Η αγάπη του Θεού είναι σταυρωμένη αγάπη. Γι’ αυτό χωρίς σταύρωση δεν μπορούμε να αποκτήσουμε τη θεία αγάπη που έχει τέτοια φύση. Όταν παραδιδόμαστε στην προσευχή της μετάνοιας, μας δίνεται ενίοτε να βιώσουμε τη θεία αυτή αγάπη σε κάποιο βαθμό, αλλά για να τη φυλάξουμε μέσα μας, πρέπει πάλι να σταυρωθούμε.
Όσο μεγαλύτερη είναι η αγάπη τόσο μεγαλύτερη είναι και η σταύρωση που απαιτείται για τη διατήρησή της. Στη ζωή των μοναχών ο Σταυρός είναι η αγάπη για τον αδελφό· η ζωή μας είναι το να αγαπούμε τον αδελφό μας, να τον προστατεύουμε, να τον υπερασπιζόμαστε, να τον βοηθούμε και να προσευχόμαστε γι’ αυτόν όπως για τον εαυτό μας. Η φιλαδελφία είναι η αγάπη του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος εφαρμοσμένη στη ζωή των μοναχών. Αν ζήσαμε πολλά χρόνια στο μοναστήρι και δεν φθάσαμε να αγαπήσουμε τον αδελφό μας όπως τη ζωή μας, μάταια κοπιάσαμε.Οι μοναχοί είναι άνθρωποι ευχαριστίας. Ο μοναχός δεν θα λησμονήσει ποτέ ούτε την παραμικρή χάρη που θα του κάνουν οι άλλοι. Η ευγνωμοσύνη είναι η υπόσταση του μοναχού∙ είναι η υγεία της ψυχής και γι’αυτό είναι τόσο βαριά·από τους δέκα λεπρούς, μόνο ο ένας επέστρεψε για να ευχαριστήσει. Μόνο ο ένας ήταν πραγματικά υγιής (βλ. Λουκ. 17,12-17). Η ευχαριστία μας δίνει πόθο για τον Θεό. Ο πόθος του να δει τον Θεό διατήρησε τον άγιο Συμεών ζωντανό. Και αυτός και η Προφήτιδα Άννα «ανθομολογούντο» στον ναό. Η λέξη «ανθωμολογείτο» (Λουκ. 2,38) σημαίνει να στέκεσαι ομολογώντας απέναντι, «αντί». Ορθώς μεταφράζεται στα αγγλικά ως ευχαριστία, αλλά σημαίνει και στάση πρόσωπο προς πρόσωπο. Η Προφήτιδα Άννα είναι «κατεντεύκτρια», όπως ο Ιώβ (Ιώβ 9,17). «Κατεντευκτής Θεού» είναι κάποιος που στέκεται απέναντι στον Θεό, παλεύοντας με Αυτόν όχι από εγωισμό, όχι για τα δικά του πάθη, αλλά για θέματα που αφορούν τα πεπρωμένα όλου του κόσμου. Όπως υπάρχει προσευχή υπέρ όλου του κόσμου, υπάρχει και ευχαριστία για τις ευεργεσίες με τις οποίες μας σκέπασε άφθονα ο Θεός εμάς προσωπικά και όλο τον κόσμο. Με άλλα λόγια, υπάρχει προσωπική και παγκόσμια μετάνοια και προσωπική και παγκόσμια ευχαριστία. Ο Ιώβ διαλεγόταν πρόσωπο με Πρόσωπο με τον Θεό και δεν θα αποδεχόταν μια ηθικολογική λύση στη δοκιμασία του από τους θεολόγους φίλους του που είχαν έρθει να συζητήσουν τον πόνο του. Γνώριζε ότι δεν είχε αμαρτήσει εναντίον του Θεού, ότι υπήρχε κάποιο βαθύτερο νόημα στις δοκιμασίες του. Αγωνιζόταν να αντιληφθεί το βάθος της αιτίας τους και στο τέλος του έγινε φανερό: ήταν η προεικόνιση του Πάθους και της δικαιώσεως του Χριστού. Όταν δικαιώθηκε, ο Ιώβ είπε, «Ακοήν μεν ωτός ήκουόν σου το πρότερον, νυνί δε ο οφθαλμός μου εώρακέ σε. Διο εφαύλισα εμαυτόν, και ετάκην∙ ήγημαι δε εμαυτόν γην και σπόδον» (Ιώβ 42,5-6). Το οποίο σημαίνει ότι λυπόταν που δεν υπέφερε περισσότερο αφού κατάλαβε ότι τότε η δόξα του θα ήταν ακόμη μεγαλύτερη. Κατάλαβε ότι η τιμή αυτή ήταν ανάλογη με το πάθος που προηγήθηκε. Ο Γέροντας Σωφρόνιος διατύπωσε τον πνευματικό νόμο, ο οποίος λέει ότι «το πλήρωμα της κενώσεως προηγείται του πληρώματος της τελειότητος».
