Η Βασίλισσα στον Θρόνο Της

Η Βασίλισσα στον Θρόνο Της

.

.
Εις Άγιος, εις Κύριος, Ιησούς Χριστός, εις δόξαν Θεού Πατρός. Αμήν.
Μέσα απ΄αυτές τις σελίδες που ακoλουθούν θέλω να μάθει όλος ο κόσμος για Τους Αγίους, τις Εκκλησιές και τα Μοναστήρια της Ορθόδοξης Εκκλησίας μας.

Μπορείτε να μου στείλετε την Ιστορία του Ναού σας ή του Μοναστηρίου σας όπως και κάποιου τοπικού Αγίου/ας της περιοχής σας nikolaos921@yahoo.gr

Ιερός Ναός Αγίων Πάντων Θεσσαλονίκης

Ιερός Ναός Αγίων Πάντων Θεσσαλονίκης
κάνετε κλικ στην φωτογραφία

Τρίτη 26 Ιανουαρίου 2021

«Δεν χρειάζονται μπράτσα στην πνευματική ζωή».


α) Ορισμένοι δικαιώνουν τον εαυτό τους ενώπιον του Θεού. Επικαλούνται τα α­γα­θά έργα ή την «αναμαρτησία» τους και θεωρούν δεδομένη την πνευματική τους προ­­κοπή. Είναι τόσο σίγουροι για τον εαυτό τους, ώστε κρίνουν και κατακρί­νουν όλους τους άλλους για τα σφάλματά τους. Συχνά αγωνίζονται να σώσουν και την εκ­κλη­σία!

Πε­ρι­φρο­νούν και δια­βάλ­­­λουν επισκόπους, συνόδους, ιερείς, θεολόγους, επι­στήμονες και όποιον δε συμ­φω­νεί με τη γνώμη τους. Δείχνουν τα «πνευματικά τους μπράτσα». Με τον τρόπο ό­μως αυτό, δημιουργείται αίσθημα πνευ­μα­τι­κής αυ­τάρ­­κει­ας και εγκυ­μο­­­νούν κί­νδυ­νοι φαρισαϊκής συνείδησης και ψευ­­δούς θρη­­­­σκευ­τι­κής ζωής.

β) Γι’ αυτό η συναίσθηση της εσωτερικής εμπαθούς κατάστασης, η αυτο­γνω­σία και η αυτομεμψία, η εμπιστοσύνη στο θέ­λη­­μα του Θεού και η εκζήτηση του θείου ελέους αποτελούν μεγάλα βήματα για την προ­­­­­σέλκυση της χάριτος του Θεού και την εν Χριστώ σωτηρία. Γράφει ο Γέροντας Παΐσιος: «Ο Θεός θέλει από μας την αγαθή μας διάθεση, που να την εκδηλώνουμε με τον έστω και λίγο φιλότιμο αγώνα μας, και τη συ­ναίσθηση της αμαρτωλότητάς μας. Όλα τα άλλα τα δίνει εκείνος. Δεν χρει­ά­ζο­νται μπράτσα στην πνευματική ζωή… ΄Ο­σοι αγω­νίζο­νται και συναισθά­νο­νται την α­μαρ­­τω­λότητά τους και τις ευεργεσίες του Θεού και ε­μπι­­στεύονται τον εαυτό τους στην μεγάλη Του ευσπλαχνία, ανεβάζουν την ψυ­χή τους στον Παράδεισο με πολλή σιγου­ριά και λιγότερο κόπο σωματικό».

γ) Στο αποστολικό ανάγνωσμα της Κυριακής (Α΄Τιμ. 1,15-17) ο Απόστολος Παύ­λος γράφει στο μαθητή του Τιμόθεο με τρόπο χαρακτηριστικά αφοπλιστικό: «Ο Ιησούς Χριστός ήλ­θε στον κόσμο για να σώσει τους αμαρτωλούς· και πρώτος α­νά­μεσά τους είμαι εγώ». Θεωρεί τον εαυτό του έσχατο πάντων, όπως αναφέρει σε άλλο σημείο. Τοποθετείται ο ίδιος πρώτος ανάμεσα στους αμαρτωλούς, παρότι με­τα­νόησε, -διότι προηγουμένως «εδίωκε την εκκλησία του Χριστού»-, βαπτίσθηκε, φω­τί­σθηκε, έ­φθασε έως τρίτου ουρανού και είχε εμπειρίες θείας μεθέξεως. Η παραπάνω φράση εν­σω­ματώθηκε στη ακολουθία της θείας Μεταλήψεως και διαβάζεται από όσους πρό­κει­ται να κοινωνήσουν, δημιουργώντας ανάλογη συνείδηση.

