Τόν θεῖον λόγον ἐκήρυξε ὁ Σεβασμιώτατος Χίου, ὁ ὁποῖος προέβη εἰς ἀναφοράν περί του Μυστηρίου τῆς Θείας Εὐχαριστίας.
Εἰς τό πέρας τῆς Θείας Λειτουργίας ἐτελέσθη Κτιτορικόν Μνημόσυνον καί ὁ Σεβασμιώτατος Χίου ἐδώρισεν εἰς τον Ἱ. Ναόν ἕν ἐγκόλπιον εἰκονίζον τόν Εὐαγγελιστήν Μᾶρκον, τό ὁποῖον τοῦ ἐδώρισεν ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης κ. Βαρθολομαῖος.
Οὔτε ἡ γραπτή, οὔτε ἡ προφορική παράδοσις πληροφοροῦν πότε ἐτοποθετήθη ὁ θεμέλιος λίθος τοῦ Ἱ. Ν. Ἁγ. Μάρκου Βροντάδου. Γνωρίζομεν, ὅμως, ὅτι κατά τήν περίοδον τῆς γενουατοκρατίας ὑπῆρχεν εἰς τήν περιοχήν γενουατική ἔπαυλις μέ ναΐσκον τοῦ Ἁγ. Μάρκου. Ὁ Ζολώτας τόν θεωρεῖ ὡς τόν παλαιότερον τοῦ Βροντάδου μαζί μέ ἐκεῖνον τοῦ Ἁγ. Γεωργίου (Πηγάδα). Κατά τήν περίοδον τῆς ἐν Χίῳ ἀρχιερατείας τοῦ Σωφρονίου ὑπῆρχεν εἰς τήν Ἱεράν Μητρόπολιν χειρόγραφον τοῦ 16ου αἰῶνος μαρτυροῦν τήν ὕπαρξιν τοῦ Ἱ. Ν. Ἁγ. Μάρκου μονοκλίτου, ἀναλόγου τοῦ ἐκκλησιάσματος. Μετά τά Ὀρλωφικά, ὅταν μεγάλος ἀριθμός ἐπαναστατῶν ἐδιώχθησαν ἀπό τήν Πελοπόννησον καί ἐγκατεστάθησαν εἰς τήν περιοχήν, διευρύνθη ὁ Ναός ὥστε τήν 1ην Μαΐου 1783 νά ἀνοικοδομηθῆ δίκλιτος μέ τό βόρειον κλῖτος ἀφιερωμένον εἰς τόν Ἅγ. Κωνσταντῖνον. Κατά τήν Σφαγήν τοῦ 1822 ὁ Ναός ἐπυρπολήθη ἀπό τόν Κιουτσούκ Ἀχμέτ Μπέη καί μεταβλήθη εἰς σταῦλον, οἱ δέ Τοῦρκοι ἐμίαναν ἀκόμη καί τό σημεῖον τῆς Ἁγ. Τραπέζης. Τό 1830, μέ τήν ἐπάνοδον τῶν ἐκπατρισθέντων Ἐνοριτῶν ἀπεφασίσθη ἡ ἀνακαίνισις τοῦ Ναοῦ ὡς τρικλίτου μέ τό νότιον κλῖτος ἀφιερωμένον εἰς τόν Ἅγ. Νικόλαον. Αἱ ἐργασίαι ἤρχισαν τήν 12ην Μαρτίου 1845 καί τά ἐγκαίνια ἐτελέσθησαν τήν 30ήν Σεπτεμβρίου 1845 ἀπό τόν Χίου Σωφρόνιον, ἀργότερον Πατριάρχην Ἀλεξανδρείας, δηλονότι διάδοχον τοῦ Ἁγ. Μάρκου. Κατά τόν «χαλασμόν τῆς Χίου», τόν σεισμόν τοῦ 1881, ὁ Ναός κατεστράφη. Ἡ ἀνακαίνισις ἤρχισεν τό 1885 καί τά ἐγκαίνια ἐτελέσθησαν τήν 25ην Ἀπριλίου 1889. Συγχρόνως ἀνηγέρθη κελίον, τοῦ ὁποίου τό ἰσόγειον ἐχρησιμοποιήθη ὡς Παρθεναγωγεῖον, ἐνῶ τό 1890 ἐλειτούργησεν εἰς τόν χῶρον καί ἡ Σχολή τοῦ Ἁγ. Μάρκου.
Τό 1958 ἀνηγέρθη τό κωδωνοστάσιον τοῦ Ναοῦ καί τό 1970 ἡ νέα ἐνοριακή αἴθουσα. Ὁ Ἱ. Ναός ἔχει τέμπλον μαρμάρινον μέ ἁγιογραφίαν Γ. Παναγιωτάκη, φυλάσσει τίμια λείψανα τῶν Ἁγ. Ἀναργύρων καί ὕφασμα μέ τό αἷμα τοῦ Ἁγ. Ἀγγελῆ τοῦ Ἀργείου. Τό 2013 ἐδέχθη τήν προσκυνηματικήν ἐπίσκεψιν τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν καί Πάσης Ἑλλάδος κ. Ἱερωνύμου (10 Νοεμβρίου) καί τό 2015 τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου (13 Σεπτεμβρίου). Εἰς τόν Ἱερόν Ναόν τελεῖται ὁ πανηγυρικός ἑορτασμός τοῦ διά τῆς Ἐνορίας διελθόντος Ἁγ. Ἀγγελῆ (3 Δεκεμβρίου) καί ἡ ἀρχαία Θεία Λειτουργία τοῦ Εὐαγγελιστοῦ Μάρκου (30 Σεπτεμβρίου). Ἐπίσης, εἰς τόν Ἱερόν Ναόν ἔχει δωρηθῆ καί φυλάσσεται ὅλον τό ἀρχιερατικόν κειμηλιαρχεῖον τοῦ νῦν Μητροπολίτου.
Τό 2015 συνεστήθη καί λειτουργεῖ τό Ἵδρυμα «Πνευματικόν καί Πολιτιστικόν Κέντρον Ἱεροῦ Ναοῦ Ἁγ. Μάρκου Βροντάδου “Ο ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΜΑΡΚΟΣ”» (ΦΕΚ 6758/21-4-2015) μέ χορωδίαν κυριῶν, διδασκαλίαν μαθημάτων παραδοσιακῆς πηλοποιΐας, κ.ἄ.
Σημαντική τυγχάνει ἡ πνευματική διακονία μέ λειτουργίαν πολυαρίθμου Κατηχητικοῦ Σχολείου.