Τετάρτη 19 Μαΐου 2010
Ἁγία Λυδία ἡ Φιλιππησία και Ἅγιος Θαλλέλαιος ὁ ἰατρός καὶ οἱ σὺν αὐτῷ μαρτυρήσαντες Ἀλέξανδρος καί Ἀστέριος (20 Μαΐου)
Ἡ λατρεία τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, τὰ τελούμενα στοὺς ἱεροὺς ναούς, ὅπως τὰ σωζόμενα μνημεῖα τοῦ παρελθόντος καὶ τοῦ παρόντος, ὡς ἀψευδεῖς μάρτυρες τῶν γεγονότων, βοηθοῦν τὸν πιστὸ στὴν ὑπέρβαση τῶν τοπικῶν και χρονικῶν περιορισμῶν καὶ στὴ βίωση τῆς ἐν Χριστῷ ἑνότητος και τῆς θαυμαστῆς παρουσίας μέσα στὸν κόσμο τῆς Ἐκκλησίας.
Ὁ συνοδοιπόρος τοῦ Ἀποστόλου Παύλου καὶ οἰκεῖος τῶν Φιλιππησίων Εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς καταγράφει στὸ βιβλίο τῶν Πράξεων τῶν Ἀποστόλων γιὰ τὴν πρώτη ἐπίσκεψή τους στοὺς Φιλίππους καὶ τὸ βάπτισμα τῆς πορφυροπώλιδος Λυδίας: «Ὅταν εἶδε τὸ ὅραμα, ζητήσαμε ἀμέσως νὰ φέρουμε σὲ αὐτοὺς τὸ χαρμόσυνο ἄγγελμα. Ἀφοῦ λοιπὸν ξεκινήσαμε ἀπὸ τὴν Τρωάδα, πλεύσαμε κατ’ εὐθεῖαν στὴ Σαμοθράκη, τὴν δὲ ἑπομένη στὴ Νεάπολη καὶ ἀπὸ ἐκεῖ στοὺς Φιλίππους, ἡ ὁποία εἶναι ἡ πρώτη πόλη τῆς περιοχῆς ἐκείνης τῆς Μακεδονίας, μία ἀποικία Ρωμαϊκή, καὶ μείναμε στὴν πόλη σὲ μέρος κοντὰ στὸν ποταμό, ὅπου νομίζαμε ὅτι ὑπῆρχε τόπος προσευχῆς καὶ καθίσαμε καὶ μιλούσαμε στὶς γυναῖκες ποὺ εἶχαν συγκεντρωθεῖ ἐκεῖ. Κάποια γυναίκα, ἀπὸ τὴν πόλη τῶν Θυατείρων, ὀνομαζόμενη Λυδία, ἡ ὁποία πωλοῦσε πορφύρα, γυναίκα θεοσεβής, ἄκουγε καὶ ὁ Κύριος τῆς ἄνοιξε τὴν καρδιά, γιὰ νὰ προσέχει σὲ ὅσα ἔλεγε ὁ Παῦλος. Ὅταν βαπτίσθηκε αὐτὴ και οἱ οἰκιακοί της, μᾶς εἶπε, «Ἐάν μὲ κρίνατε ὅτι εἶμαι πιστὴ στον Κύριο, ἐλᾶτε νὰ μείνετε στὴν οἰκία μου, καὶ μᾶς πίεζε…»».
Στὴν πηγαία καὶ ἀνεπιτήδευτη περιγραφὴ τοῦ πρώτου βαπτίσματος στοὺς Φιλίππους ἀπὸ τὸν πρωτοκορυφαῖο Ἀπόστολο Παῦλο εὔκολα διακρίνεται ἡ διαδικασία καὶ ἐπισημαίνονται οἱ βασικὲς προϋποθέσεις γιὰ τὴ συμμετοχὴ τοῦ νέου πιστοῦ στὴ νέα ἐν Χριστῷ ζωὴ καὶ τὴν ἔνταξή του στοὺς κόλπους τῆς Ἐκκλησίας. Οἱ Ἀπόστολοι κήρυσσαν «Χριστόν ἐσταυρωμένον» καὶ ὅσοι ἀπὸ τοὺς ἀκροατὲς ἀποδέχονταν ἀβίαστα τὴν ἀποστολικὴ διδασκαλία, ἀκολουθοῦσαν τὴν πράξη, ποὺ καθορίσθηκε ἤδη τὴν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς. Μετανοοῦσαν καὶ βαπτίζονταν στὸ Ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ ἐξασφαλίζοντας ἔτσι τὴ συγχώρεση τῶν ἀμαρτιῶν τους καὶ τὰ χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τὴ δυνατότητα νὰ γεννηθοῦν στὴ νέα ἐν Χριστῷ ζωή.
