Ἀφήνομεν
λοιπόν, ἀδελφοί μου, τὰς φλυαρίας τῶν ἀσεβῶν, τῶν αἱρετικῶν, τῶν ἀθέων,
καὶ λέγομεν μόνον ὅσα τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον ἐφώτισε τοὺς ἁγίους προφήτας
Ἀποστόλους καὶ Πατέρας τῆς Ἐκκλησίας μας, καὶ μᾶς ἔγραψαν, καὶ πάλιν ὄχι
ὅλα νὰ τὰ εἰποῦμεν, διότι δὲν εἶναι δυνατόν. Θέλομεν χρόνους καὶ
καιρούς. ἀλλὰ μερικὰ ὁπού φαίνονται ἀναγκαιότερα . Καὶ ὅστις εἶναι
φιλομαθὴς ἂς ζητήσει νὰ μάθει καὶ τὰ ἐπιλοιπα. Ὁ Πανάγαθος λοιπόν,
ἀδελφοί μου, καὶ πολυέλαιος Θεὸς εἶναι ἕνας, καὶ ὅποιος λέγει ὅτι εἶναι
πολλοὶ Θεοί, εἶναι διάβολος. Εἶναι δὲ καὶ Τριάς, Πατήρ, Υἱὸς καὶ Ἅγιον
Πνεῦμα, μία φύσις, μία δόξα, μία βασιλεία, ἕνας Θεός.
Εἶναι δὲ ἀκατάληπτος Κύριος ἀνερμήνευτος, παντοδύναμος, ὅλος φῶς, ὅλος χαρά, ὅλος εὐσπλαχνία, ὅλος ἀγάπη.
Δὲν ἔχομεν κανένα παράδειγμα νὰ παρομοιάσωμεν τὴν Ἁγίαν Τρίαδα, ἐπειδὴ
καὶ δὲν ἐβρίσκεται ἄλλο εἰς τὸν κόσμον. Μὰ διὰ νὰ λάβει παραμικρὴν
βοήθειαν ὁ νοῦς μας, φέρουν μερικὰ παραδείγματα οἱ θεολόγοι τῆς
Ἐκκλησίας. Σιμὰ εἰς τὰ ἄλλα μᾶς φέρνουν καὶ τὸν ἥλιον. Ὁ ἥλιος ἠξεύρομεν
ὅλοι πὼς εἶναι ἕνας, ἕνας εἶναι καὶ ὁ Θεὸς . καὶ καθὼς ὁ ἥλιος φωτίζει
τοῦτον τὸν κόσμον τὸν αἰσθητόν, οὕτω καὶ ἡ Ἁγία Τριάς, ὁ Θεός, φωτίζει
τὸν νοητόν. Εἴπομεν, ἀδελφοί μου, πὼς ὁ ἥλιος εἶναι ἕνας, μὰ εἶναι καὶ
τρία μαζὶ . Ἔχει ἀκτίνας, ὅπου ἔρχονται εἰς τὰ ὄμματά μας ὡσὰν γραμμαί,
ὡσὰν κλωσταὶ . Ἔχει καὶ φῶς, ὁπού ἐξαπλώνεται εἰς ὅλον τὸν κόσμον. Μὲ τὸν ἥλιον ὁμοιάζομεν τὸν ἄναρχον Πατέρα, μὲ τὰς ἀκτίνας τὸν συνάναρχον Υἱόν, καὶ μὲ τὸ φῶς τὸ ὁμοούσιον Πνεῦμα. Εἶναι καὶ ἄλλος τρόπος νὰ καταλάβετε τὴν Παναγίαν Τριάδα. Πῶς; νὰ
ἐξομολογηθῆτε καθαρά, νὰ μεταλάβετε τὰ Ἄχραντα Μυστήρια μὲ φόβον καὶ μὲ
εὐλάβειαν καὶ τότε θὰ σᾶς φωτίσει ἡ χάρις τοῦ Παναγίου Πνεύματος νὰ
καταλάβετε καλύτερα.
