Οι άγιοι της Εκκλησίας, βάδιζαν μία μέση, βασιλική οδό. Ούτε να «σερβίρουν» μια αλήθεια στους ανθρώπους με έναν άγαρμπο τρόπο που να τους οδηγεί σε άκρα και τελικά τους ταλαιπωρεί. Αλλά ούτε και η αγάπη τους ήταν τέτοια που να αφήνει τους ανθρώπους να κοιμούνται και να μην έχουν κάποια καλή παρακίνηση να βελτιωθούν, να καθαρισθούν περισσότερο και να εξαγιασθούν ακόμη πιο πολύ.
Του Σταμάτη Μιχαλακόπουλου / Ι. Ν. Ευαγγελιστρίας Πειραιώς
Στο «Ενοριακό Αρχονταρίκι» του Ιερού Ναού Ευαγγελιστρίας Πειραιώς και στο πλαίσιο του προγράμματος «ΕΝΟΡΙΑ εν δράσει…», την Δευτέρα 7 Οκτωβρίου, ο Πρωτοπρεσβύτερος π. Βασίλειος Τσιμούρης, Θεολόγος φιλοξένησε τον Πρωτοπρεσβύτερο π. Γεώργιο Σχοινά, Θεολόγο, σε μια συζήτηση με θέμα «Αλήθεια και αγάπη στη ζωή μας».
Ξεκινώντας τη συζήτηση πάνω στο θέμα της συνάντησης, ο π. Γεώργιος παρατήρησε ότι για εμάς η αλήθεια και η αγάπη δεν είναι συναισθήματα ή ιδέες, αλλά είναι το θεανδρικό πρόσωπο του Χριστού.Κι όταν κανείς προσπαθεί να προσεγγίζει και να ενώνεται με τον Χριστό, όσο είναι δυνατόν στον άνθρωπο, φυσιολογικά οδηγείται στο να αγαπά, αφού αφομοιώνεται από την όντως αγάπη που είναι ο Θεός, και βέβαια και να αληθεύει.
«Βλέπουμε ότι οι άνθρωποι δεν πετυχαίνουμε να συνδυάσουμε και την αλήθεια και την αγάπη. Πράγμα που μάλλον σημαίνει ότι δεν τα βιώνουμε στην αυθεντική τους διάσταση ως ένωση με τον Χριστό που είναι αγάπη και αλήθεια. Αλλά τα προσεγγίζουμε μάλλον νοησιαρχικά ή συναισθηματικά.»
Είναι τόσο ωραίο το να αγαπάει κανείς, συνέχισε ο π. Γεώργιος, αλλά και τόσο δύσκολο. Γιατί για να αγαπάς πρέπει να είσαι συνδεδεμένος με την πηγή της αγάπης, που είναι ο Χριστός.
Οι άγιοι της Εκκλησίας, βλέπουμε ότι βάδιζαν μία μέση, βασιλική οδό. Ούτε να «σερβίρουν» μια αλήθεια στους ανθρώπους με έναν άγαρμπο τρόπο που να τους οδηγεί σε άκρα και τελικά τους ταλαιπωρεί. Αλλά ούτε και η αγάπη τους ήταν τέτοια που να αφήνει τους ανθρώπους να κοιμούνται και να μην έχουν κάποια καλή παρακίνηση να βελτιωθούν, να καθαρισθούν περισσότερο και να εξαγιασθούν ακόμη πιο πολύ.
«Σήμερα, υπερτερεί μία αγάπη περίεργη και θυσιάζει την αλήθεια. Και υπάρχει και το άλλο άκρο κάποιων ανθρώπων που διατείνονται ότι μάχονται υπέρ της αλήθειας, αλλά το κάνουν με τέτοιο τρόπο που στο τέλος δεν βγάζει αγάπη. Τα παραδείγματα των αγίων μπορούν να μας βάλουν στη σωστή τροχιά για το πως μπορούμε και να αγαπάμε και να αληθεύουμε.»
Όπως είπε χαρακτηριστικά ο π. Γεώργιος, η δική μας προσωπική ερμηνεία περί της αγάπης και της αλήθειας, που μας βολεύει, έχει φέρει τα αποτελέσματα που βλέπουμε σήμερα στον κόσμο.
Ο καθένας έχει την αλήθεια του και μπορεί να πιστεύει ότι μπορεί να αγαπάει κιόλας. Αλλά πως να σταθούν αυτά τα μεγέθη, η αλήθεια και η αγάπη, σε έναν χωροχρόνο που κυριαρχεί το εγώ και το να καταπιεί ο ένας τον άλλον.
Δεν υπάρχει υποκειμενισμός ούτε στην αγάπη, ούτε στην αλήθεια, τόνοσε ο π. Γεώργιος. Ο κόσμος κυκλοφορεί με μια υποκειμενική προσέγγιση, αλλά για εμάς είναι αντικειμενικό το πράγμα. Και η αγάπη και η αλήθεια είναι πρόσωπο, ο Χριστός και χωρίς το Χριστό ούτε αγάπη στέκει, ούτε αλήθεια.
Οι ταπεινοί άνθρωποι, όπως είπε, έχουν αντικρύσει δύο μεγάλες αλήθειες. Την αλήθεια τους και ξέρουν ότι είναι χαμηλά. Και την άλλη αλήθεια του Θεού που ξέρουν ότι είναι ο τέλειος, ο πιο ωραίος και ο πιο αγαπητός. Και γι’ αυτό ξέρουν ότι δεν το αξίζουν, αλλά ζητάνε και θέλουν να είναι κοντά Του.
Ταπεινός είναι αυτός που ξέρει τα χάλια του, αλλά δεν απελπίζεται και ζητάει από τον Θεό να έρθει και να τον διορθώσει. Βλέπει την μεγάλη αλήθεια που είναι ο Χριστός και την τεράστια απόσταση που έχει και ταπεινώνεται ακόμη περισσότερο.
Γι’ αυτό και οι άγιοι, όπως παρατήρησε ο π. Γεώργιος στο κλείσιμο της συνάντησης, επειδή είχαν την αληθινή προσέγγιση της κατάστασης τους και της καταστάσεως του Θεού, μολονότι εξαγιάζονταν οι ίδιοι, αισθάνονταν κάθε μέρα ότι είναι χειρότεροι, γιατί πήγαιναν ολοένα και πιο πολύ προς το Φως.
«Και θα ήταν ευχής έργο, με τέτοια αληθινή προσέγγιση και τέτοια αγάπη να προστρέχουμε στον Χριστό κι έτσι να κοιτάμε και τους άλλους ανθρώπους. Όταν ο άνθρωπος ξέρει τα χάλια του και τα έχει αποδεχθεί, δεν μπορεί να μισήσει κάποιον άλλο γιατί τον αισθάνεται καλύτερο από τον ίδιο. Και να πως έρχεται και η αγάπη και η αλήθεια.
Να διψάμε για την αλήθεια και να παρακαλάμε την μεγάλη αγάπη που είναι ο Θεός, να έρθει να μας καταλάβει υπαρξιακά, για να μπορούμε κι εμείς να εκπέμπουμε τη δική Του αγάπη. Χρειάζεται να μπούμε σε αυτήν την επίπονη αναζήτηση της αλήθειας και της μεγάλης αγάπης που είναι ο Χριστός.»