Η Βασίλισσα στον Θρόνο Της

Η Βασίλισσα στον Θρόνο Της

.

.
Εις Άγιος, εις Κύριος, Ιησούς Χριστός, εις δόξαν Θεού Πατρός. Αμήν.
Μέσα απ΄αυτές τις σελίδες που ακoλουθούν θέλω να μάθει όλος ο κόσμος για Τους Αγίους, τις Εκκλησιές και τα Μοναστήρια της Ορθόδοξης Εκκλησίας μας.

Μπορείτε να μου στείλετε την Ιστορία του Ναού σας ή του Μοναστηρίου σας όπως και κάποιου τοπικού Αγίου/ας της περιοχής σας nikolaos921@yahoo.gr

Ιερός Ναός Αγίων Πάντων Θεσσαλονίκης

Ιερός Ναός Αγίων Πάντων Θεσσαλονίκης
κάνετε κλικ στην φωτογραφία

Κυριακή 10 Ιουνίου 2018

Ιερά Μονή Γενεθλίου Της Θεοτόκου (Πελαγίας).


Η Ιστορία της Μονής

Σε απόσταση 6,5 χλμ. από το 103ο χιλιόμετρο της Εθνικής οδού Αθηνών-Λαμίας είναι κτισμένη η Ιερά Μονή Γενεθλίου της Θεοτόκου, η επιλεγομένη "Πελαγίας". Βρίσκεται επί του Πτώου όρους σε υψόμετρο 566μ. και σε απόσταση ενός περίπου χιλιομέτρου από τη θέση Περδικόβρυση, όπου ήταν ιδρυμένο τον 4ο π.Χ. αι. Ιερό του Απόλλωνος με μαντείο και τέμενος. Εδώ διεξάγονταν τα Πτώϊα, αγώνες μουσικοί και γυμνικοί, προς τιμήν του Πτώου Απόλλωνος. Αυτό το όνομα ο Απόλλων το προσέλαβε είτε από το γιό του Πτώο που απέκτησε με τη Ζευξίππη και ελατρεύετο ως ήρωας στην περιοχή της Ακραιφνίας* –όνομα και αυτό παρμένο από τον άλλο γιό του Απόλλωνα τον Ακραιφή– είτε από τον Πτώο γυιό του Αθάμαντος του βασιλιά του Ορχομενού και της Θεμιστούς. Από αυτόν τον Πτώο, λέγει ο Παυσανίας, προήλθε η επίκληση του Πτώου Απόλλωνος και του Πτώου όρους, το οποίο σήμερα από την ομώνυμη Μονή ονομάζεται Πελαγία ή Πελάγιον όρος κατά τους Α. et T. Notton.

Πλησίον αυτού του ειδωλολατρικού ναού του Απόλλωνος κτίσθηκε κατά τους πρώτους Χριστιανικούς χρόνους, όπως λέγει η Παράδοση, από κάποια Ρωμαία Πελαγία ή σύμφωνα με άλλους αργότερα κατά τον 7ο αι. κάποιο εκκλησάκι, όπως έγινε σ’ όλα σχεδόν τα ειδωλολατρικά κέντρα. Έτσι βλέπουμε τους ειδωλολατρικούς ναούς να μετατρέπωνται σε χριστιανικούς, όπως ο Παρθενώνας στην Αθηναϊκή Ακρόπολη γίνεται ναός της Υπεραγίας Θεοτόκου, ο ναός του Ηφαίστου στο Θησείο εκκλησία του αγίου Γεωργίου. Ακόμη συχνά κτίζονται πλησίον τους νέοι ναοί αφιερωμένοι στην Παναγία ή τους αγίους.

Το ίδιο συμβαίνει κι’ εδώ στη Βοιωτική γή. Στο Υπάτιον όρος, όπου υπήρχε ναός και άγαλμα του Ύπατου Δία, υπάρχει το Μοναστήρι της Μεταμορφώσεως (Σαγματά), στο Στείρι κοντά στο ναό της Στειριώτιδας Αρτέμιδος έχουμε τη Μονή του Οσίου Λουκά (Παναγίας), στον Ορχομενό τον ναό της Κοιμήσεως Θεοτόκου (Σκριπούς), ο οποίος κατά τον Σλήμαν. πήρε τη θέση του ναού των Χαρίτων και στο Πτώον Όρος τη Μονή του Γενεθλίου της Θεοτόκου. Είναι δε σύνηθες το φαινόμενο να χρησιμοποιήται το παλιό οικοδομικό υλικό για την ανέγερση των Χριστιανικών ναών.