  δ) Χαριτωμένος και χαρισματούχος ο Απόστολος δεν περιχαρακώνεται στα στε­γανά όρια νο­μικών διατάξεων. Αφήνει το Πνεύμα του Θεού να κατευθύνει τη σκέ­ψη και τη ζωή του. Είναι ελεύθερος εν Χριστώ. Γι’ αυτό, παρόλο που δεν θεωρούσε υ­πο­χρε­ωτική την περιτομή για τους εξ εθνών  χριστιανούς, και σε πολλά σημεία  κα­τα­φέ­ρεται εναντίον εκείνων που επέμεναν σ’ αυτήν για άλλους λόγους, περιέτεμε τον Τιμόθεο τέκνον Έλληνα και πιστής Ιουδαίας, «δια τους Ιουδαίους τους όντας εν τοις τόποις εκείνοις» ( Πραξ. 16, 1-3). Η πνευματική διάκριση και η επιθυμία να οι­κο­νο­μήσει τα πράγματα προς όφελος των ανθρώπων αποτελούσαν πλοηγό των ενέρ­γειών του.

ε) Στη σημερινή περικοπή ο Απόστολος δεν ενδιαφέρεται τόσο να εξάρει το μέγεθος της δικής του αμαρτωλής κατάστασης και να φανερώσει το ταπεινό του φρό­νη­μα. Θεωρεί τον εαυτό του πρώτο αμαρτωλό σε σχέση με την μακροθυμία, το έλεος και την ευ­σπλαχ­νία του Θεού. Διότι τελικά σε αυτή ελπίζουν όλοι οι «νουν Χριστού έ­χοντες», ακόμη και εκείνοι που έφθασαν δια της ασκήσεως σε ύψη αρετής και α­γιό­τη­τας. Αλλά και οι δίκαιοι αισθάνονται δέος μπροστά στο μέγεθος της αγά­πης και της φι­λανθρωπίας του Θεού.

στ) Να σημειωθεί όμως, για να μην υπάρχουν παρανοήσεις, ότι όλα τα παρα­πά­νω δε λειτουργούν για να καταπραΰνουν προσωρινά τον άνθρωπο ή να τον οδη­γή­σουν σε πνευματική ραθυμία. Η αγάπη και το έλεος του Θεού, που είναι δεδομένα, δεν μπορεί να αποτε­λούν αφορμή ακηδίας, αλλά κίνητρο για τους φιλότιμους αγω­νι­στές, προκειμένου να εντείνουν τον κα­λό αγώνα της πίστεως. Να μιμηθούν δηλαδή τον Από­στο­λο, ο οποίος γράφει: «Αλλ’ ακριβώς γι’ αυτό με ελέησε, για να δείξει ο Ιη­σούς Χρι­­στός σ’ εμένα πρώτον  όλη του την μακροθυμία, ώστε να γίνω παράδειγμα για κεί­­νους που πρόκειται να πιστέψουν σ’ αυτόν και να κληρονομήσουν έτσι την αι­ώ­νια ζωή».

ζ) Η αίσθηση της αναξιότητας μπροστά στην σαρκωμένη αγάπη και τη φι­λαν­θρω­πία του Θεού, οδηγεί σε μετάνοια, θείο φόβο και επίγνωση του θείου θελή­μα­τος. Ο άκτιστος Θεός είναι άτρεπτος και απαθής, ενώ ο άνθρωπος τρεπτός. Λόγω ακριβώς της τρεπτότητας χρειάζεται την  «επικουρία του Παντοκράτορος» χωρίς τον οποίο, ού­τε αρετή, ούτε σοφία, ούτε πνευματική προκοπή υφίσταται. Όταν προ­σφέ­ρεται στον Θεό η αγαθή προ­αίρεση και υπάρχει συναίσθηση της προσωπικής α­ποτυχίας, ο Θεός καταφθάνει συνα­ντι­λή­πτορας και βοηθός. Τότε ο άνθρωπος σώζεται ό­χι τόσο με τα δικά του καλά έργα όσο με την ευδοκία της χάριτος του Θεού.

   (Μακεδονία 23.1.2011)

από:  Εδώ