶναι προσωπικά τους ἐπιτεύγματα, προσωπικές τους ἐπιτυχίες καί ἀποκτοῦν μεγάλη ἰδέα γιά τόν ἑαυτό τους καί φέρονται μέ ὑπερηφάνεια καί ἀλαζονεία πρός τούς συνανθρώπους τους καί πολλές φορές ἀκόμη καί ἀπέναντι στόν Θεό. Ξεχνοῦν δηλαδή, καί ξεχνοῦμε καί ἐμεῖς πολλές φορές, ἀδελφοί μου, ὅτι τίποτε ἀπό ὅ,τι ἔχουμε δέν εἶναι δικό μας καί τίποτε δέν θά μπορούσαμε νά κάνουμε χωρίς τή χάρη καί τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος μᾶς δίνει καί τή ζωή ἀλλά καί ὅλα ὅσα ἔχουμε στή ζωή μας, ὄχι γιά νά ὑπερηφανευόμεθα καί νά καυχώμεθα γι᾽ αὐτά, οὔτε γιά νά κομπάζουμε καί νά νομίζουμε ὅτι εἴμεθα σπουδαῖοι καί μεγάλοι, ἀλλά γιά νά τά ἀξιοποιοῦμε πρός ὄφελος τῶν ἀδελφῶν μας, γιά νά τά ἀξιοποιοῦμε δοξάζοντας τόν Θεό ὁ ὁποῖος μᾶς τά χάρισε, γιά νά τά ἀξιοποιοῦμε μέ ταπείνωση καί συναίσθηση τῆς ἀναξιότητός μας, ὅπως ἔκαναν οἱ ἑορταζόμενοι ἅγιοι Ἀνάργυροι, οἱ ἅγιοι Κοσμᾶς καί Δαμιανός.
Διότι οἱ ἅγιοί μας ὄχι μόνο δέν ὑπερηφανεύθηκαν ποτέ γιά τό χάρισμα πού τούς εἶχε δώσει ὁ Θεός νά θεραπεύουν τούς ἀνθρώπους, ἀλλά διακονοῦσαν πάντοτε τίς ἀνάγκες τους μέ ταπείνωση καί μέ ἀγάπη, λέγοντας καί στούς ἴδιους τούς ἀσθενεῖς πού θεράπευαν ὅτι δέν τούς θεραπεύουν αὐτοί μέ τίς δικές τους δυνάμεις, ἀλλά τούς θεραπεύει ἡ δύναμη καί ἡ χάρη τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ, τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, γι᾽ αὐτό καί δέν ἔπαιρναν χρήματα, ἀλλά ζητοῦσαν μόνο ἀπό τούς θεραπευομένους νά πιστεύσουν στόν Χριστό.
Καί αὐτή ἡ ταπείνωσή τους ἔκανε τόν Θεό νά τούς δίδει ἀκόμη περισσότερη χάρη, διότι ὁ Θεός κατά τήν ὑπόσχεσή του «ταπεινοῖς δίδωσι χάριν», ἀλλά καί ἔκανε περισσότερους ἀνθρώπους νά πιστεύουν στόν Χριστό, γεγονός βεβαίως πού ἐξόργισε τόν ρωμαῖο αὐτοκράτορα καί τούς κάλεσε σέ ἀπολογία γιά τήν πίστη τους καί ἐντέλει τούς ὁδήγησε στό μαρτύριο.
Ἔτσι οἱ δύο ἅγιοι Ἀνάργυροι, ὁ ἅγιος Κοσμᾶς καί ὁ ἅγιος Δαμιανός, ἐπισφράγισαν μέ τό μαρτύριό τους τήν πίστη τους στόν Χριστό, αὐτή τήν ὁποία ὁμολογοῦσαν καθημερινά στή ζωή τους μέ τίς θεραπεῖες τῶν ἀσθενῶν, αὐτή τῆς ὁποίας ἔδιναν τή μαρτυρία μέ τήν ταπείνωση μέ τήν ὁποία ζοῦσαν καί ἀναστρεφόταν στόν κόσμο.
Γι᾽ αὐτό καί ἀξιώθηκαν τόσης τιμῆς καί μετά τόν μαρτυρικό τους θάνατο καί συνέχισαν καί συνεχίζουν νά θαυματουργοῦν διά τῶν ἁγίων λειψάνων τους καί διά τῶν πρεσβειῶν τους, γιά ὅλους ἐμᾶς, ἀδελφοί μου, πού ζητοῦμε τή χάρη καί τή βοήθειά τους.
