Παρασκευή 8 Μαΐου 2009
Άγιος Απόστολος και Ευαγγελιστής Ιωάννης, ο Θεολόγος
Ο Άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος και Ευαγγελιστής, ο αγαπημένος μαθητής του Ιησού Χριστού, ήταν γιος του Ζεβεδαίου και της Σαλώμης (η οποία ήταν συγγενής της Παναγίας) και νεότερος αδελφός του Αποστόλου Ιακώβου. Γεννήθηκε σε ένα φτωχό χωριό της Γαλιλαίας που ονομαζόταν Βηθσαϊδά το 7 μ.Χ. (περίπου) και δεν μορφώθηκε, καθώς από μικρός βοηθούσε τον πατέρα του που ήταν ψαράς, ενώ παράλληλα από πολύ νωρίς έγινε μαθητής του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου.
Η Κλήση από τον Κύριο Ιησού, ήρθε κάποια μέρα που ο Ιωάννης με τον πατέρα του και τον αδελφό του Ιάκωβο τακτοποιούσαν και ετοίμαζαν τα δίχτυα. Με τον λόγο Του καλεί τους δύο αδελφούς να τον ακολουθήσουν στο Ύψιστο Έργο Του και εκείνοι χωρίς να υπολογίσουν τίποτα, εγκαταλείπουν τα πάντα και Τον ακολουθούν.
Από τότε ο σύνδεσμος του Ιωάννη με τον Ιησού γίνεται βαθύς και αιώνιος. Ο Ιωάννης Τον ακολουθεί καθ’όλη τη διάρκεια της δημόσιας Δράσης Του επί τρία χρόνια. Βρίσκεται δίπλα Του στο όρος Θαβώρ (μαζί με τον Πέτρο και τον Ιάκωβο) και βλέπει τη Θεία Μεταμόρφωσή Του. Κατά το Μυστικό Δείπνο κάθεται δίπλα Του και μόλις Εκείνος πληροφορεί τους μαθητές πως κάποιος από αυτούς θα Τον προδώσει, πέφτει στο στήθος Του και Τον ρωτάει: «Κύριε, ποιος είναι αυτός που θα σε προδώσει;».
Επίσης, όταν συνέλαβαν τον Κύριο οι Ιουδαίοι ο Ιωάννης Τον ακολούθησε, μπήκε στην αυλή του Αρχιερέως ως γνωστός του και κοντά σ’αυτόν μπήκε και ο Πέτρος.
Τέλος, όταν Σταυρώθηκε ο Ιησούς ήταν παρών κοντά στον Σταυρό τις στιγμές εκείνες, ενώ όλοι οι υπόλοιποι μαθητές Τον είχαν εγκαταλείψει. Και τότε ο Διδάσκαλος αναθέτει στον αγαπημένο Του μαθητή τη Μητέρα Του, «Παρθένο Μητέρα σε παρθένο μαθητή ανέθεσε», λέγοντας σε Εκείνη: «Γυναίκα, ιδού ο υιός σου», και κατόπιν στον Ιωάννη: «Ιδού η μήτηρ σου».
Από την ώρα εκείνη, ο Ιωάννης παρέλαβε στο σπίτι του την Παρθένο Μαρία και μέχρι την Κοίμησή Της, παρέμεινε στα Ιεροσόλυμα υπηρετώντας Αυτήν σαν πραγματική του μητέρα.
Μετά δε από την Ανάσταση του Κυρίου, ήταν αυτός που αφού πρόλαβε τον Πέτρο έσκυψε πρώτος στον Τάφο, είδε τα εντάφια και μετέπειτα τον Αναστημένο Χριστό που λάτρευε. Αυτός επίσης ήταν παρών και στην Ανάληψη του Κυρίου, ενώ κατά την Ημέρα της Πεντηκοστής δέχθηκε και εκείνος, μαζί με τους άλλους μαθητές, την Επιφοίτηση του Αγίου Πνεύματος.
Ο Ευαγγελιστής Ιωάννης κήρυξε το Ευαγγέλιο στη Μικρά Ασία (η οποία εκείνη την εποχή ήταν γεμάτη από είδωλα, ζώντας βουτηγμένη μέσα στην ειδωλολατρική πλάνη) και ιδιαιτέρως στην Έφεσο, όπου και Θαυματουργούσε ακατάπαυστα. Ανέστησε εκ νεκρών τον Δόμνο και τον πατέρα του τον Διοσκουρίδη, συνέτριψε Θαυματουργικώς το είδωλο της ψευτοθεάς Αρτέμιδος και έδιωξε μέσα από το ναό της τον Δαίμονα, ο οποίος ομολόγησε πως κατοικούσε εκεί μέσα για 249 χρόνια, θεράπευσε έναν παράλυτο που ήταν κατάκοιτος δώδεκα ολόκληρα χρόνια, και γενικότερα τα Θαύματα που έκανε ήταν αμέτρητα.
