Οἱ Ἅγιοι αὐτοὶ Μάρτυρες ἄθλησαν στὴν Κόρινθο κατὰ τὶς ἡμέρες τοῦ Πάσχα ἐπὶ αὐτοκράτορος Δεκίου (249 – 251 μ.Χ.).
Ὁ
Ἅγιος Λεωνίδης ἦταν «ἔξαρχος» πνευματικοῦ χοροῦ, δηλαδὴ ἡγούμενος
κύκλου μαθητῶν τοῦ Κυρίου. Συνελήφθη στὴν Τροιζηνία τῆς Πελοποννήσου
κατὰ τὶς ἡμέρες τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδος καὶ ὁδηγήθηκε στὴν Κόρινθο. Ἡ
Νουνεχία καὶ ἡ Βασίλισσα, ἡ μητέρα τῆς Νουνεχίας, ἡ Γαληνή, ἡ Θεοδώρα, ἡ
Καλλίδα, ἡ Νίκη καὶ ἡ Χάρισσα ὁδηγήθηκαν καὶ αὐτὲς στὴν Κόρινθο, στὸν
ἡγεμόνα Βενοῦστο.
Ἐκεῖ
ὁ ἡγεμόνας ἐπιχείρησε μὲ δελεάσματα στὴν ἀρχή, ἀλλὰ καὶ μὲ ἀπειλὲς στὴν
συνέχεια, νὰ πείσει τὸν Ἅγιο Λεωνίδη καὶ τὶς ἑπτὰ γυναῖκες νὰ ἀρνηθοῦν
τὴν πίστη τους στὸν Χριστό. Οἱ Μάρτυρες ὅμως ἔμειναν ἀκλόνητοι. Ὁ
Βενοῦστος, διαπιστώνοντας ὅτι ὁ Ἅγιος Λεωνίδης ἔμενε σταθερὸς στὴν πίστη
του στὸν Χριστό, διέταξε νὰ τὸν κρεμάσουν ψηλὰ καὶ νὰ τοῦ καταξεσκίσουν
τὸ σῶμα μὲ αἰχμηρὰ ὄργανα. Στὴ συνέχεια ἔδωσε ἐντολὴ νὰ βυθίσουν τὸ
νεκρὸ σῶμα τοῦ Μάρτυρος στὴν παραλία τοῦ Κορινθιακοῦ μαζὶ μὲ τὶς Ἁγίες.
Καὶ ἐνῷ οἱ Ἁγίες Μάρτυρες ὁδηγοῦνταν ἀπὸ τοὺς δημίους γιὰ νὰ ριχθοῦν στὸ
βυθὸ τῆς θάλασσας, λέγεται ὅτι ἡ Ἁγία Χάρισσα ἔψαλλε, ὅπως ἄλλοτε ἡ
Προφήτιδα Μαριὰμ μὲ ἀφορμὴ τὸν καταποντισμὸ τῶν Αἰγυπτίων, λέγοντας: «Ἕνα μίλι ἔτρεξα, Κύριε, καὶ στράτευμα μὲ καταδίωξε, καὶ δὲν Σὲ ἀρνήθηκα, Κύριε, σῶσε μου τὸ πνεῦμα».
Ἀλλὰ καὶ ὅταν τὶς ἐπιβίβασαν στὸ πλοῖο, συνέχισαν νὰ ψάλλουν τὴν ὠδή,
μέχρι ποὺ ἀνοίχθηκαν μέσα στὴ θάλασσα. Ἐκεῖ τοὺς ἔδεσαν ὅλους μὲ πέτρες
καὶ τοὺς ἔριξαν στὸ βυθὸ τῆς θάλασσας. Οἱ Ἅγιοι εἰσῆλθαν στὴ ζωὴ τοῦ
Παραδείσου τὴν ἡμέρα τοῦ Μεγάλου Σαββάτου.Τὰ
ἱερὰ λείψανα αὐτῶν ἀνευρέθηκαν τὸ ἔτος 1917, ὅταν σὲ εὐσεβεῖς
Ἐπιδαύριους ὑποδείχθηκε σὲ ὅραμα ποὺ νὰ σκάψουν, γιὰ νὰ βροῦν τὸν ἱερὸ
θησαυρό. Στὸ σημεῖο ἐκεῖνο ἀνευρέθηκε σαρκοφάγος, ἐντὸς τῆς ὁποίας
βρισκόταν τὰ ἑπτὰ ἱερὰ λείψανα τῶν Ἁγίων γυναικῶν καὶ ἄλλη σαρκοφάγος
ἐντὸς τῆς ὁποίας ὑπῆρχε τὸ ἱερὸ λείψανο τοῦ Ἁγίου Μάρτυρος Λεωνίδου.
Ἀμέσως οἱ εὐσεβεῖς κάτοικοι ἀνήγειραν ἐπὶ τόπου ναὸ ἀφιερωμένο στὸν
Ἅγιο, ἐντὸς τοῦ ὁποίου ἔθεσαν τὴ σαρκοφάγο μὲ τὰ ἱερὰ λείψανα.
Ἡ Ἁγία Μάρτυς Εἰρήνη, μαρτύρησε στὴν Κόρινθο ἐπὶ αὐτοκράτορος Δεκίου (249 – 251 μ.Χ.) κατὰ τὶς ἡμέρες τοῦ Πάσχα. Βρισκόταν στὴν Ἑλλάδα κατὰ τὸν καιρὸ τοῦ Πάσχα, ὅταν μαρτύρησε ὁ Ἅγιος Λεωνίδης μαζὶ μὲ τὶς Ἁγίες ἑπτὰ γυναῖκες, καὶ δοξολογοῦσε τὸν Θεὸ μαζὶ μὲ ἄλλους Χριστιανοὺς σὲ κάποιο εὐκτήριο οἶκο. Τὴν συνέλαβαν, τὴν φυλάκισαν καὶ στὴν συνέχεια τὴν ὑπέβαλαν σὲ βασανιστήρια. Πρῶτα τῆς ἔκοψαν τὴ γλῶσσα, ἔπειτα τῆς ἔβγαλαν τὰ δόντια καί, τελικά, τὴν ἀποκεφάλισαν. Ἔτσι ἡ Ἁγία Εἰρήνη ἔλαβε ἀπὸ τὸν μισθαποδότη Κύριο τὸ στέφανο τοῦ μαρτυρίου.