Διότι ποιός ἀπό ἐμᾶς δέν προστρέχει στούς ἁγίους καί θαυματουργούς Ἀναργύρους; Ποιός δέν ζητᾶ τή χάρη τους γιά τόν ἑαυτό του ἤ γιά κάποιο προσφιλές καί οἰκεῖο του πρόσωπο; Ὅλοι καταφεύγουμε σέ αὐτούς, γιατί ὅλοι περιβαλλόμεθα τήν ἀσθένεια τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως καί ἔχουμε ἀνάγκη τῆς βοηθείας τῶν ἁγίων θαυματουργῶν Ἀναργύρων ἰατρῶν ἐκτός ἀπό τή βοήθεια τῆς ἰατρικῆς ἐπιστήμης.
Ἀλλά θά πρέπει, ἀδελφοί μου, νά μήν ξεχνοῦμε, ὅταν προστρέχουμε στούς ἁγίους Ἀναργύρους καί ζητοῦμε τή βοήθειά τους καί τίς πρεσβεῖες τους, νά τή ζητοῦμε μέ ταπείνωση, καί νά μήν ξεχνοῦμε τήν ταπείνωση καί ὅταν λαμβάνουμε ἀκόμη τή θεραπεία καί τήν ἴαση πού ζητοῦμε. Διότι ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ εἶναι αὐτοί πού κάνει τούς ἁγίους νά θαυματουργοῦν ἀλλά καί ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ εἶναι αὐτή πού ἐπισκιάζει καί ἐμᾶς οἱ ὁποῖοι θεραπευόμεθα ἀπό τούς ἁγίους. Καί ἐπειδή ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ δέν συμπορεύεται μέ τήν ὑπερηφάνεια, εἶναι ἀναγκαία καί ἡ δική μας ταπείνωση γιά νά λάβουμε καί νά διατηρήσουμε τή χάρη τῆς ἰάσεως πού ζητοῦμε, ἀλλά καί γιά νά ἔχουμε τή χάρη τοῦ Θεοῦ, ὅπως τήν εἶχαν καί οἱ ἑορταζόμενοι ἅγιοι Ἀνάργυροι, γιά νά μᾶς σκέπει καί νά μᾶς προστατεύει στή ζωή μας.
Ὅλοι μας ἤρθαμε γιά νά τιμήσουμε τούς μεγάλους αὐτούς ἰατρούς καί θεραπευτές, τού ἁγίους Ἀναργύρους· ἀλλά ὁπωσδήποτε, ἀδελφοί μου, ἐάν θέλουμε νά τούς τιμήσουμε, ὅπως λέγει καί ὁ ἱερός Χρυσόστομος «τιμή μάρτυρος, μίμησις τῆς ζωῆς του», θά πρέπει νά προσπαθήσουμε νά ἔχουμε τό ταπεινό πνεῦμα τό ὁποῖο εἶχαν οἱ ἅγιοι, οἱ ὁποῖοι ἦταν γεμάτοι χάρες καί εὐλογίες ἀπό τόν Θεό, γεμάτοι θαύματα καί ἐν ζωῇ ἀκόμη, καί παρά ταῦτα παρέμεναν ταπεινοί· γι᾽ αὐτό δεχόταν περισσότερη χάρη καί εὐλογία. Ἄν θέλουμε νά προσελκύσουμε καί ἐμεῖς τή χάρη τοῦ Θεοῦ καί τήν εὐλογία του, θά πρέπει νά ἔχουμε ταπεινό φρόνημα, ὅποιοι καί ἄν εἴμαστε. Τότε πράγματι δίδει χάρη ὁ Θεός σέ αὐτούς πού εἶναι ταπεινοί. «Ἐπί τίνα ἐπιβλέψω;» λέγει τό Πνεῦμα τό ἅγιο, «ἐπί τόν ταπεινόν καί ἡσύχιον καί τρέμοντα τούς λόγους μου». Γιατί, ἀδελφοί μου, δέν εἶναι οὔτε τά κεριά πού θά ἀνάψουμε οὔτε τά πρόσφορα πού θά φέρουμε τιμή στούς ἁγίους Ἀναργύρους. Τιμή εἶναι νά μιμηθοῦμε τό ταπεινό τους φρόνημα, νά μιμηθοῦμε τή ζωή τους. Ἀμήν.
Η ομιλία του Σεβασμιωτάτου στην Θεία Λειτουργία :
«Ὑμεῖς δέ ἐστε σῶμα Χριστοῦ καί μέλη ἐκ μέρους».