Η φήμη όμως των πολλών Θαυμάτων του (δια των οποίων μέγα πλήθος Ελλήνων πίστευσε στον Χριστό), έφθασε μέχρι τα αυτιά του βασιλέως Δομιτιανού (ο οποίος βασίλευε κατά το 82 μ.Χ.). Ο Δομιτιανός τότε έστειλε να φέρουν μπροστά του τον Απόστολο Ιωάννη, μαζί με τον αφοσιωμένο ακόλουθο και μαθητή του, τον Άγιο Πρόχορο.
Και αφού δια των ερωτήσεων που τους έκανε αντιλήφθηκε τη σταθερότητα που έδειχναν στην πίστη τους, τους υπέβαλε σε βασανιστήρια, από τα οποία Θαυματουργικώς και πάλι εξήλθαν σώοι και αβλαβείς. Μετά απ’αυτά διατάζει να εξοριστούν στο νησί της Πάτμου. Ο Ιωάννης όμως είχε ήδη πληροφορηθεί σε Όραμα από τον Κύριο, πως θα εξορισθεί σε νησί που έχει πολύ μεγάλη ανάγκη της δικής του παρουσίας.
Πλέοντας προς το νησί ο Ιωάννης συνέχισε να Θαυματουργεί, ανασταίνοντας κάποιον στρατιώτη που είχε πεθάνει, θεραπεύοντας κάποιον άλλον που κινδύνευε να πεθάνει και μεταβάλλοντας την τρικυμία της θάλασσας σε γαλήνη. Το αποτέλεσμα ήταν όλοι οι σωματοφύλακες του βασιλέως να πιστέψουν στον Χριστό και να Βαπτισθούν.
Όμως και στο νησί τα Θαύματά του ακολουθούσαν το ένα μετά το άλλο, φθάνοντας σε σημείο να οδηγηθεί στην Πίστη (ανάμεσα σε πολλούς άλλους) και ο Ανθύπατος, ο άρχοντας της χώρας της Πάτμου, ο οποίος και αυτός Βαπτίσθηκε Χριστιανός.
Αφού συνεχίσθηκαν αυτά για όλα τα επόμενα χρόνια, φθάνουμε στο 95 μ.Χ., όπου παρουσιάζεται στον αγαπημένο Του μαθητή Ιωάννη ο Κύριος Ιησούς μέσα σε ένα σπήλαιο του νησιού, αποκαλύπτοντάς του φοβερά γεγονότα και εικόνες που πρόκειται να συμβούν μέχρι και την Ημέρα της Δευτέρας Παρουσίας Του στη γη. Ο Ιωάννης τα μεταφέρει υπαγορεύοντάς τα στον Πρόχορο και εκείνος τα καταγράφει με κάθε λεπτομέρεια. Η συγγραφή της Ιεράς Αποκαλύψεως, γινόταν πράξη.
Δύο χρόνια αργότερα, το 97 μ.Χ., ήρθαν βασιλικά γράμματα στην Πάτμο που καλούσαν τον Άγιο Ιωάννη από την εξορία. Και ενώ ο Ιωάννης ήθελε να αποχωρήσει για να επιστρέψει στην Έφεσο, οι Χριστιανοί της Πάτμου θρηνούσαν διότι δεν ήθελαν να χάσουν έναν τέτοιον καλό Ποιμένα. Του ζήτησαν λοιπόν να γράψει σε ένα βιβλίο τους λόγους του, σχετικά με τον Χριστό και το Θείο Έργο Του για τη Σωτηρία του κόσμου.
Εκείνος υπάκουσε στο δίκαιο αυτό αίτημά τους και αφού παρακινήθηκε από τον Κύριο, νήστεψε τρεις μέρες μαζί και με τους άλλους Χριστιανούς, που τον βοηθούσαν με την προσευχή τους. Έπειτα ανέβηκαν μαζί με τον Πρόχορο στο βουνό και ανέβασε όλη τη σκέψη του στον Θεό. Και το Θαύμα δεν άργησε να γίνει. Αμέσως ακούγονται βροντές και αστραπές φοβερές, κινείται όλο το βουνό, τόσο ώστε ο Πρόχορος πέφτει στη γη με το πρόσωπο και γίνεται σα νεκρός. Ο Ιωάννης όμως δεν φοβάται και στέκεται όρθιος.
Τότε ακούστηκε μία βροντερή φωνή που έλεγε «εν αρχή ην ο Λόγος, και ο Λόγος ην προς τον Θεόν και Θεός ην ο Λόγος», την πρώτη φράση δηλαδή του «Κατά Ιωάννην Ευαγγελίου». Τη φράση αυτήν καθώς επίσης και ολόκληρο το Ευαγγέλιό του, μετέφερε στον Πρόχορο (ο οποίος και το έγραψε) αφού τον σήκωσε από το χέρι και του έδιωξε κάπως τον φόβο. Και αφού τελείωσε τη συγγραφή του Ευαγγελίου, το παρέδωσε στους Χριστιανούς που το ζήτησαν και από εκεί διαδόθηκε σε όλο τον κόσμο.
