Ἡ Ὁσία Σοφία καταγόταν ἀπὸ τὸν Αἶνο, ἀπὸ γονεῖς εὔπορους, εὐγενεῖς καὶ εὐσεβεῖς Χριστιανούς, καὶ εἶναι ἄγνωστο πότε ἔζησε. Ἀπὸ τὴν παιδική της ἡλικία εἶχε διδαχθεῖ ἀπὸ τοὺς εὐσεβέστατους γονεῖς της τὴ Χριστιανικὴ πίστη καὶ εἶχε ποτισθεῖ μὲ τὰ νάματα αὐτῆς. Νυμφευθεῖσα ἀπέκτησε ἕξι τέκνα, ἐξακολούθησε δὲ καὶ παρὰ ταῦτα νὰ διάγει θεοσεβῶς καὶ νὰ μορφώνει τὰ τέκνα της σύμφωνα πρὸς τὶς εὐαγγελικὲς ἐπιταγές. Ὅταν ἀλλεπάλληλες ἀσθένειες τῆς ἀφήρπασαν σύζυγο καὶ τέκνα, ἀφιερώθηκε ἀκόμη περισσότερο στὸν Θεό, διαμοιράζουσα τὰ ὑπάρχοντά της σὲ ἐλεημοσύνες, ἀρκούμενη στὰ ἀπολύτως ἀναγκαῖα γι’ αὐτήν. Γιὰ νὰ δύναται δὲ νὰ προσφέρει περισσότερα, ἐργαζόταν, ὑποβαλλόμενη ἔτσι σὲ πρόσθετους κόπους καὶ στερήσεις. Τὶν νύκτες της διερχόταν κατὰ τὸ πλεῖστον προσευχόμενη καὶ μελετῶσα τὰ ἱερὰ γράμματα. Περὶ τὰ τέλη τοῦ βίου της ἐκάρη μοναχὴ καὶ ἔτσι ἀφιερώθηκε ἐξ ὁλοκλήρου στὴ λατρεία τοῦ Θεοῦ.
Ἡ Ὁσία Σοφία ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη σὲ ἡλικία πενήντα τριῶν ἐτῶν.