Την Πρωτοχρονιάτικη Βασιλόπιτα του ιερού κλήρου της Ιεράς Μητροπόλεως Διδυμοτείχου, Ορεστιάδος και Σουφλίου ευλόγησε ο Σεβασμιώτατος Ποιμενάρχης της κ. Δαμασκηνός, την Πέμπτη 16 του μηνός Ιανουαρίου ε.έ., στην πρώτη για το νέο έτος 2025 Ιερατική Σύναξη, που πραγματοποιήθηκε στο Πνευματικό Κέντρο του Ιερού Καθεδρικού Ναού Παναγίας Ελευθερωτρίας Διδυμοτείχου.
Ο Σεβασμιώτατος με την ευκαιρία αυτή ανεκοίνωσε ότι, επι τη συμπληρώσει 1700 ετών από της συγκλήσεως της Α΄ Οικουμενικής Συνόδου στη Νίκαια της Βιθυνίας το 325, η τοπική Εκκλησία αφιερώνει το 2025 στη διδασκαλία των 318 Θεοφόρων Πατέρων της Συνόδου αυτής και στο Σύμβολο της Πίστεως, με σειρά εισηγήσεων, που θα πραγματοποιηθούν καθ’ όλο το έτος ανά μήνα. Στην εναρκτήρια εισήγησή του ο Σεβασμιώτατος τόνισε·
«Ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ εἶναι ὁ Ἴδιος ὁ Κύριος παρατεινόμενος εἰς τούς αἰῶνες. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι μία διαρκής Πεντηκοστή. Παρά τό γεγονός ὅτι πορεύεται μέσα στον χῶρο καί τόν χρόνο ἡ διάστασή της εἶναι αἰώνια. Σταθμός στήν ἐν χρόνῳ πορεία τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ἡ σύγκληση τῆς Α ́ Οἰκουμενικῆς Συνόδου τό 325 μ.Χ. στή Νίκαια τῆς Βιθυνίας, μέ τήν προτροπή τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου.
»Ἡ Α ́ Οἰκουμενική Σύνοδος συνεκλήθη κυρίως, γιά νά ἀντιμετωπίσει τήν αἵρεση τοῦ Ἀρείου, πού εἶχε Χριστολογική ἀπόκλιση, δηλαδή ἀναφερόταν στόν Χριστό καί ἀμφισβητοῦσε τή Θεότητά Του. Κατά τή διδασκαλία τοῦ Ἀρείου, ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ «ἦν ποτὲ ὅτε οὒκ ἦν», δηλαδή ὑπῆρχε χρόνος κατά τόν ὁποῖο δέν ὑπῆρχε, ὁπότε μεταξύ τοῦ Πατρός καί τοῦ Λόγου μεσολαβοῦσε ὁ χρόνος. Αὐτό σημαίνει ὅτι ὁ Ἄρειος θεωροῦσε τόν Χριστό «κτιστόν», «τρεπτόν», «ἀλλοιωτόν», τό πρῶτο κτίσμα τῆς δημιουργίας. Συγχρόνως ὑποστήριζε ὅτι δέν ὑπῆρχε πρίν γεννηθῇ καί κτίσθηκε ἐξ οὐκ ὄντων. Ἔτσι, κατά τόν Ἄρειο, ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ δέν εἶναι ἀληθινός Θεός, ἀλλά κτίσμα.
»Στό «Σύμβολο τῆς Πίστεως» τῆς Νικαίας διατυπώνεται ἡ Ὀρθόδοξη πίστη τῆς Ἐκκλησίας περί τῆς Τριαδικότητος τοῦ Θεοῦ ̇ ὅτι ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ, τό Δεύτερο πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος πού ἐσαρκώθη καί στή συνέχεια ἐσταυρώθη δι’ ἡμᾶς καί ἀνέστη ἐκ νεκρῶν γιά τή δική μας σωτηρία, εἶναι Θεός ἀληθινός καί ὑπῆρχε πρό πάντων τῶν αἰώνων. Ἄν ἀναλύσουμε περισσότερο τά σχετικά ἄρθρα θά διαπιστώσουμε ὅτι ἡ πίστη τῆς Ἐκκλησίας στή θεότητα τοῦ Λόγου, εἶναι θεμελιώδες δόγμα.