Η Βοιωτία είναι από τις πρώτες περιοχές που δέχεται το Αποστολικό κήρυγμα. Ο Απόστολος Λουκάς μάλιστα κοιμήθηκε στη Θήβα, όπου βρίσκεται ο τάφος του. Άλλωστε όλοι γνωρίζουμε πώς η Βοιωτική γή, λόγω της στρατηγικής θέσεώς της σ’ όλους τους αιώνες έπαιξε πρωτεύοντα ρόλο καί, φυσικά, δεν θα μπορούσε να υστερήση σε τίποτε και κατά τη Χριστιανική και Βυζαντινή εποχή. Ιδιαίτερα από τον 7ο μ.Χ. αι. η Θήβα ήταν πρωτεύουσα του θέματος της Ελλάδος, όπου είχε την έδρα του ο πρωτοσπαθάριος, πρωτοπραίτορας ή στρατηγός. Αυτοί οι πρωτοσπαθάριοι συνήθιζαν να αφήνουν το όνομά τους σε μαρμάρινες πλάκες Ναών που έκτιζαν οι ίδιοι ή κτίζονταν επί της εποχής τους, με χαρακτηριστικό για την περιοχή παράδειγμα την Παναγία της Σκριπούς-Ορχομενού (874 μ.Χ.). Δυστυχώς δεν έχουμε καμμιά τέτοια επιγραφή για τη Μονή με την οποία ασχολούμαστε. Σίγουρα προϋπήρχε κάποιο εκκλησάκι καί, επί Μητροπολίτου Θηβών και Εξάρχου πάσης Βοιωτίας Αγίου Ιωάννου του Καλοκτένους, του νέου Ελεήμονος, συστήθηκε η Μονή. Υπάρχουν μάλιστα και μερικά πρωτοχριστιανικά στοιχεία, όπως τα δύο κιονόκρανα στην κρήνη, που επιβεβαιώνουν την προΰπαρξη κάποιου πρωτοβυζαντινού ναού. Στον περίβολο δε της Μονής βρέθηκε ένα τεμάχιο το οποίο μπάλλον προέρχεται από επιστύλιον τέμπλου και παριστάνει ανάγλυφη τη μορφή ενός ζώου. Διασώζεται μόνο το δεύτερο ήμισυ του ζώου.

Ο άγιος Ιωάννης Καλοκτένης εξελέγη Μητροπολίτης Θηβών -όπως είχε προ πολλών ετών προσφωνηθή από αυτή την ίδια την Κυρία Θεοτόκο την ώρα που έψαλε τους Χαιρετισμούς της: "Χαίρε και εσύ των Θηβών προστάτα"- μετά την κατάληψη και λεηλάτηση των Θηβών το 1147 από τους Νορμανδούς της Β’ Σταυροφορίας και κοιμήθηκε πριν το 1193. Αν όντως η Μονή συνεστήθηκε επί Αγίου Ιωάννου θα πρέπη να κτίσθηκε μετά το 1147 και πριν το 1193, όταν στην Κωνσταντινούπολη βασίλευε η δυναστεία των Κομνηνών.

Αυτός ο Μητροπολίτης φιλομόναχος καθώς ήταν, καθότι ο ίδιος προ της εκλογής του ήταν Ιερομόναχος σε Μονή της Κωνσταντινουπόλεως, συνέστησε μονές, μετέτρεψε μάλιστα και κάποια ανδρώα μονή που παρήκμαζε σε γυναικεία στην περιοχή των Θηβών, ίδρυσε Παρθενώνα όπου "έταξε παρθένους επ’ αυτώ λαϊκάς" για να εργάζωνται εντός της πόλεως, ίδρυσε Γηροκομείο, Πτωχοκομεία, Νοσοκομεία. Τότε μάλλον συνέστησε και τη Μονή μας και την κατέστησε κατά τον Βασιλείου -συγγραφέα του βιβλίου "Πελαγία"- Μετόχι της Μονής Σαγματά, έτσι ώστε να είναι πλησιέστερα στα κτήματα εκείνης στην περιοχή "Σκροπονέρια". Δυστυχώς δεν υπάρχουν στοιχεία να παρακολουθήσουμε την όλη πορεία της Μονής δια μέσου των αιώνων.

