Ὁ Ἅγιος Θεοδώρητος ἦταν Πρεσβύτερος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἀντιόχειας καὶ ἔζησε κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορος Ἰουλιανοῦ τοῦ Παραβάτου (360 – 363 μ.Χ.).
Ὅταν
ὁ θεῖος τοῦ αὐτοκράτορα, ποὺ ὀνομαζόταν καὶ αὐτὸς Ἰουλιανὸς καὶ ἦταν
προηγουμένως Χριστιανὸς καὶ ἀναγνώστης τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἀντιόχειας,
ἔγινε εἰδωλολάτρης, στράφηκε κατὰ τῶν ἱερέων τῆς πόλεως καὶ κατέστρεψε
τὰ ἱερὰ ἀναθήματα. Τότε συνελήφθη καὶ ὁ Πρεσβύτερος Θεοδώρητος, τὸν
ὁποῖο κρέμασαν καὶ ξέσχισαν τὰ πλευρά του. Τὰ μαρτύρια δὲν λύγισαν τὴν
πίστη τοῦ Ἁγίου, ὁ ὁποῖος συνεχῶς ὁμολογοῦσε τὴν πίστη του στὸν Χριστό.
Οἱ εἰδωλολάτρες, ἀφοῦ ἀγωνίσθηκαν μάταια γιὰ νὰ μεταστρέψουν τὸ εὐσεβὲς
φρόνημα αὐτοῦ, τὸν ἀποκεφάλισαν.
Ἔτσι ὁ Ἅγιος Θεοδώρητος ἔλαβε τὸ στέφανο τοῦ μαρτυρίου τῆς δόξας.