Ὑπῆρξε συνεργάτης τοῦ Κυρίλλου καὶ Μεθοδίου, τὸν 9ο αἰώνα (842), στοὺς ἀγῶνές τους γιὰ τὴν διάδοση τῆς χριστιανικῆς πίστης στὴ Βουλγαρία. Καὶ στὸ βαρὺ αὐτὸ ἔργο, ὅπου συνάντησαν μεγάλα ἐμπόδια καὶ ἐπικίνδυνες ἀντιστάσεις, ἡ παρουσία τοῦ Ναοὺμ εἶχε μεγάλη ἐπίδραση. Διότι στὴν δύναμη τῆς διδασκαλίας του, πρόσθετε καὶ τὴν ἐντύπωση, ποὺ προκαλοῦσαν τὰ θαύματα ποὺ ἐνεργοῦσε μὲ τὴν χάρη τοῦ Θεοῦ.
Ὁ
Ναούμ, ἐπιστρέφοντας ἀπὸ τὴν Ρώμη, ὅπου πῆγε στὸν τότε Πάπα Ἀδριανό,
πέρασε καὶ ἀπὸ τὴν Γερμανία, ὅπου ὑπῆρχαν πολλὲς καὶ διάφορες αἱρέσεις.
Καὶ ἀφοῦ κήρυξε καὶ ἐκεῖ ἀγωνιζόμενος γιὰ τὴν Ὀρθοδοξία, ἐπανῆλθε καὶ
πάλι στὴ Βουλγαρία. Ἐκεῖ, ὀργάνωσε μαζὶ μὲ ἄλλους συναγωνιστές του, σῶμα
ἐσωτερικῆς ἱεραποστολῆς καὶ ἐργάστηκε θερμότατα γιὰ τὴν διάδοση τοῦ
χριστιανισμοῦ μὲ τὰ κηρύγματά του καὶ τὶς συνεχεῖς διδακτικὲς περιοδεῖες
του.
Ὁ θάνατος τὸν βρῆκε ὄρθιο, νὰ κοπιάζει μέχρι τελευταίας του πνοῆς γιὰ τὸν εὐσεβὴ σκοπό του.