Στὴν ὄχθη τοῦ ποταμοῦ Ζυγάκτη, ἔξω ἀπὸ τὰ τείχη τῶν Φιλίππων, ἡ θεοσεβὴς Λυδία, μαζὶ μὲ ἄλλες γυναῖκες, ἄκουσε προσεκτικὰ τὴ χριστοκεντρικὴ διδασκαλία τοῦ Παύλου καὶ μὲ ανοικτὴ τὴ φωτισμένη καρδιά της ἀποδέχθηκε τὴ σωτήρια διδασκαλία. Ἀμέσως κατέβηκε στὰ νερὰ τοῦ νέου Ἰορδάνου καὶ βαπτίσθηκε μαζὶ μὲ ὅλα τὰ μέλη τῆς οἰκογένειάς της. Πανηγυρικὰ καὶ ἔμπρακτα ὁμολογεῖ τὴν πίστη της στὸν Χριστὸ καὶ ἡ ὁμολογία ἐπιβραβεύεται μὲ τὴν ἀποστολικὴ πράξη τῆς βαπτίσεως καί τῆς ἐπιθέσεως τῶν χειρῶν ἐπάνω στοὺς βαπτισθέντες, γιὰ νὰ μεταδοθοῦν οἱ δωρεὲς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ νὰ ξεκινήσει ἡ ἐφαρμογὴ στὸ βίο τους, ὅλων ἐκείνων ποὺ εἶναι ἀληθινά, σεμνά, δίκαια, ἁγνά, ἀγαπητὰ καί ἡ ἐπιδίωξη ὁποιασδήποτε ἀρετῆς καί ὁποιουδήποτε ἐπαίνου.
Ἡ μετάβαση ὅλων στὴν οἰκία τῆς Λυδίας ἐπισφράγισε τὰ πασχάλιο μυστήριο τοῦ Χριστοῦ, τὴν ὁλοκλήρωση τῆς πνευματικῆς εὐωχίας τῆς εὐλογημένης ἐκείνης ἡμέρας, κατὰ τὴν ὁποία στὸ Σῶμα τῆς Ἐκκλησίας ἐντάχθηκε μὲ τὸ βάπτισμα ἡ πρώτη Εὐρωπαία Χριστιανὴ τῶν Φιλίππων.
Ἡ Ἐκκλησία μας τιμᾶ τὴν Ἁγία Λυδία ὡς Ἰσαπόστολο καὶ στὸν ἱερό τόπο τῆς βαπτίσεώς της ὕψωσε ναὸ – βαπτιστήριο, ὅπως καὶ στὴν παρακείμενη ὄχθη τοῦ ποταμοῦ Ζυγάκτη καθιέρωσε ὑπαίθριο βαπτιστήριο, ὅμοιο μὲ ἐκεῖνα ποὺ σώζονται στὶς παλαιοχριστιανικές βασιλικές τῶν Φιλίππων.
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Τὸν Θεὸν σεβόμενη διανοίας εὐθύτητι, τὸ τῆς χάριτος φέγγος διὰ Παύλου εἰσδέδεξαι, καὶ πρώτη ἐν Φιλίπποις τῷ Χριστῷ, ἐπίστευσας θεόφρον πανοικεί· διὰ τοῦτό σε τιμῶμεν ᾀσματικῶς, Λυδία Φιλιππησία. Δόξα τῷ εὐδοκήσαντι ἐν σοί, δόξα τῷ σὲ καταυγάσαντι, δόξα τῷ χορηγοῦντι διὰ σοῦ, ἡμῖν τὰ κρείττονα.
Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Τοῖς τοῦ Παύλου ῥήμασι καταυγασθεῖσα, ἐν Φιλίπποις πέφηνας, εἰκὼν ἁγίας βιοτῆς, καὶ πανοικεὶ δόξης κρείττονος, Φιλιππησία Λυδία ἠξίωσαι.
Μεγαλυνάριον.
Πρώτη ἐν Φιλίπποις πρὸς τὸν Χριστόν, θεόφρον προσῆλθες, διὰ Παύλου τοῦ εὐκλεοῦς, ὦ Φιλιππησία, Λυδία καὶ ἐν ῥείθροις, Ζυγάκτου ἐβαπτίσθης, πανοικεὶ πάνσεμνε.
Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Θαλλέλαιος καταγόταν ἀπὸ τὸν Λίβανο καὶ ἔζησε κατὰ τὴν ἐποχὴ τοῦ αὐτοκράτορος Νουμεριανοῦ (283 – 284 μ.Χ.). Ὁ πατέρας του ὀνομαζόταν Βερεκκόκιος καὶ ἡ μητέρα του Ρομβυλιανή. Εἶχε σπουδάσει τὴν ἰατρική ἐπιστήμη καὶ προσέφερε στοὺς πάντες ἀφιλοκερδῶς καὶ μὲ ἀγάπη τὶς ἰατρικές του ὑπηρεσίες, γι’ αὐτὸ καὶ ἐντάσσεται στὴν κατηγορία τῶν γνωστῶν Ἀναργύρων.