Αξίζει εδώ να αναφερθεί πως το «Κατά Ιωάννην Ευαγγέλιον», θεωρείται το Θεολογικότερο όλων των Ευαγγελίων. Δικαίως λοιπόν η Εκκλησία μας, απένειμε στον Ιωάννη την προσωνυμία του Θεολόγου.
Την ίδια χρονιά (το 97 μ.Χ. δηλαδή), επίσης στην Πάτμο, έγραψε και τις τρεις Καθολικές Επιστολές του, οι οποίες υπάρχουν μέσα στην Καινή Διαθήκη.
Αφού έφυγε από την Πάτμο, επισκέφθηκε διάφορες πόλεις της Μικράς Ασίας (περνώντας για λίγο και από την Έφεσο, όπου δίδαξε και τακτοποίησε καλά τα Εκκλησιαστικά πράγματα), Θαυματουργώντας και χειροτονώντας Επισκόπους σε αυτές. Στο τέλος, επέστρεψε πάλι στην Έφεσο.
Έχοντας κάνει αναρίθμητα Θαύματα και έχοντας επιστρέψει αμέτρητα πλήθη απίστων από διάφορα έθνη στην Αγία Πίστη του Χριστού, το τελευταίο διάστημα της ζωής του το πέρασε στο σπίτι του Δόμνου (που είχε αναστήσει πριν από χρόνια), ενώ μαζί του ήταν και οι επτά μαθητές του.
Το 101 μ.Χ., ήρθε η ώρα της αναχώρησής του από αυτήν τη ζωή και για τον λόγο αυτό, έφυγε μαζί με τους μαθητές του από το σπίτι εκείνο και κατευθύνθηκαν σε έναν άλλον τόπο. Ήταν πρωΐ και αφού τους παρήγγειλε να καθίσουν σε ένα σημείο, εκείνος προχώρησε μπροστά σε μικρή απόσταση και προσευχήθηκε.
Έπειτα, αφού επέστρεψε, πρόσταξε τους μαθητές του να σκάψουν τη γη σε σχήμα Σταυρού, τόσο μόνο όσο ήταν το μέτρο του σώματός του. Και αφού ξάπλωσε μέσα σε εκείνον τον σκαμμένο τόπο, αποχαιρέτησε τους μαθητές του που έκλαιγαν και είπε: «Σύρετε το χώμα της γης που είναι μητέρα μου και με αυτό σκεπάστε με».
Τότε ο Ιωάννης, παρέδωσε το πνεύμα του. Εκείνοι, αφού τον ασπάσθηκαν και τον αποχαιρέτησαν σκέπασαν το σώμα του μέχρι τα γόνατα. Στη συνέχεια, αφού τον ασπάσθηκαν πάλι τον σκέπασαν μέχρι το λαιμό. Και ύστερα, αφού για τρίτη φορά τον ασπάσθηκαν, έβαλαν πάνω στο Ιερό του πρόσωπο ένα μανδήλι. Και έτσι, κλαίγοντας πικρά, σκέπασαν όλο το σώμα του. Τότε ανέτειλε και ο ήλιος.
Αφού έκλαψαν οι μαθητές διότι έμειναν ορφανοί από τον δάσκαλό τους, γύρισαν στην πόλη και διηγήθηκαν τα σχετικά με την κοίμηση του Αποστόλου Ιωάννη. Οι άλλοι αδελφοί όταν τα άκουσαν αυτά, πήγαν στον τάφο του και αφού έσκαψαν δεν βρήκαν τίποτε. Το νεκρό σώμα του Ιωάννη αναλήφθηκε από τον Κύριο στα Άνω Βασίλεια για να μη γνωρίσει φθορά, όπως ακριβώς συνέβη και με το σώμα της Παναγίας μας. Η Μετάσταση του Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου από τη γη της Εφέσου στους Ουρανούς, είχε πραγματοποιηθεί.
Ο Ιωάννης καθιερώθηκε στη συνείδηση όλων ως ο Ευαγγελιστής της αγάπης. Όχι μόνο γιατί αναφέρεται συνεχώς στην αγάπη, αλλά κυρίως γιατί την βίωνε και την εξέφραζε. Εκείνο δε που διαρκώς έλεγε στους μαθητές του, ήταν: «Παιδιά μου, να αγαπάτε ο ένας τον άλλο».
Η Εκκλησία μας τιμά τη Μνήμη του Αγίου Ιωάννη του Ευαγγελιστή και Θεολόγου στις 26 Σεπτεμβρίου, εορτάζοντας την Ιερή Μετάστασή του, ενώ στις 8 Μαΐου εορτάζει το Θαύμα της ανάδυσης Θαυματουργικής σκόνης από τον τάφο του, μέσω της Επενέργειας του Αγίου Πνεύματος, την οποία οι ντόπιοι αποκαλούσαν «επίγειο μάννα».