Ὁ Ὅσιος Κορνήλιος τοῦ Παλεοστρὸβ γεννήθηκε στὴν πόλη Πσκὼφ τῆς Ρωσίας καὶ ἔζησε κατὰ τὸ 14ο καὶ 15ο αἰώνα μ.Χ. Ἀσκήτεψε στὴ νῆσο Πάλι τῆς λίμνης Ὀνέγκα, ὅπου ἵδρυσε μοναστικὴ κοινότητα καὶ ἀνήγειρε ναὸ πρὸς τιμὴν τοῦ Γενεσίου τῆς Θεοτόκου. Γιὰ μεγαλύτερη ἄσκηση ὁ Ὅσιος ἔζησε μέσα σὲ ἕνα σπήλαιο κοντὰ στὴ μονή, ὅπου προσευχόταν ἀδιάλειπτα. Ἐκεῖ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη το 1420.
Ὁ Ὅσιος Κορνήλιος τοῦ Κόμελ γεννήθηκε στὴν πόλη Ροστὼβ τῆς Ρωσίας τὸ 1455 καὶ καταγόταν ἀπὸ τὴν εὐγενὴ οἰκογένεια Κριούκωφ τῶν βογιάρων. Ὁ ἀδελφός του Λουκιανὸς ὑπηρετοῦσε στὸ δικαστήριο τοῦ μεγάλου πρίγκιπος τῆς Μόσχας Βασιλείου Βασίλεβιτς Τέμνυϊ. Ὅταν ὁ Λουκιανὸς ἀποφάσισε νὰ ἀποσυρθεῖ στὴ μονὴ τοῦ Ἁγίου Κυρίλλου τῆς Λευκῆς Λίμνης, αὐτὸ ἐπηρέασε καὶ τὸν Κορνήλιο, ὁ ὁποῖος ἀγαποῦσε πολύ τὸ μοναχικὸ βίο. Τὸν ἀκολούθησε, λοιπόν, στὴ μονή, ὅπου ἄρχισε τὴν αὐστηρὴ ἄσκηση. Ἀκόμη καὶ στὸ ἀρτοποιεῖο τῆς μονῆς, ὅπου διακονοῦσε, φοροῦσε βαριὲς ἁλυσίδες, γιὰ νὰ ἀσκεῖται περισσότερο, ἐνῷ ἠσχολεῖτο καὶ μὲ τὴν ἀντιγραφὴ ἐκκλησιαστικῶν βιβλίων. Λίγο ἀργότερα ὁ Ὅσιος Κορνήλιος κατέφυγε στὴ μονὴ τοῦ Ὁσίου Γενναδίου στὸ Νόβγκοροντ, ἀλλὰ προτιμώντας νὰ ζήσει τὸν ἡσυχαστικὸ βίο κατέφυγε τελικά στο δάσος τοῦ Κομέλ τὸ 1497. Ἐδῶ, τὸ 1501, ἀνήγειρε ἕνα ξύλινο ναὸ πρὸς τιμὴν τῆς Θεοτόκου καὶ λίγο ἀργότερα ὁ Μητροπολίτης Σίμων τὸν ὅρισε ὡς ἱερομόναχο τῆς μονῆς. Σιγὰ – σιγὰ ὁ ἀριθμὸς τῶν μοναχῶν αὐξήθηκε καὶ ὁ Ὅσιος Κορνήλιος οἰκοδόμησε καὶ νέο ναὸ καὶ συνέγραψε μοναχικὸ Κανόνα μὲ βάση τὸ Τυπικὸν τοῦ Ὁσίου Ἰωσήφ Βολοκολάμσκ καὶ τοῦ Ὁσίου Νείλου τῆς Σόρα.
Ὁ Ὅσιος διακρίθηκε γιὰ τὴν φιλανθρωπία καὶ τὴν ἀγάπη πρὸς τοὺς πάσχοντες, τοὺς φτωχοὺς καὶ τὰ ὀρφανά. Ἐπίσης, ἔκτισε ναὸ πρὸς τιμὴν Ἁγίου Ἀντωνίου τοῦ Μεγάλου, πρὸς τὸν ὁποῖο ἔτρεφε ἰδιαίτερο σεβασμὸ καὶ τὸν ὁποῖο ἀξιώθηκε νὰ βλέπει σὲ ὁράματα.
Ὁ Ὅσιος Κορνήλιος κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ 1537.