Κυριακή 13 Δεκεμβρίου 2009
«Οι παλαιοχριστιανικοί ναοί»
Από το τέλος του Β΄ αιώνα άρχισαν σε ορισμένα μέρη να ανεγείρονται ιδιόκτητοι χριστιανικοί ναοί. Στο γεγονός αυτό συνέτεινε κυρίως η ένταξη των χριστιανικών κοινοτήτων στις λεγόμενες �Ταφικές Εταιρείες�, οι οποίες είχαν το δικαίωμα, σύμφωνα με τη ρωμαϊκή νομοθεσία, να έχουν ιδιόκτητο χώρο συνάθροισης των μελών τους και κοιμητήριο. Βρέθηκε δηλαδή μια ευκαιρία για νόμιμη συγκέντρωση των χριστιανών. Μαρτυρίες εκκλησιαστικών συγγραφέων της περιόδου αυτής όπως του Τερτυλλιανού (Adv. Valent.,31, De pudicitia, 4. De Idololotria,7), του Μινούκιου Φήλικα (Octav.,9), ôïõ Αιλίου Λαμπριδίου (Vita Alejandri 49,6, ναός εν Ρώμη), του Ευσεβίου Καισαρείας (Εκκλ. Ιστορία VII,30) κ.α. μας δίνουν πολύτιμες πληροφορίες για την πρώιμη ναοδομία της αρχαίας εκκλησίας.
Σύμφωνα με αυτές τις πληροφορίες, το σχήμα τους ήταν απλό και έμοιαζε με τις κατοπινές χριστιανικές βασιλικές, ή ήταν κυκλοτερά περίκεντρα και οκταγωνικά κτίρια. Ήταν δε κατά κανόνα στραμμένοι προς ανατολάς. Στις Αποστολικές Διαταγές (κείμενο του 4ου αιώνα), διαβάζουμε: �ο οίκος έστω επιμήκης και κατά ανατολάς τετραμμένος� (Βιβλ.Β΄57,3). Ονομάζονταν Ευκτήρια, (Oratoria), Κυριακά (Dominicia), Βασιλικές (Basilica) και Μαρτύρια, διότι οι ναϊσκοι αυτοί ήταν κτισμένοι πάνω στους τάφους των μαρτύρων. Εκεί συγκεντρώνονταν οι πιστοί κατά την επέτειο του θανάτου του μάρτυρα, η οποία ονομάζονταν �γενέθλειος ημέρα του μάρτυρα� και τελούσαν τη Θεία Ευχαριστία, αλλά και εκτάκτως άλλες φορές.
Η αρχαιότερη λεπτομερής περιγραφή χριστιανικού ναού, η οποία έφτασε ως σήμερα, είναι του εκκλησιαστικού ιστορικού Ευσεβίου (Εκκλ. Ιστ.Χ 4,37). Πρόκειται για το ναό του Παυλίνου στην Τύρο, ο οποίος ανεγέρθηκε μεταξύ των ετών 313 και 322. Ήταν ένα περίστηλο τετράγωνο κτίριο το οποίο έμοιαζε με τις κατοπινές βασιλικές. Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι σε αυτό αναφέρονται τα μέρη του χριστιανικού ναού, όπως παγιώθηκαν στην κατοπινή ναοδομία, δηλαδή ο νάρθηκας, ο κυρίως ναός και το ιερό Βήμα. Στην ανατολική κόγχη του ναϊσκου βρίσκονταν η αγία Τράπεζα, η οποία ήταν σκεπασμένη με απλό λινό ύφασμα και εκεί τοποθετούνταν τα Τίμια Δώρα. Η αγία τράπεζα σε πολλές περιπτώσεις ήταν ο ίδιος ο τάφος του μάρτυρα.
Ο διάκοσμος αυτών των πρώιμων χριστιανικών ναών, όπως και των κατακομβών, ήταν απλός και περιορίζονταν αφ� ενός μεν σε συμβολικές παραστάσεις, (Σταυρός, ισχθύς, μονόγραμμα του Χριστού, περιστερά, φοίνιξ, καλός ποιμήν, Ορφεύς, ναυς, λύρα, άγκυρα, σκηνές από την Παλαιά Διαθήκη) και αφ� ετέρου σε διακοσμητικές παραστάσεις, ( άμπελος, παραδείσια πτηνά, άνθη, καρποί, κλπ.)
Από το τέλους του 3ου αιώνα, ίσως και ενωρίτερα, φαίνεται ότι είχε καθιερωθεί και ο εγκαινιασμός των ναών δια ειδικής ακολουθίας από τον επίσκοπο (Ευσ. Εκκλ. Ιστ. X,3).
Αναφέρεται ότι ο Δέκιος (249-251), επί του οποίου έγιναν οι σκληρότεροι διωγμοί, δήμευσε όλους αυτούς τους ναούς, καθώς και ο Βαλεριανός (253-260) τους οποίους απέδωσε αργότερα στους χριστιανούς ο διαλλακτικός Γαλλιηνός (260-268), (Ευσ. Εκκλ. Ιστ.VII,13).
Πηγή : Αποστολική Διακονιά της Εκκλησίας της Ελλάδος