Αὐτὴν
τὴν Παναγίαν Τριάδα ἐμεῖς οἱ εὐσεβεῖς καὶ ὀρθόδοξοι χριστιανοὶ
δοξάζομεν καὶ προσκυνοῦμεν . Αὐτὸς εἶναι ὁ ἀληθινὸς Θεός, καὶ ἔξω ἀπὸ
τὴν Ἁγία Τριάδα ὅσοι λέγονται θεοὶ εἶναι δαίμονες. Καὶ ὄχι μόνον ἠμεῖς
πιστεύομεν, δοξάζομεν, προσκυνοῦμεν τὴν Ἁγίαν Τριάδα, ἀλλὰ ὡσὰν τὰ ἄστρα
τοῦ οὐρανοῦ, καὶ ὡσὰν τὴν ἄμμον τῆς θαλάσσης, προφῆται,
ἀπόστολοι, μάρτυρες, ἀσκηταὶ ἔχυσαν τὸ αἷμα τῶν διὰ τὴν ἀγάπην τῆς Ἁγίας
Τριάδος καὶ ἠγόρασαν τὸν παράδεισον καὶ χαίρονται πάντοτε. Ὁμοίως ἄνδρες καὶ γυναῖκες ἠρνήθησαν τὸν κόσμων, ἐπῆγαν εἰς τάς ἔρημους καὶ ἀσκητευσαν καὶ ἐπῆγαν
εἰς τὸν παράδεισον. Ἐπίσης ἄνδρες καὶ γυναῖκες ἔζησαν μέσα εἰς τὸν
κόσμον μὲ σωφροσύνη καὶ παρθένια, μὲ νηστείας, προσευχές, ἐλεημοσύνες,
μὲ ἔργα καλά, καὶ πέρασαν καὶ ἐδῶ καλὰ καὶ ἐπῆγαν εἰς τὸν παράδεισον νὰ
χαίρονται πάντοτε.
Δὲν εὑρίσκεται τόπος ὀπού νὰ λείπει ὁ Θεός.
Πρέπει καὶ ἠμεῖς οἱ εὐσεβεῖς χριστιανοί, ὅταν θέλομεν νὰ κάμομεν καμίαν
ἁμαρτίαν, νὰ στοχαζόμεθα ὅτι ὁ Θεὸς εἶναι μέσα εἰς τὴν καρδίαν μας,
εἶναι πανταχοῦ παρὼν καὶ μᾶς βλέπει . Νὰ ἐντρεπόμεθα τοὺς ἀγγέλους, τοὺς
ἁγίους, καὶ μάλιστα τὸν ἄγγελον τὸν φύλακα τῆς ψυχῆς μας, ὁπού μᾶς
βλέπει. Ἀπὸ ἕνα μικρὸν παιδίον ἐντρεπόμεθα, ὅταν θὰ κάμομεν τὴν
ἁμαρτίαν, καὶ πῶς νὰ μὴν ἐντρεπόμεθα ἀπὸ τόσους ἁγίους καὶ ἀγγέλους;
Ὁ Πανάγαθος καὶ πολυέλεος Θεός, ἀδελφοί μου, ἔχει πολλὰ καὶ διάφορα ὀνόματα. Λέγεται καὶ Φῶς, καὶ Ζωή, καὶ Ἀνάστασις. Ὅμως τὸ κύριον ὄνομα τοῦ Θεοῦ μᾶς εἶναι καὶ λέγεται Ἀγάπη.
Πρέπει ἠμεῖς, ἀνίσως καὶ θέλωμεν νὰ περάσωμεν καὶ ἐδῶ καλά, νὰ
πηγαίνωμεν καὶ εἰς τὸν παράδεισον, καὶ νὰ λέγωμεν τὸν Θεὸν μας ἀγάπην
καὶ πατέρα, πρέπει νὰ ἔχομεν δύο ἀγάπας . ἀγάπην εἰς τὸν Θεόν μας, καὶ
εἰς τοὺς ἀδελφούς μας. Φυσικόν μας εἶναι νὰ ἔχωμεν αὐτάς
τὰς δύο ἀγάπας, παρὰ φύσιν εἶναι νὰ μὴ τὰς ἔχωμεν. Καὶ καθὼς ἕνα
χελιδόνι χρειάζεται δύο πτέρυγας διὰ νὰ πετᾶ εἰς τὸν ἀέρα, οὕτω καὶ
ἠμεῖς χρειαζόμεθα αὐτᾶς τὰς δύο ἀγάπας, διότι χωρὶς αὐτῶν εἶναι ἀδύνατον
νὰ σωθῶμεν. Καὶ πρῶτον ἔχομεν χρέος νὰ ἀγαπῶμεν τὸν Θεόν μας, διότι μᾶς
ἐχάρισε τόσην γῆν μεγάλην ἐδῶ νὰ κατοικῶμεν πρόσκαιρα, τόσες χιλιάδες
φυτά, βρύσες, ποταμούς, θαλάσσας, ἀέρα, ἡμέραν, νύχτα, οὐρανόν, ἥλιον
κ.λ.π. Ὅλα αὐτὰ διὰ ποιὸν τὰ ἔκαμεν, εἰμὴ δὶ' ἠμᾶς; Τί μᾶς ἐχρεώστει;
Τίποτε. Ὅλα χάρισμα. Μᾶς ἔκαμεν ἀνθρώπους, δὲν μᾶς ἔκαμεν ζῶα . Μᾶς ἔκαμεν εὐσεβεῖς ὀρθόδοξους χριστιανούς, καὶ ὄχι ἀσεβεῖς αἱρετικοὺς . Ἄν
καὶ ἁμαρτάνομεν χιλιάδες φορὲς τὴν ὥραν, μᾶς εὐσπλαχνίζεται ὡσὰν
πατέρας καὶ δὲν μᾶς θανατώνει νὰ μᾶς βάλη εἰς τὴν κόλασιν, ἀλλὰ
περιμένει τὴν μετάνοιάν μας μὲ τὰς ἀγκάλας ἀνοικτᾶς, πότε νὰ
μετανοήσωμεν νὰ παύσωμεν ἀπὸ τὰ κακά, καὶ νὰ κάμομεν τὰ καλά, νὰ
ἐξομολογηθῶμεν, νὰ διορθωθῶμεν, νὰ μᾶς ἐναγκαλισθεῖ, νὰ μᾶς βάλη εἰς τὸν
παράδεισο νὰ χαιρόμεθα πάντοτε.
