Μιχάλη Μπουναρτζίδη:
Προσευχή για τις καινούργιες πατρίδες
Έκδοση: Επτάλοφος
Η γιαγιά μου από τη μητέρα μου, ήταν από το Σόμα, μια μικρή πολίχνη
κοντά στην Έφεσο. Είχαμε μεταξύ μας πολύ αγάπη και την καμάρωνα διότι
ήξερε γράμματα. Με την Καταστροφή πήρε τα τέσσερα παιδιά της κι έφθασαν
στην Καλαμάτα. Δεν ζούσε μαζί μας αλλά με την άλλη της κόρη. Έμαθα
λοιπόν ότι την έφεραν για λίγες μέρες στην αδελφή μου, και βεβαίως πήγα
αμέσως να την δω. Αλλά διεπίστωσα αμέσως ότι η γιαγιά είχε πλέον άνοια.
Δεν κατάλαβε ποιος ήμουν. «Είμαι ο μικρότερος γιός της κόρης σου
Μαρίας», είπα να τη βοηθήσω «Έχω εγώ κόρη Μαρία;» μου απάντησε. Κατάλαβα
ότι ήταν άσκοπο να επιμείνω. Πήρα το χεράκι της και το χάιδευα σιωπηλός
και γκρίζος. Μείναμε πολύ ώρα σ΄ αυτή τη στάση, βουβοί. Ξαφνικά,
γύρισε προς το μέρος μου, με κοιτάζει καλά καλά και με ρωτάει: «Λες να
μας διώξουν κι από δω;» Το μυαλάκι της είχε διαλύσει, δεν αναγνώριζε
τίποτε και κανέναν, κι όμως κρατούσε ακόμη, μοναδική μνήμη, το βίαιο
ξεσπίτωμα του 1922. Μέσα στα σκοτάδια του νου της έμενε ζωντανός μόνον ο
διωγμός. Τότε συνειδητοποίησα τί σήμαινε για τους πρόσφυγες, πόσο τους
χαράκωσε την ψυχή ο διωγμός. Πέρασε χρόνια ευτυχίας, πέρασε δυστυχίες
από τους θανάτους των παιδιών της, αλλά μόνον ο ξεσπιτωμός είχε αφήσει
στην ψυχή της το σημάδι της συμφοράς.
|
|