Μέ αὐτούς τούς λόγους ὁ ἀπόστολος Παῦλος προσπαθεῖ νά ἐξηγήσει στούς χριστιανούς τῆς Κορίνθου ποιά εἶναι ἡ θέση τους μέσα στήν Ἐκκλησία. Προσπαθεῖ νά τούς ἐξηγήσει ὅτι ἡ διαφορετικότητα δέν ὑποδηλώνει τή διαφορετική ἀξία καί σημασία πού ἔχει ὁ κάθε ἄνθρωπος, δέν δηλώνει ὅτι ἄλλοι εἶναι ἀνώτεροι καί ἄλλοι κατώτεροι, ἀλλά ὅτι τά πάντα εἶναι μέσα στό σχέδιο τοῦ Θεοῦ, ὥστε νά προάγεται τό ἔργο του γιά τή σωτηρία τῶν ἀνθρώπων.
Καί ὅπως στό ἀνθρώπινο σῶμα τό κάθε μέλος ἔχει τή δική του θέση καί τή δική σημασία, ἔτσι καί στό σῶμα τοῦ Χριστοῦ, τήν Ἐκκλησία, κάθε πιστός ὡς μέλος αὐτοῦ τοῦ σώματος ἔχει τή δική του θέση καί τή δική του σημασία.
Ὁ λόγος αὐτός τοῦ ἀποστόλου Παύλου, πού περιγράφει μέ αἰσθητούς ὅρους τό μυστήριο τῆς σχέσεως τοῦ πιστοῦ μέ τόν Χριστό ἠχεῖ παράξενος στούς ἀνθρώπους τῆς ἐποχῆς του, οἱ ὁποῖοι δέν θεωροῦν ὅτι ὅλοι ἀποτελοῦν μία ἑνότητα, ὅτι ὅλοι οἱ ἄνθρωποι ἔχουν ρόλο καί ἀξία μέσα στήν κοινωνία στήν ὁποία ζοῦν.
Καί αὐτή εἶναι ἡ μεγάλη ἀλλαγή πού φέρνει ὁ Χριστός μέ τό εὐαγγέλιό του, μέ τό εὐαγγέλιο πού κηρύσσει ὁ ἀπόστολος Παῦλος. «Ὑμεῖς ἐστέ σῶμα Χριστοῦ καί μέλη ἐκ μέρους», διακηρύσσει στούς χριστιανούς τῆς Κορίνθου ἀλλά καί σέ ὅλους ἐμᾶς.
Δέν εἴμαστε ὅλοι τό ἴδιο, γιατί, ἄν εἴμασταν ἴδιοι δέν θά μποροῦσε νά λειτουργήσει τό σῶμα τοῦ Χριστοῦ, ἡ Ἐκκλησία μας, καί νά μᾶς ὁδηγήσει στή σωτηρία, ἀλλά καί δέν θά μποροῦσε ὁ κάθε ἄνθρωπος νά λειτουργήσει ὡς διαφορετικό μέλος ἀπό ὅ,τι τόν ὅρισε ὁ Θεός. Δέν εἴμαστε ὅλοι τό ἴδιο, ἐφόσον οὔτε τά μέλη τοῦ ἀνθρωπίνου σώματος εἶναι ἴδια. Δέν παύουμε ὅμως νά συναπαρτίζουμε καί ἐμεῖς ἕνα κοινό σῶμα, ὅπως καί τά μέλη τοῦ σώματος συναπαρτίζουν ἕνα κοινό σῶμα, καί σέ αὐτό τό σῶμα ἀνήκουν ὅσοι ἔχει πιστεύσει στόν Χριστό καί ἔχουν βαπτισθεῖ στό ὄνομά του.
Καί αὐτό σημαίνει, ἀδελφοί μου, ὅτι καί ἐμεῖς ἀνήκουμε στό ἴδιο σῶμα στό ὁποῖο ἀνήκουν οἱ ἀπόστολοι τοῦ Χριστοῦ, τή σύναξη τῶν ὁποίων ἑορτάσαμε χθές, ἀλλά καί οἱ ἅγιοι, οἱ ἱεράρχες, οἱ μάρτυρες καί οἱ ὅσιοι. Ἀνήκουμε στό ἴδιο σῶμα στό ὁποῖο ἀνήκουν καί οἱ δύο ἀνάργυροι ἰατροί, οἱ ἅγιοι Κοσμᾶς καί Δαμιανός, τούς ὁποίους ἑορτάζει σήμερα ἡ Ἐκκλησία μας καί στούς ὁποίους εἶναι ἀφιερωμένος ὁ ἱερός αὐτός ναός.
Ἀνήκουμε στό ἴδιο σῶμα μέ τούς ἁγίους Ἀναργύρους, οἱ ὁποῖοι ἔχουν λάβει ἀπό τόν Θεό τά χαρίσματα τῶν ἰαμάτων, πού ἀναφέρει καί ὁ ἀπόστολος Παῦλος στό ἀποστολικό ἀνάγνωσμα πού ἀκούσαμε σήμερα, καί γι᾽ αὐτό μποροῦμε νά ἀπολαμβάνουμε καί ἐμεῖς τά εὐεργετικά ἀποτελέσματα αὐτῆς τῆς χάριτος.