Τώρα
λοιπὸν τοιοῦτον γλυκύτατον Θεὸν καὶ Δεσπότην δὲν πρέπει καὶ ἠμεῖς νὰ
τὸν ἀγαπῶμεν, καὶ ἂν τύχει ἀνάγκη, νὰ χύσομεν καὶ τὸ αἷμα μας χιλιάδες
φορὲς διὰ τὴν ἀγάπην του καθὼς τὸ ἔχυσε καὶ Ἐκεῖνος διὰ τὴν ἀγάπην μας;
Ἕνας ἄνθρωπος σὲ κράζει εἰς τὸν οἶκον του καὶ θέλει νὰ σὲ φιλεύση ἕνα
ποτήρι κρασί, καὶ πάντοτε εἰς ὅλην σου τὴν ζωὴν θὲ νὰ τὸν ἐντρέπεσαι καὶ
τὸν τιμᾶς . Καὶ τὸν Θεὸν δὲν πρέπει νὰ τιμᾶς καὶ νὰ ἐντρέπεσαι, ὁπού σοῦ
ἐχάρισε τόσα καλὰ καὶ ἐσταυρώθηκε διὰ τὴν ἀγάπην σου; Ποιὸς πατέρας
ἐσταυρώθηκε διὰ τὰ παιδιὰ τοῦ καμίαν φορᾶ; Καὶ ὁ γλυκύτατός μας Ἰησοῦς
Χριστὸς ἔχυσε τὸ αἷμα του καὶ μᾶς ἠξηγόρασεν ἀπὸ τὰς χείρας τοῦ
διαβόλου. Τώρα δὲν πρέπει καὶ ἠμεῖς νὰ ἀγαπῶμεν τὸν Χριστόν μας; Ἠμεῖς
ὄχι μόνον δὲν τὸν ἀγαπῶμεν, ἀλλὰ τὸν ὑβρίζομεν καθ' ἡμέραν μὲ τὰς
ἁμαρτίας μας ὁπού κάμνομεν. Ἀμὴ ποῖον θέλετε νὰ ἀγαπῶμεν, ἀδελφοί μου;
Νὰ ἀγαπῶμεν τὸν διάβολον, ὁπού μᾶς ἔβγαλε ἀπὸ
τὸν παράδεισον καὶ μᾶς ἔφερεν εἰς τὸν κατηραμένον τοῦτον κόσμο καὶ
παθαίνομεν τόσα κακά; Καὶ ἔχει προαίρεσιν ὁ διάβολος, ἂν ἠδύνατο αὐτὴν
τὴν ὥραν νὰ μᾶς θανατώση ὅλους καὶ νὰ μᾶς βάλη εἰς τὴν κόλασιν, τὸ
ἔκαμνε.
Τώρα
σᾶς ἐρωτῶ, ἀδελφοί μου, νὰ μοῦ εἰπῆτε, ποιὸν πρέπει νὰ μισοῦμε τὸν
διάβολον, τὸν ἐχθρό μας, ἢ ν' ἀγαπῶμεν τὸν Θεόν μας, τὸν ποιητήν μας,
τὸν πλάστην μας;
- Ναί, ἅγιέ του Θεοῦ.
-
Πολὺ καλὰ τὸ λέγετε, νὰ ἔχω τὴν εὐχήν σας, καὶ ἐγὼ τὸ λέγω, μὰ καὶ ὁ
Θεὸς χρειάζεται στρῶμα διὰ νὰ καθήση. Ποῖον δὲ εἶναι; Ἡ ἀγάπη. Ἂς
ἔχωμεν λοιπὸν καὶ ἠμεῖς τὴν ἀγάπη εἰς τὸν Θεὸν καὶ εἰς τοὺς ἀδελφούς
μας καὶ τότε ἔρχεται ὁ Θεός μας καὶ μᾶς χαροποιεῖ, καὶ μᾶς φυτεύει εἰς
τὴν καρδίαν μας τὴν ζωὴν τὴν αἰώνιον, καὶ περνοῦμεν καὶ ἐδῶ καλὰ καὶ
πηγαίνουμεν καὶ εἰς τὸν παράδεισον νὰ εὐφραινώμεθα πάντοτε.