Ερώτηση: Γιατί ο άγιος Σωφρόνιος έπρεπε να ζήσει για τόσα χρόνια χωρίς οδηγό μολονότι είχε λάβει τη χάρη των τελείων;
Αρχιμ. Ζαχαρίας: Οι άνθρωποι του Θεού θα υποστούν κάθε δοκιμασία του κόσμου τούτου. Και όσο πιο σφοδρή είναι η δίψα τους για τον Θεό, τόσο πιο δυνατές θα είναι και οι δοκιμασίες τους. «Δυνατοί δυνατώς ετασθήσονται», λέει η Παλαιά Διαθήκη (Σοφ. Σολ. 6,6). Ο Γέροντας Σωφρόνιος μου είπε κάποτε ότι καθετί πονηρό θα περάσει από τον νου μας, ώστε να πούμε όχι σε όλα, και στο τέλος ο Κύριος να παραμείνει μαζί μας για πάντα, οριστικά, στο διηνεκές. Αν ο Θεός δει ότι ο άνθρωπος έχει ζήλο να αγωνισθεί μέχρι τέλους, θα τον παιδεύσει και Εκείνος μέχρι τέλους, παραχωρώντας να περάσει μέσα από κάθε πειρασμό και κάθε δοκιμασία, για να μην του μείνει άγνωστη καμιά παγίδα του πονηρού. Οι άνθρωποι του Θεού «ουκ αγνοούσι τα νοήματα του σατανά» (Β’ Κορ. 2,11), και αποκτούν τη γνώση αυτή μέσα από την πείρα, παρότι μπορεί να δοθεί και χαρισματικά, από τη χάρη του Θεού. Στην πραγματικότητα, νομίζω ότι η πείρα και η χάρη ενεργούν μαζί. Δεν μπορούμε να αποκτήσουμε τη βασιλική ιερωσύνη μόνο με τη χάρη του Θεού∙ χρειάζεται να δοκιμασθούμε επίσης.
Ερώτηση: Μιλώντας για τη Γέννηση του Χριστού, λέτε ότι η ανθρώπινη φύση «χρίζεται» από τη Θεία φύση.
