Η Διαρκής Ιερά Σύνοδος επικύρωσε τα Πρακτικά της προηγουμένης Συνεδρίας.
Κατά την σημερινή Συνεδρία της, η Διαρκής Ιερά Σύνοδος συνέχισε την συζήτηση επί του θέματος που έχει ανακύψει από την κατάθεση του αντιρατσιστικού νομοσχεδίου στη Βουλή των Ελλήνων και από την προσωρινή αναβολή της συζητήσεώς του προς βελτίωση ωρισμένων διατάξεων.
Η γενική άποψη του Μακαριωτάτου Προέδρου και των Συνοδικών Αρχιερέων και η εκτίμηση αυτών περί των επιδιωκομένων σκοπών του Νομοσχεδίου είναι ότι καταβάλλεται κάθε προσπάθεια για την προστασία της κοινωνικής ειρήνης και όλων ανεξαιρέτως των προσώπων η ομάδων προσώπων, τα οποία προσδιορίζονται με βάση την φυλή, το χρώμα, την θρησκεία, τις γενεαλογικές καταβολές, την εθνική καταγωγή, και ευρίσκονται εντός των ορίων της χώρας μας.
Η Ορθόδοξη Εκκλησία της Ελλάδος έχει δεινοπαθήσει από διωγμούς αλλοθρήσκων, αλλά και από κηρύγματα μίσους προερχόμενα από αντορθόδοξα θρησκευτικα μορφώματα γνωστών αιρετικών προπαγανδών, που προσπαθούν με μύριες παράνομες μεθόδους να αποσπάσουν τους ορθοδόξους Χριστιανούς από την Μητέρα Εκκλησία, η οποία κηρύσσει επί αιώνες, αλλά και τώρα, την αγάπη, την ειρήνη και την συνεργασία μεταξύ των λαών, χωρίς να ενοχλή κανένα.
Η Εκκλησία της Ελλάδος επί χρόνια τώρα βοηθεί και περιθάλπει χιλιάδες νομίμων και παρανόμων μεταναστών, ανεξαρτήτως θρησκευτικής πίστεως και φυλετικής καταγωγής, ακόμη και σήμερα εν μέσω της οικονομικής κρίσεως. Επιπλέον, διδάσκει όχι απλώς την ανοχή απέναντι στον «άλλον», όπως επιδιώκεται με το νομοσχέδιο, αλλά – πολύ περισσότερο – την έμπρακτη αγάπη προς τον πλησίον.
Θα πρέπει επίσης να υπογραμμισθή, προς πάσα κατεύθυνση, ότι η Ιερά Σύνοδος ήδη από τον Μάρτιο του 2011 παρακολουθεί την πορεία διαμορφώσεως του νομοσχεδίου και έχει υποβάλει προς την Πολιτεία αναλυτική επιστολή με προτάσεις βελτιώσεως της αρχικής του μορφής, οι οποίες έχουν συνεκτιμηθή και γίνει δεκτές στο παρόν νομοσχέδιο, προς την κατεύθυνση της εκλογικεύσεώς του, ώστε να μην ποινικοποιηθή η ελευθερία δημόσιας εκφράσεως.
Στο υπό συζήτηση Σχέδιο Νόμου, θεσπίζεται, μεταξύ άλλων (άρθρο 2), ότι όποιος με πρόθεση, δημόσια αποδοκιμάζει, ευτελίζει η κακόβουλα αρνείται την σοβαρότητα εγκλημάτων, γενοκτονιών, εγκλημάτων πολέμου κατά της ανθρωπότητος, του Ολοκαυτώματος και των εγκλημάτων ναζισμού, και η συμπεριφορά αυτή στρέφεται κατά ομάδος ανθρώπων κατά τρόπο που μπορεί να υποκινήσει βία η μίσος η ενέχει απειλή η εξύβριση, υπόκειται σε ποινική δίωξη. Στο σημείο αυτό η Ιερά Σύνοδος εκφράζουσα το κοινόν αίσθημα του Ελληνικού Λαού και την απαίτηση των αρχών του δικαίου και του ίσου σεβασμού της ιστορικής μνήμης των θυμάτων γενοκτονιών, προτείνει όπως μετά την αναφορά του φρικτού Ολοκαυτώματος στο νομοσχέδιο, προστεθούν με σχετική ρητή και ειδική μνεία και οι τελεσθείσες γενοκτονίες σε βάρος των Ελλήνων Ποντίων και των Χριστιανών της Μικράς Ασίας και αναμένει την υλοποίηση της σχετικής πρόσφατης διαβεβαιώσεως του κ. Υπουργού Δικαιοσύνης προς αυτή την κατεύθυνση.
Το κριτήριο της ως άνω προτάσεως, που την καθιστά έγκυρη και δικαία, είναι ότι το Ελληνικό Κοινοβούλιο νομοθετεί στην Ελλάδα και για όλους τους Έλληνες κατά τρόπο δίκαιο και δημοκρατικό χωρίς διακρίσεις. Η Εκκλησία προσφέρει την ειρηνική συμβολή της και εύχεται για την βελτίωση και ευόδωση του νομοθετήματος επ ὠφελείᾳ του κοινωνικού συνόλου.
Η Διαρκής Ιερά Σύνοδος, τέλος, έλαβε αποφάσεις σχετικά με τρέχοντα υπηρεσιακά ζητήματα.