- Το ήθος της Βυζαντινής μουσικής
Όντως είναι σημαντικό το ύφος της ιεράς ψαλμωδίας, αλλά πρωτεύοντα ρόλο στον τρόπο ψαλμώδησης των ύμνων παίζει το ήθος του ιεροψάλτη με την ευρύτερη έννοια του όρου. Το ερώτημα που αναδύεται είναι: Ο ιεροψάλτης ψάλλει με ηδυπάθεια και αυταρέσκεια ή προσευχητικά και εν μετανοία; Εκτελεί μουσικά μαθήματα με κοσμικό τρόπο ή με ήθος συντετριμμένης και τεταπεινωμένης καρδίας; Τον αγγίζουν αυτά που ψάλλει ή του είναι αδιάφορα; Μήπως ισχύει αυτό που αναφέρεται σε σχετικό ύμνο της Εκκλησίας; «Πολλάκις την υμνωδίαν εκτελών, ευρέθην την αμαρτίαν εκπληρών…τη μεν γλώττη άσματα φθεγγόμενος τη δε ψυχή άτοπα λογιζόμενος…;». Ο Άγιος Νικόδημος Αγιορείτης γράφει, ότι εκείνος που παρακαλεί και δέεται δια της ψαλμωδίας, «πρέπει να έχει ήθος ταπεινόν και κατανενυγμένον· το δε να κραυγάζει τινάς, δηλοί ήθος θρασύ και ανευλαβές». Όσα ακολουθούν μπορούν να εμπνεύσουν τους ιεροψάλτες μας και κυρίως τα νέα παιδιά που κοσμούν τα αναλόγια των εκκλησιών μας.
- Στο Αναλόγιο γίνεται εμμελής διδαχή της πίστης
Οι ύμνοι έχουν θεολογικό, μυσταγωγικό, παιδαγωγικό, εκκλησιολογικό και αναγωγικό χαρακτήρα. Η Εκκλησία μέσω της υμνολογίας υπομνηματίζει, αναδεικνύει και ερμηνεύει το υπερφυές μυστήριο της θείας οικονομίας. Συνθέτει σε θεία αρμονία λόγο και μέλος. Η εμμελής ψυχαγωγία και ηδονή γεννά αγνούς και σώφρονες λογισμούς διδάσκει ο Μ. Βασίλειος και συμπληρώνει: Το Άγιο Πνεύμα, βλέποντας ότι το ανθρώπινο γένος είναι «δυσάγωγον προς αρετήν και επιρρεπές προς την ηδονήν», «το εκ της μελωδίας τερπνόν τοις δόγμασιν εγκατέμιξεν», ώστε να δέχεται χωρίς αντίδραση την ωφέλεια των λόγων που θα ακούγονται γλυκόηχα και απαλά.
Το μέλος παιδαγωγεί και συμβάλλει στη διαρκή μνήμη των θείων αληθειών με έμμεσο τρόπο: «Δία τούτο τα εναρμόνια μέλη των ψαλμών ημίν επινενόηται (επινοήθηκαν), ίνα οι παίδες την ηλικίαν, η και όλως νεαροί το ήθος, τω μεν δοκεί μελωδώσι, τη δε αληθεία τας ψυχάς εκπαιδεύονται», επισημαίνει ο Μ. Βασίλειος.
Η ψαλμωδία αποβλέπει στη ένωση, συνάρμοση και ενότητα του λαού του Θεού μέσω της αγάπης. Συναρμονίζει το λαό του Θεού στη συμφωνία ενός χορού. Γράφει ο ιερός Πατέρας: «…το μέγιστον των αγαθών την αγάπην η ψαλμωδία παρέχεται, οιονεί σύνδεσμον τινά προς την συνωδίαν επινοήσασα, και εις ενός χορού συμφωνίαν τον λαόν συναρμόζουσα» .
Για να βρουν όμως εφαρμογή οι λόγοι του Μ. Βασιλείου χρειάζεται να κατεβούμε –κληρικοί, λαός και ιεροψάλτες- από το θρόνο της ατομικότητας και του εγωισμού και εν ταπεινώσει να «ποιήσωμεν εαυτούς στρογγύλους» σύμφωνα με τη Φιλοκαλία. Να έχουμε ήθος όπως τα γλυκόηχα γυρίσματα της βυζαντινής μουσικής, που μοιάζουν με τους κουμπέδες και τους στρογγυλούς θόλους των εκκλησιών μας.
- Ο όσιος Παΐσιος για «τα γλυκόηχα γυρίσματα»
Και συνεχίζει ο όσιος Παΐσιος αναφερόμενος στους σύγχρονους ψάλτες: Ναι, αλήθεια ψάλλουν, «η τελείως άτονα η σκληρά! Δεν σε ξεσηκώνουν εσωτερικά· δε σε αλλοιώνουν. Ενώ πόσο γλυκειά είναι η καθαρή βυζαντινή μουσική! Ειρηνεύει, μαλακώνει την ψυχή. Η σωστή ψαλμωδία είναι ξεχείλισμα της εσωτερικής πνευματικής καταστάσεως. Είναι θεία ευφροσύνη… Όταν συμμετέχει κανείς σ’ αυτό που ψάλλει, τότε αλλοιώνεται, με την καλή έννοια, και ο ίδιος και οι άλλοι που τον ακούνε».
Πηγή εδώ