Αὐτή τήν ἀλήθεια, αὐτή τήν πραγματικότητα πού μᾶς περιγράφει ὁ ἀπόστολος Παῦλος δέν πρέπει ὅμως νά τήν ἀντιμετωπίζουμε ἐπιπόλαια καί ἐπιφανειακά. Πρέπει νά τήν πιστεύσουμε βαθειά, ἀδελφοί μου, ὥστε νά ζοῦμε καί νά πολιτευόμασθε καί ἐμεῖς ἀνάλογα.
Εἴμεθα μέλη τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ καί ἀνήκουμε στό ἴδιο σῶμα μέ τούς ἁγίους μας σημαίνει ὅτι πρέπει νά συνειδητοποιήσουμε καί νά πιστεύσουμε ὅτι ἔχουμε καί ἐμεῖς θέση καί ρόλο ἐνεργό στό σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Πρέπει νά δοῦμε ποιά εἶναι αὐτά τά χαρίσματα τά ὁποῖα μᾶς ἔχει δώσει ὁ Θεός, ὥστε νά τά καλλιεργήσουμε καί νά τά ἀξιοποιήσουμε πρός ὄφελος τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ, πρός ὄφελος τῶν ἀδελφῶν μας, ἀλλά καί τελικά καί δικό μας.
Μπορεῖ νά μήν ἔχουμε τά ἐντυπωσιακά χαρίσματα πού ἀπαριθμεῖ ὁ ἀπόστολος, νά μήν εἴμεθα προφῆτες ἤ διδάσκαλοι ἤ νά μήν ἔχουμε τά χαρίσματα τῶν ἰαμάτων, ἀλλά ὁ ἀπόστολος Παῦλος δέν ἀφήνει καμία ἀμφιβολία σχετικά μέ τό ὅτι ὅλοι ἔχουμε χαρίσματα.
Ἄλλωστε τό μέγα καί πρῶτο χάρισμα πού ἔχουμε εἶναι ὅτι ἀνήκουμε στό σῶμα τοῦ Χριστοῦ, εἴμεθα μέλη αὐτοῦ τοῦ σώματος καί γι᾽ αὐτό ἔχουμε χρέος πρῶτα ἀπό ὅλα νά ἀνταποκρινόμεθα στή δωρεά αὐτή τοῦ Χριστοῦ καί νά ζοῦμε ἀνάλογα μέ τή θέση πού ἔχουμε. Διότι δέν μποροῦμε νά εἴμεθα μέλη τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ καί νά ζοῦμε ἀντίθετα μέ τό θέλημά του, μέ τρόπο πού τόν προσβάλλει καί ἀκυρώνει τή δωρεά του. Δέν μποροῦμε νά ἀνήκουμε στό ἴδιο σῶμα μέ τούς ἁγίους καί ἐμεῖς νά πολιτευόμασθε μέ τρόπο πού δέν συνάδει μέ τή δική τους ζωή, γιατί τότε δέν θά μποροῦμε καί νά ἀξιοποιοῦμε αὐτά πού προσφέρουν τά ἄλλα τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ πού ἀξιοποιοῦν τά χαρίσματα πού ἔχουν λάβει. Διότι ἔτσι, ἐνῶ θά θεωροῦμε ὅτι εἴμεθα μέλη, ὅτι ἀνήκουμε στήν Ἐκκλησία, πού εἶναι τό σῶμα τοῦ Χριστοῦ, στήν πραγματικότητα θά ζοῦμε εἴτε ὡς νεκρά μέλη εἴτε χωρισμένα ἀπό αὐτό.
Γι᾽αὐτό ἄς ἐξετάσουμε τόν ἑαυτό μας. Ἄς βροῦμε μέ ποιόν τρόπο θά γίνουμε ἐνεργά μέλη τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ, ἄς δοῦμε πῶς θά μπορέσουμε νά ἐναρμονίσουμε τή ζωή μας περισσότερο μέ τή ζωή τῶν ἁγίων καί μέ τό θέλημα τοῦ Χριστοῦ, ὅπως ἔκαναν οἱ ἅγιοι Κοσμᾶς καί Δαμιανός, γιά νά ἔχουμε καί ἐμεῖς τή χάρη τοῦ Θεοῦ καί νά ἀποδειχθοῦμε ἀντάξιοι τῶν δωρεῶν του κατά τήν ἡμέρα τῆς κρίσεως, ὥστε νά κληρονομήσουμε καί ἐμεῖς τήν αἰώνιο ζωή στήν ὁποία εὐφραίνονται ἤδη οἱ ἅγιοι Ἀνάργυροι.