Γιὰ τὴν πίστη του στὸν Χριστὸ τὸν συνέλαβαν οἱ εἰδωλολάτρες στὴν Ἀνάζαρβο, πρωτεύουσα τῆς δεύτερης ἐπαρχίας τῆς Κιλικίας, κρυμμένο μέσα στὸ δάσος καὶ τὸν ὁδήγησαν στὸν ἄρχοντα Τιβεριανό. Ἐκεῖνος, ἐπειδὴ ὁ Ἅγιος δὲν πειθόταν νὰ θυσιάσει στὰ εἴδωλα, πρόσταξε νὰ τοῦ τρυπήσουν τοὺς ἀστραγάλους καὶ νὰ τὸν κρεμάσουν μὲ τὸ κεφάλι πρὸς τὰ κάτω. Τόση δὲ ἦταν ἡ ὑπομονὴ τοῦ Ἁγίου, τὴν ὁποία ἐπέδειξε κατὰ τὸ φρικτὸ αὐτὸ μαρτύριο, ὥστε δύο ἀπὸ τοὺς βασανιστές του στρατιῶτες, ὀνόματι Ἀλέξανδρος και Ἀστέριος, πίστεψαν καὶ ἀφοῦ ὁμολόγησαν τὴν πίστη τους στὸν Χριστό, ἀποκεφαλίσθηκαν. Κατόπιν ὁ Τιβεριανὸς πρόσταξε καὶ ἔριξαν τὸν Ἅγιο στὴ θάλασσα νά πνιγεῖ. Ἐκεῖνος ὅμως, δὲν ἔπαθε τίποτε καὶ βγῆκε ἀπὸ τὴν θάλασσα φορώντας ὁλόλευκη ἐσθῆτα. Μετά ἀπὸ τὴν θαυματουργικὴ αὐτὴ διάσωσή του τὸν ἔριξαν στὸ στάδιο νὰ τὸν κατασπαράξουν πεινασμένα σαρκοβόρα θηρία. Ὅμως τὰ θηρία δὲν τὸν πλησίασαν καὶ ἔμεινε καὶ πάλι ἀβλαβής.
Ἔτσι ὁ Μάρτυς Θαλλέλαιος ἀποκεφαλίσθηκε διὰ ξίφους στὴν Ἔδεσσα τῶν Αἰγαίων, κατὰ τὸ φθινόπωρο τοῦ 284 μ.Χ. καὶ ἔλαβε τὸν ἀμάραντο στέφανο τοῦ μαρτυρίου.
Ἡ Σύναξή του ἐτελεῖτο στὸ μαρτύριό του, τὸ ὁποῖο βρισκόταν ἐντὸς τοῦ Ναοῦ τοῦ Ἁγίου Ἀγαθονίκου. Πλὴν τοῦ ναΐσκου αὐτοῦ γνωρίζουμε καὶ τὸ ναὸ κοντὰ στὸ ὄρος τοῦ Αὐξεντίου. Ἐπ’ ὀνόματι τοῦ Ἁγίου ὑπῆρχε καὶ μονὴ στὴν Παλαιστίνη, τὴν ὁποία, κατὰ τὴ μαρτυρία τοῦ Προκοπίου, «ἀνανεώσατο» ὁ αὐτοκράτορας Ἰουστινιανός (527 – 565 μ.Χ.). Φαίνεται δὲ ὅτι ὁρισμένες μονὲς ἑόρταζαν τὴ μνήμη τοῦ Ἁγίου Θαλλελαίου στὶς 3 Σεπτεμβρίου, ἐνῷ ἄλλοι καὶ στὶς 23 Αὐγούστου, ἡμέρα κατὰ τὴν ὁποία ὁ Μάρτυς προσήχθη σὲ ανάκριση.
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Μαρτυρίου ἀνύσας τὸν ἀγῶνα Θαλλέλαιε, ᾔσχυνας εἰδώλων τὴν πλάνην, τῇ γενναίᾳ ἀθλήσει σου· καὶ ὤφθης ἰαμάτων θησαυρός, παρέχων τὰς ἰάσεις δωρεάν, τοῖς προστρέχουσιν ἐν πίστει τῷ σῷ ναῷ καὶ πόθῳ ἀνακράζουσι· δόξα τῷ δεδωκότι σοι ἰσχύν, δόξα τῷ σὲ θαυμαστώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διὰ σοῦ, πᾶσιν ἰάματα.
Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον
Τῶν Μαρτύρων σύναθλος, ἀναδειχθεὶς καὶ ὁπλίτης, στρατιώτης ἄριστος τοῦ Βασιλέως τῆς δόξης, γέγονας, διὰ βασάνων καὶ τιμωρίας, ἔπαρσιν εἰδωλολατρῶν καταπατήσας· διὰ τοῦτο τὴν σεπτήν σου, ὑμνοῦμεν μνήμην, σοφὲ Θαλλέλαιε.
Μεγαλυνάριον.
Ἔλαιον βλυστάνων διηνεκῶς, θείων ἰαμάτων, ὡς τῆς χάριτος ἰατρός, ψυχῶν καὶ σωμάτων, τὰ πάθη θεραπεύεις, Θαλλέλαιε θεόφρον, τῶν προσιόντων σοι.