Εντυπωσιάζει το ερώτημα που διατυπώνεται προς τον Χριστό, ‘‘τι να κάνω για να κληρονομήσω την αιώνια ζωή’’. Πόσους από εμάς απασχολεί αυτό το ερώτημα; Είναι στόχος μας η αιώνια ζωή ή μεριμνάμε και τυρβάζουμε περί πολλά και αφήνουμε το ένα και μοναδικό που έχουμε χρεία; Συνειδητοποιούμε ότι αυτή η ζωή –εύκολη ή δύσκολη δεν έχει σημασία– είναι προσωρινή και θα τελειώσει; Μας ενδιαφέρει τι γίνεται μετά;
Στο σημερνό Ευαγγελικό ανάγνωσμα ο Κύριος λέει στον άνθρωπο που του έκανε αυτή την ερώτηση, ότι χρειάζεται να τηρεί τις εντολές του Δεκάλογου και μάλιστα του απαριθμεί και κάποιες από αυτές. Εκείνος απαντάει πως όλα αυτά τα τηρεί από την παιδική του ηλικία. Δύσκολα θα μπορούσαμε εμείς να δώσουμε την ίδια απάντηση. Είναι αλήθεια αξιοθαύμαστη η ζωή αυτού του ανθρώπου, αφού από μικρός γνωρίζει και αγαπάει τον Θεό και τηρεί τις εντολές Του.
Βλέπει όμως, ότι κάτι του λείπει. Δεν είναι αναπαυμένος όπως ήταν οι Γραμματείς και οι Φαρισαίοι της εποχής του, που επειδή τηρούσαν τον Νόμο του Θεού νόμιζαν ότι ήταν άγιοι. Η αγιότητα πράγματι, είναι κάτι άλλο. Είναι το ολοκληρωτικό δόσιμο στο Θεό. Είναι αυτό που λέει η ομολογία του αποστόλου Παύλου ότι «ζῶ δὲ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ δὲ ἐν ἐμοὶ Χριστός» (Γαλ. 2,19). Βλέπουμε και στην σημερινή Ευαγγελική περικοπή λοιπόν, ότι η πνευματική ζωή έχει πολλά σκαλοπάτια. Δεν είναι μία στατική κατάσταση αλλά δυναμική, εξελίξιμη και δυστυχώς, πολλές φορές οπισθοχωρούσα. Απαιτείται αγώνας για να προκόβει ο άνθρωπος σταθερά, γιατί η πνευματική ζωή είναι μία συνεχής πορεία που πηγαίνει μπροστά, ενδέχεται όμως να γυρνά και πίσω.
Ο άνθρωπος του Ευαγγελίου φαίνεται πως το διαισθάνεται αυτό, και γι’ αυτό ζητάει να μάθει, τι άλλο να κάνει για να είναι τέλειος. Τότε, του είπε ο Ιησούς: «ένα πράγμα σου λείπει ακόμη· όλα όσα έχεις πούλησέ τα και τα χρήματα που θα βγάλεις μοίρασέ τα στους
φτωχούς και θα έχεις θησαυρό στον ουρανό· και έλα να με ακολουθήσεις». Ο Κύριος του ζητάει να του δοθεί ολοκληρωτικά, να του έχει απόλυτη εμπιστοσύνη και να μην στηρίζεται σε άλλες ασφάλειες αυτού του κόσμου. Να αποκοπεί εντελώς από ό, τι του δίνει σιγουριά και αυτό πρωτίστως είναι τα χρήματα. Έτσι δοκιμάζεται η τέλεια αγάπη προς το Θεό. Χρειάζεται πραγματικά πολλή δύναμη για να μην εγκλωβιστεί κάποιος στην αίσθηση ασφάλειας που του παρέχουν τα χρήματα, και γι’ αυτό ο Χριστός λέει πως δύσκολα οι πλούσιοι θα μπουν στη βασιλεία του. Ο άνθρωπος που έκανε αυτή την τόσο σημαντική ερώτηση δεν μπόρεσε τελικά να αρνηθεί την περιουσία του: «ὁ δὲ ἀκούσας ταῦτα περίλυπος ἐγένετο· ἦν γὰρ πλούσιος σφόδρα».
Ο Θεός είναι ο Δημιουργός μας και θέλει να του έχουμε απόλυτη εμπιστοσύνη, να νοιώθουμε ασφαλείς μόνο όταν στηριζόμαστε στη δική του δύναμη. Έτσι εξηγείται ο λόγος «εάν κανείς έρχεται προς εμένα, και δεν απαρνείται τον πατέρα του και την μητέρα και την γυναίκα και τα τέκνα και τους αδελφούς και τις αδελφές του, ακόμη δε και την ζωή του, αυτός δεν μπορεί να είναι μαθητής μου» (Λκ. 14,26).
Οπωσδήποτε, αυτές είναι πολύ δύσκολες επιλογές και πολύ δικαιολογημένα όσοι παρακολούθησαν την συζήτηση αυτή του Χριστού, αναρωτήθηκαν στη συνέχεια του περιστατικού, «καὶ τίς δύναται σωθῆναι;». Ποιος μπορεί μόνος του, έστω και τηρώντας τα τυπικά θρησκευτικά καθήκοντα, να πλησιάσει το Θεό; Ποιος άνθρωπος τολμάει να ισχυριστεί ότι είναι άξιος να πλησιάσει τον Θεό, όταν η θέα του είναι φοβερή και γι’ αυτές τις ουράνιες Ασώματες Δυνάμεις, οι οποίες κρύβουν τα πρόσωπά τους μπροστά του, σύμφωνα με τις βιβλικές διηγήσεις; Όμως, ο Κύριος απαντώντας στον προβληματισμό των μαθητών του, τους θυμίζει πως, «τὰ ἀδύνατα παρὰ ἀνθρώποις δυνατὰ παρὰ τῷ Θεῷ ἐστίν».
Ο Θεός μπορεί να μας αγιάσει, έστω και αν αυτό φαίνεται αδύνατο με τις δικές μας δυνάμεις. Μπορεί να μας βοηθήσει να του έχουμε απόλυτη εμπιστοσύνη και να στηριζόμαστε μόνο σε Αυτόν. Ας γνωρίζουμε τότε πως αυτό δεν θα είναι δικό μας κατόρθωμα, αλλά θα οφείλεται στην αγάπη του Θεού που μας περιβάλλει και θα είναι δώρο που Εκείνος μας χαρίζει. Εμείς συνέχεια ας τον παρακαλούμε να μας δυναμώνει την πίστη και την αγάπη μας προς Αυτόν. Αμήν.