»Τό Δεύτερο Πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος ἀποκαλεῖται «Κύριος Ἰησοῦς Χριστός». Ἡ φράση αὐτή ὑπάρχει στό σχετικό χωρίο τῆς πρός Φιλιππησίους ἐπιστολῆς τοῦ Ἀποστόλου Παύλου: «διὸ καὶ ὁ Θεὸς αὐτὸν ὑπερύψωσε καὶ ἐχαρίσατο αὐτῷ ὄνομα τὸ ὑπὲρ πᾶν ὄνομα, ἵνα ἐν τῷ ὀνόματι Ἰησοῦ πᾶν γόνυ κάμψῃ ἐπουρανίων καὶ ἐπιγείων καὶ καταχθονίων, καὶ πᾶσα γλῶσσα ἐξομολογήσηται ὅτι Κύριος Ἰησοῦς Χριστὸς εἰς δόξαν Θεοῦ Πατρός» (Φιλ. β ́, 9-11). Ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ, τό Δεύτερο Πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος, μέ τήν ἐνανθρώπησή Του, προσέλαβε την ἀνθρώπινη φύση καί εἶναι Θεάνθρωπος. Ἔτσι, ἡ φράση «Κύριος Ἰησοῦς Χριστὸς» ἀναφέρεται στή Θεανθρωπότητα τοῦ Χριστοῦ, ἀφοῦ εἶναι τέλειος Θεός καί τέλειος ἄνθρωπος. Ὁ Θεάνθρωπος Ἰησοῦς Χριστός ἔδωσε τή μεγάλη μάχη καί νίκησε κατά κράτος τή δύναμη τῆς ἁμαρτίας, τήν κατάρα τοῦ νόμου, τήν ἀδυσώπητη μοίρα τῶν θνητῶν, τό κράτος τοῦ θανάτου. Ὅσοι βαπτίζονται στό Ὄνομα τῆς Ἁγίας καί Ὁμοουσίου καί ἀδιαιρέτου Τριάδος ἐνδύον ται τόν Κύριο καί εἰσέρχονται στό Σῶμα Του, τήν Ἐκκλησία, καί μέ τή Χάρη τοῦ Πνεύματος οἰκειοποιοῦνται αὐτή τή νίκη ἐπί τοῦ θανάτου καί τῆς ἁμαρτίας.
»Ὁ Χριστός, στήν Ὀρθόδοξη πίστη μας και στό βίωμα τῆς Ἐκκλησίας μας, εἶναι ἀχώριστος ἀπό τήν Ἐκκλησία, πού εἶναι τό Σῶμα Του, καί ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἀχώριστη ἀπό τόν Χριστό, πού εἶναι ἡ κεφαλή καί ἡ ἀπαρχή της, ἡ ζωή καί τό ἦθος της. Ὅσοι θεωροῦν ὅτι ὁ Χριστός καί ἡ Ἐκκλησία εἶναι κάτι διαφορετικό σφάλλουν οἰκτρῶς. Ἀπογυμνώνουν τόν Χριστό, τόν «Σαρκωθέντα» Θεό Λόγο, καί Τόν ἀπομονώνουν ἀπό τόν ἄνθρωπο καί τόν κόσμο. Οἱ ἀποφάσεις τῆς Α ́ Οἰκουμενικῆς Συνόδου ὑπῆρξαν πολύ σημαντικές γιά τήν Ἐκκλησία διότι, ἐκτός τῆς καταδίκης τοῦ Ἀρείου καί τῶν αἱρετικῶν δοξασιῶν του, διευκρινίσθη ὅτι ὁ Υἱός εἶναι «ὁμοούσιος τῷ Πατρί», τό δεύτερο πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος, πού «ἐγεννήθη ἐκ τοῦ Πατρὸς πρὸ πάντων τῶν αἰώνων» καί δέν εἶναι κτῖσμα τοῦ Θεοῦ-Πατρός ̇ καθωρίσθη τό Πάσχα νά ἑορτάζεται τήν πρώτη Κυριακή μετά τήν πανσέληνο τῆς ἐαρινῆς ἰσημερίας ̇ ἐθεραπεύθη τό Νοβατιανό καί Μελιτιανό σχίσμα ̇θεσπίστηκαν κανόνες ἀφορῶντες στή χειροτονία καί τήν προαγωγή τῶν κληρικῶν, στό βάπτισμα τῶν ἐθνικῶν εἰδωλολατρῶν καί στή ρύθμιση θεμάτων ἐκκλησιαστικῆς τάξεως και διοικήσεως καί τέλος συντάχθηκαν τά 7 πρῶτα ἄρθρα τοῦ Συμβόλου τῆς Πίστεως…
»Ἡ φετινή ἐπέτειος 1700 χρόνων ἀπό τῆς συγκλήσεως τῆς Α ́ Οἰκουμενικῆς Συνόδου μᾶς παρέχει τήν εὐκαιρία νά προσεγγίσουμε τό μήνυμα τῆς ἐν Χριστῷ ἀληθείας, γιά νά γίνει ἡ πίστη μας βίωμα, τρόπος καί στάση ζωῆς. Ἐκεῖνο πού χρειαζόμεθα εἶναι νά ἀφήσουμε τόν ἑαυτό μας νά πυρακτωθεῖ στή φλόγα τῆς φλογερῆς πίστεως καί τῆς ἐμπνεύσεως τῶν 318 θεοφόρων Πατέρων, διότι, ὁ μέγιστος ἐχθρός τῶν χριστιανῶν εἶναι ἡ ἀδιαφορία, πού συνεπάγεται τήν ἀπώλεια τῆς αὐτοσυνειδησίας μας, τή φθορά τῆς Πίστεώς μας καί τήν ἀλλοίωση τοῦ ἤθους μας».
Το απόγευμα της αυτής ημέρας ο Σεβασμιώτατος προέστη της ακολουθίας του Μεγάλου Εσπερινού, επι τη μνήμη του Οσίου Αντωνίου του Μεγάλου, ευλόγησε τους άρτους και μίλησε κατάλληλα στον Ιερό Ενοριακό Ναό Τιμίου Σταυρού Στέρνας, Παρεκκλήσιο του οποίου τιμάται επ’ ονόματι του καθηγητού της ερήμου και θεμελιωτού του αναχωρητικού μοναχισμού.