Ἀγαπητοὶ ἀδελφοί,Τὰ Χριστούγεννα εἶναι τὸ κέντρο ἑνὸς ἀπὸ τοὺς ἑορταστικοὺς κύκλους τῆς Ἐκκλησίας μας (Γέννηση, Πάθος-Ἀνάσταση, Ἀνάληψη, Πεντηκοστὴ). Οἱ πατέρες τῆς Ἐκκλησίας γράφουν γι’ αὐτὴν ἱερὰ ἐγκώμια καὶ τῆς δίνουν διάφορα ὀνόματα. Ὁ Θεὸς εἰσέρχεται στὴ ζωή μας, μέσα στὸ χρόνο, μέσα στὴν ἱστορία, ὡς «ἄνθρωπος Χριστὸς Ἰησοῦς» (Α’ Τιμ. 2,5). Ἔτσι ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος τὴν ὀνομάζει «Μητρόπολιν τῶν ἑορτῶν», ἐνῶ ὁ ἅγιος Ἐπιφάνιος τὴν ὀνομάζει «πρώτην ἑορτήν» καὶ ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος «ἑορτὴ ἀναδημιουργίας» καὶ «Θεοφάνεια».
Ὁ Θεὸς Λόγος κενώνει τὸν ἑαυτό Του, ταπεινώνεται, σμικρύνεται κατὰ ἔνα ἀσύλληπτο τρόπο καὶ γίνεται ἔνα βρέφος. Βρέφος ἀνθρώπινο καὶ θεῖο. Γίνεται ἄνθρωπος ὅπως καὶ ἐμεῖς μὲ σάρκα καὶ αἷμα, μὲ ψυχὴ καὶ σῶμα, μὲ νοῦ καὶ θέληση.
Ἃς ὑμνήσουμε μὲ ὅλη τὴν ψυχή μας καὶ ἃς δοξάσουμε τὴν πρὸς ἐμᾶς ἄμετρη φιλανθρωπία καὶ ἀγαθότητὰ Του. Ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς προσέλαβε τὴν ἀνθρώπινη φύση για νὰ τὴν ἁγιάσει καὶ νὰ τὴν ἀνεβάσει στὸν οὐρανὸ. Ἔγινε Θεὸς ὁ ἄνθρωπος γιὰ νὰ κάνει τὸν ἄνθρωπο Θεὸ, ὅπως λέει ὁ Μέγας Ἀθανάσιος. Ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς ἐνδύθηκε τὴν ἀνθρώπινη φύση, προσέλαβε τὰ ἀδιάβλητα πάθη (πεῖνα, δίψα, πόνο) χωρὶς καταχρήσεις καὶ ὑπερβολές, δηλαδὴ χωρὶς ἁμαρτία.
Γράφει ὁ περίφημος Θεολόγος καὶ ἁγιογράφος Φώτης Κόντογλου: «πῆγε πρόσφυγας στὴν Αἴγυπτο, φασκιωμένος, ἀδύνατος, ὀρφανὸς καὶ φτωχὸς. Πρὶν μᾶς διδάξει μὲ τὰ λόγια Του νὰ κάνουμε ὑπομονὴ γιὰ τὰ κακὰ ποὺ μᾶς βρίσκουνε, μᾶς δίδαξε μὲ τὴν κατατρεγμένη τὴ ζωή Του. Ἀπὸ τὸ παχνὶ ἄρχισε ὁ κατατρεγμὸς…
Ἔτσι ἔπρεπε νὰ γίνει σὲ Κεῖνον ποὺ ἦρθε νὰ παρηγορήσει τοὺς φτωχοὺς, νὰ καλοτυχίσει τοὺς καταφρονεμένους, νὰ χαροποιήσει τοὺς βασανισμένους, νὰ δώσει ἐλπίδα στοὺς βασανισμένους. Ὁ Χριστὸς εἶναι ὁ Θεὸς ὁ ἀληθινὸς, γιατὶ ὅσοι τὸν πιστεύουν εἶναι πικραμένοι καὶ συντριμμένοι, ἐπειδὴ οἱ εὐτυχισμένοι καὶ οἱ καλοπερασμένοι δὲν μπαίνουν στὴ στενὴ καὶ τεθλιμμένη στράτα ποὺ μᾶς ἔδειξε μὲ τὴ ζωὴ Του καὶ τὴ διδαχὴ Του. Οἱ καλοπερασμένοι κι ὅσοι δὲν εἶναι βασανισμένοι, πλάσανε θεοὺς καλοπερασμένους, τὸν Ἀπόλλωνα, τὸν Ἄρη, τὴν Ἀφροδίτη, τὸν Μωάμεθ κι ἄλλους. Ὁ Χριστὸς μας ἦρθε στὸν κόσμο σὰν ἄνθρωπος καὶ πῆρε πάνω Του ὅλα τὰ βάσανὰ μας, γενάμενος κατὰ τὴν σάρκα παράδειγμα ἀξεπέραστο γιὰ ὅλες τὶς δυστυχίες, γιὰ τοὺς φτωχοὺς ὁ φτωχὸς, γιὰ τοὺς ὀρφανοὺς ὁ ὀρφανὸς, γιὰ τοὺς πρόσφυγες ὁ πρόσφυγας, γιὰ τοὺς ἀδικημένους ὁ ἀδικημένος, γιὰ τοὺς συκοφαντημένους ὁ συκοφαντημένος, γιὰ τοὺς παραπεταμένους ὁ παραπεταμένος. Τριάντα χρόνια μονάχα ἔζησε στὴ γὴ καὶ δὲν ἄφησε κανένα φαρμάκι χωρὶς νὰ τ’ ἀπογευτεῖ, ἐξὸν ἀπό τὴν ἀρρώστια».
Ἀγαπητοὶ ἀδελφοὶ, εὑρισκόμενος ὁ ἅγιος Ἱερώνυμος στὸ σπήλαιο τῆς Βηθλεέμ, μιὰ Χριστουγεννιάτικη νύχτα, ἀναλογίστηκε τὸ μέγα μυστήριο. Θυμήθηκε τοὺς μάγους καὶ τὰ δῶρα ποὺ πρόσφεραν στὸ Χριστὸ. Καὶ τὸν ρώτησε:
-Ἐγώ τὶ μπορῶ νὰ σοῦ προσφέρω Κύριε;
-Τὶς ἁμαρτίες σου, Ἱερώνυμε…
Ἅς ἀποθέσουμε κι ἐμεῖς τοῦτα τὰ Χριστούγεννα στὴ φάτνη Του αὐτὸ ποὺ μᾶς ζητάει: Τὶς ἁμαρτίες μας, τὰ πάθη μας, τὸν πόνο μας, τὰ δάκρυὰ μας, τὰ φαρμάκια μας. Ἀλλὰ καὶ τὶς ἐλπίδες μας.
«ἵνα ἡμᾶς ἐλευθερώσει…».
Μὲ ὁλοκάρδιες εὐχὲς
πρὸς Χριστὸν Νηπιάσαντα
† Ὁ Ἀργολίδος Νεκτάριος
πρὸς Χριστὸν Νηπιάσαντα
† Ὁ Ἀργολίδος Νεκτάριος