Βέβαιο είναι ότι κατά τους δύο πρώτους αιώνες της Τουρκοκρατίας πολλά βυζαντινά Μοναστήρια διαλύθηκαν εξ αιτίας των πολεμικών αναστατώσεων, της αρπαγής των περιουσιών τους και των δημογραφικών κατά τόπους αλλοιώσεων του πληθυσμού. Ωστόσο από τα τέλη του 16ου και ιδίως τον 17ο αι. παρατηρήθηκε σημαντική αύξηση του αριθμού των Μονών και αντίστοιχα των μοναχών. Γι’ αυτό ίσως, κατ’ άλλους, η Μονή συνεστήθηκε τον 16ο αι. μαζί με τις μονές Δομβού, Ταξιαρχών και Ιερουσαλήμ.

Αργότερα, όταν οι Βαυαροί το 1833 έκλεισαν πάνω από 400 μοναστήρια με διάταγμα αφ’ ενός μεν για να επιτύχουν την εκδυτικοποίηση του Ελληνικού λαού ξεκόβοντάς τον από τις ρίζες της Ρωμαίικης Παράδοσης και της Ορθοδοξίας, αφ’ ετέρου δε επειδή φοβόντουσαν τους μοναχούς για τον πολιτικό ρόλο που θα μπορούσαν να διαδραματίσουν ως σύνδεσμος συνωμοτών, ως αρχηγοί του λαού, και τότε ακόμη η Μονή μας κρίνεται διατηρητέα, όπως φαίνεται σε έγγραφα που βρίσκονται στα Αρχεία του Κράτους.

Στην απογραφή που έγινε το 1837 υπάρχουν Μοναχοί στη Μονή από το 1799.


Φωτοτυπία (1837)

Απογράφονται επτά μόνο μοναχοί και άλλοι τόσοι υπηρέτες. Είναι λοιπόν αβάσιμες οι πληροφορίες ότι κατά την Ελληνική Επανάσταση υπήρχαν 50 μοναχοί στη Μονή. Βέβαια το γεγονός ότι υπήρχαν μοναχοί στη Μονή και εκείνη την εποχή οδηγεί στην πεποίθηση ότι θετικώς και ενεργώς συμμετέσχε και η Μονή μας στην Επανάσταση όπως και όλα τα άλλα Μοναστήρια της περιοχής. Σε επιστολή του Οδυσσέως Ανδρούτσου προς τον Άρειο Πάγο (1822 Μαρτίου 16 εν Διστόμω) γράφεται: "Και ημείς με στενοχωρίαν πολλήν απόψε απεράσαμεν από ψωμί και μπερικιάτβερσιν από τα μοναστήρια οπού δεν τους αφήσαμεν ούτε την ζωοτροφίαν τους".

Τα μοναστήρια ήταν τα κέντρα ανεφοδιασμού των αγωνιστών ως και τα προπύργια του Γένους. Συγκεκριμένα στις 18 Μαΐου 1829 ο Υψηλάντης ξεκίνησε νύκτα από τη Μονή Πελαγίας όπου είχε στήσει προ τινος το στρατόπεδό του και αφού πέρασε το Πυρί και τους Αγ. Θεοδώρους εγκαταστάθηκε στη Θήβα προκειμένου να κτυπήση τους Τούρκους.

Κάτι παρόμοιο είχε κάμει ενωρίτερα ο Ανδρούτσος όταν ετοποθέτησε 400 Αταλαντίους με σκοπό να δώσουν με πυρσούς σήμα από τη ράχη της Μονής.

Η συμμετοχή λοιπόν και της ιδικής μας Μονής στον αγώνα της Επαναστάσεως ήταν βέβαιη και ουσιαστική. Ηγούμενος αυτά τα χρόνια ήταν ο Ιερομόναχος Άνθιμος Γεωργίου από το Μωρίκι που ήταν στη Μονή από το 1799 και πέθανε στί 17 Οκτωβρίου 1843. Στην ίδια απογραφή του 1837 και επί Ηγουμένου αυτού του Ανθίμου καταγράφονται τα όρια της Μονής σε άδενδρη περιφέρεια εκτάσεως 2.30’ ωρών ήτοι προς Ανατολάς από βράχο (Κουρουτζή) έως λούτζα (δεξαμενή) Κόλια, προς δυσμάς από ράχη πάτημα έως σπηλιά Μπόρα, προς βορρά από Τσικουρέλι έως βαθύ ρέμα και προς Νότον από ράχη Μαρίση έως Κιάφα.