παπα Γιώργης Δορμπαράκης
Ο νέος ιερέας διάβηκε την κεντρική θύρα του μοναστηριού και προχώρησε προς το εσωτερικό της αυλής. Συνόδευε έναν σεβαστό καθηγητή της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, ο οποίος διατηρούσε ιδιαίτερες σχέσεις με τον άγιο Γέροντα της Μονής. Σεβόταν εξαιρετικά  ο καθηγητής τον Γέροντα κι εκείνος με τη σειρά του ανταπέδιδε τον δικό του σεβασμό, λέγοντας πάντοτε ότι αισθάνεται ανάξιος να έρχονται να τον χαιρετούν, να τον προσκυνούν άνθρωποι ξεχωριστής μόρφωσης, με μεγάλες θέσεις στην κοινωνία, ενώ ο ίδιος είναι ένα «μουρλόπραμα». Ο άγιος Γέροντας της μονής του οσίου Δαβίδ Ευβοίας, ο πατήρ Ιάκωβος Τσαλίκης! Αυτός που και Πατριάρχες και Αρχιεπίσκοποι και Επίσκοποι και ένα σωρό άλλοι κληρικοί, μαζί με τον απλό κόσμο, έπιναν νερό στο όνομά του. Κι όσο τον προσήγγιζαν και τον τιμούσαν, τόσο και αυτός ήθελε να φεύγει, να μην αυξάνει τις αμαρτίες του, να μη σωρεύει οργή κατά την ημέρα της κρίσεως. Γιατί, αν τώρα με τιμούν – τόνιζε – ο Χριστός μας θα μου πει την ημέρα της κρίσεως:  «εσύ απέλαβες τον μισθόν σου».
Ο νέος κληρικός αισθανόταν κατανυγμένος. Είχε προετοιμαστεί για το προσκύνημα στον αγιασμένο τόπο –  είχε προηγηθεί μάλιστα και το άλλο μεγάλο προσκύνημα, στον όσιο Ιωάννη τον Ρώσο, στο Προκόπι Ευβοίας. Και τώρα βρισκόταν εκεί που άγιασε η μεγάλη μορφή του αγίου Δαβίδ του Γέροντος, εκεί που αγιάζει ο σπουδαίος Γέροντας π. Ιάκωβος, εκεί που προκαλούνται σε μετάνοια και αγιασμό χιλιάδες άνθρωποι προσκυνητές από όλα τα πέρατα της οικουμένης. Γιατί ο Γέροντας εδώ και χρόνια, χωρίς να το επιδιώκει καθόλου, είχε γίνει γνωστός στον πολύ κόσμο. Τον έκαναν γνωστό η αγιότητά του και τα θαυμαστά έργα που επιτελούσε δι᾽ αυτού ο Κύριος και ο όσιος Δαβίδ. Όσοι τον είχαν γνωρίσει είχαν και κάτι να διηγηθούν για τη λύση ενός προβλήματός τους, για την υπέρβαση ενός αδιεξόδου στο οποίο είχαν βρεθεί, για το στήριγμά τους στην πίστη και μόνο από τη θέα του ταπεινού προσώπου του.
Θυμόταν ο προσκυνητής παπάς την εντύπωση των νέων παιδιών, που είχαν επισκεφτεί το Μοναστήρι από μια κοντινή Κατασκήνωση που βρίσκονταν: μόλις εμφανίστηκε ο π. Ιάκωβος τα παιδιά σαν να μαγνητίστηκαν. Στράφηκαν όλα προς αυτόν και άρχισαν να φωνάζουν σε κατάσταση σχεδόν έκστασης:  «ο άγιος, ο άγιος!» Κι εκείνος, ενώ πήγε να κρυφτεί στην αρχή, δεν κατόρθωσε να ξεπεράσει την αγάπη του προς τα παιδιά. Τα πλησίασε, τα ευλόγησε, «χάθηκε» ανάμεσά τους… Ένα παιδί κι αυτός ανάμεσα στα άλλα… Συνέβη εκείνο που συνέβαινε με τον όσιο Σεραφείμ τον Σάρωφ:  απέφευγε τους ανθρώπους, για να μην τον τιμούν. Αλλά δεν μπορούσε να αντισταθεί στην παρουσία των παιδιών. Και το ξέρανε οι μεγάλοι και έπαιρναν παιδιά μαζί τους, τα οποία έβαζαν να τον φωνάζουν, «παγιδεύοντάς» τον με τον τρόπο αυτό…
Η ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ ΕΔΩ