Αρχιμ. Ζαχαρίας: Με την έννοια ότι ενώνονται. Η Θεία φύση ενώνεται με την ανθρώπινη φύση, και αφού επιτύχουν αυτή την ένωση, όλες οι ιδιότητες της Θείας φύσεως μεταδίδονται στην ανθρώπινη, λέει ο απ. Πέτρος (Β’ Πέτρ. 1,4). Ο Λόγος ενσαρκώνεται, «παχύνεται» με την ανθρώπινη φύση, και η ανθρώπινη φύση «παχύνεται» με τη Θεία φύση. Η πάχυνση της Θείας φύσεως είναι υλική∙ η πάχυνση της ανθρώπινης φύσεως είναι πνευματική. Όταν βιώνουμε τον Θεό, θα μπορούσαμε να πούμε ότι «ενσαρκωνόμαστε» πνευματικώς. Ενδυόμαστε με Θεότητα, ενδυόμαστε τον Χριστό, τυλιγόμαστε με αθανασία. Μετά την Πτώση στον Παράδεισο, ο Αδάμ είδε ότι ήταν γυμνός και αισχύνθη. Τώρα οι δούλοι του Θεού λαμβάνουν καινό ιμάτιο: όποιος πιστεύει στο όνομά Του και βαπτίζεται στο όνομα της Αγίας Τριάδος ενδύεται με τη Θεία φύση του Χριστού που μεταδίδεται σε όλους. Για όσους καθαγιάζονται, ο δερμάτινος χιτώνας καταργείται. Ωστόσο, ο απόλυτος αυτός αγιασμός είναι σπάνιος. Κάποιες φορές μπορούσαμε να τον δούμε στον Γ. Σωφρόνιο: ήταν απίστευτος, διάφανος, ακόμη και όταν ήταν ασθενής. Τον έβλεπα καλυμμένο με το ιμάτιο αυτό της αφθαρσίας. Και το δέρμα του ακόμη είχε ένα χρώμα και χαρακτήρα διαφορετικό. Μου έκανε εντύπωση μια φορά όταν, ενώ ήταν τόσο άρρωστος που έφτυνε αίμα, για τρεις μέρες δεν ξάπλωσε στο κρεβάτι του αλλά στεκόταν ακουμπώντας στο παράθυρο. Που έβρισκε τέτοια δύναμη; Πάντα είχε πολύ αδύναμη και φιλάσθενη φύση, και όμως είχε τέτοια υπερφυσική αντοχή. Αυτό γινόταν γιατί ήταν πάντοτε ανήλεος με τον εαυτό του και από νεαρή ηλικία. Παραδιδόταν σε ακόμη μεγαλύτερο πόνο από τον πόνο του γήρατος. Επομένως, ήταν προετοιμασμένος.
Ερώτηση: Οι λογισμοί, είτε καλοί η κακοί, μας έρχονται από τον νου, την ψυχή η το πνεύμα;
Αρχιμ. Ζαχαρίας: Δύσκολη ερώτηση. Νομίζω ότι μπορούν να προέλθουν από τον νου ακόμη και από την καρδιά. Αν η καρδιά δεν είναι φωτισμένη η αγιασμένη, πολλές από αυτές τις επιθυμίες που είναι «ντυμένες» με κακούς λογισμούς προέρχονται από την καρδιά, όπως λέει ο Κύριος στο Ευαγγέλιο: «Ο πονηρός άνθρωπος εκ του πονηρού θησαυρού εκβάλλει πονηρά» (βλ. Ματθ. 12,35). Μπορούν επίσης να έρθουν από τις αισθήσεις.
Ερώτηση: Στην αρχή, κατά την πρώτη χάρη, πιστεύουμε ότι όντως μπορούμε να αλλάξουμε, αλλά κάπου στη μέση βλέπουμε ότι δεν έχουμε αλλάξει και νομίζουμε ότι δεν μπορούμε να απαλλαγούμε από τον παλαιό άνθρωπο. Τι κάνουμε τότε;
Αρχιμ. Ζαχαρίας: Το είχα σκεφθεί και εγώ αυτό μια φορά και είπα στον άγιο Σωφρόνιο, «Νομίζω ότι δεν θα αλλάξω ποτέ». «Εντάξει», είπε ο Γέροντας, «τότε ας πετάξουμε το Ευαγγέλιο». Θυμάμαι τον λόγο του πολύ έντονα. Ήμουν γεμάτος με αυτολύπη και ο Γέροντας Σωφρόνιος με θεράπευσε με τον λόγο αυτό.
από: Εδώ