Η Βασίλισσα στον Θρόνο Της

Η Βασίλισσα στον Θρόνο Της

.

.
Εις Άγιος, εις Κύριος, Ιησούς Χριστός, εις δόξαν Θεού Πατρός. Αμήν.
Μέσα απ΄αυτές τις σελίδες που ακoλουθούν θέλω να μάθει όλος ο κόσμος για Τους Αγίους, τις Εκκλησιές και τα Μοναστήρια της Ορθόδοξης Εκκλησίας μας.

Μπορείτε να μου στείλετε την Ιστορία του Ναού σας ή του Μοναστηρίου σας όπως και κάποιου τοπικού Αγίου/ας της περιοχής σας nikolaos921@yahoo.gr

Ιερός Ναός Αγίων Πάντων Θεσσαλονίκης

Ιερός Ναός Αγίων Πάντων Θεσσαλονίκης
κάνετε κλικ στην φωτογραφία

Τετάρτη 10 Απριλίου 2013

Την 11ην Απριλίου, Ὅσιος Φαρμούθιος ὁ Ἀναχωρητὴς, Ἅγιος Μαρτινιανὸς ὁ Μάρτυρας, Ἅγιος Βαρσανούφιος Ἐπίσκοπος Τβὲρ καὶ Καζάν και ο Ὅσιος Καλλίνικος

 Ὁ Ὅσιος Φαρμούθιος ὁ Ἀναχωρητής, ἀσκήτεψε κατὰ Θεὸν καὶ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.










 Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Μαρτινιανὸς ἄθλησε στὴν Ρώμη. Δὲν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τοῦ Ἁγίου.








Ὁ Ἅγιος Βαρσανούφιος, κατὰ κόσμον Βασίλειος, γεννήθηκε τὸ ἔτος 1495 στὸ Σέρπουχωφ τῆς Ρωσίας καὶ καταγόταν ἀπὸ ἱερατικὴ οἰκογένεια. Ἐνῷ ἦταν νέος, αἰχμαλωτίσθηκε ἀπὸ τοὺς Τατάρους τῆς Κριμαίας. Δεχόμενος αὐτὸ τὸ γεγονὸς ὡς θέλημα τοῦ Θεοῦ, ταπεινὰ ὑποτασσόταν στοὺς κυρίους του καὶ μὲ προθυμία ἐκπλήρωνε κάθε ἐργασία ποὺ τοῦ ἀνέθεταν. Μετὰ ἀπὸ τρία χρόνια ὅμως, ὁ πατέρας του κατάφερε νὰ τὸν ἐξαγοράσει καὶ νὰ τὸν πάρει πίσω.
Ὁ Ἅγιος ἔγινε μοναχὸς τὸ 1515 στὴ μονὴ τοῦ Σωτῆρος, τοῦ Ἁγίου Ἀνδρονίκου τῆς Μόσχας καὶ διακόνησε ὡς ἱεροδιάκονος στὴν Ἐπισκοπὴ τοῦ Τβέρ. Τὰ χαρίσματά του καὶ ὁ θεοφιλὴς βίος του ὁδήγησαν τὸν Μητροπολίτη Μόσχας Μακάριο νὰ τὸν τοποθετήσει στὴ μονὴ τοῦ Ἁγίου Νικολάου τῆς Πέσνα, κοντὰ στὴν Μόσχα. Ἀργότερα πῆγε στὸ Καζὰν καὶ ἵδρυσε ἕνα μοναστήρι ἀφιερωμένο στὴ Μεταμόρφωση τοῦ Σωτῆρος. Ἐνῷ βρισκόταν στὸ Καζάν, ὁ Ἀρχιμανδρίτης Βαρσανούφιος βοηθοῦσε τὸν Ἁγίο Γουρία ( 15 Δεκεμβρίου) στὴν διάδοση τῆς Χριστιανικῆς πίστεως στοὺς Μουσουλμάνους καὶ στοὺς εἰδωλολάτρες. Ἡ γνώση τῆς ταταρικῆς γλώσσας ἀποδείχθηκε ὅτι ἦταν πολὺ χρήσιμη γιὰ τὴν ἱεραποστολική του δράση.Τὸ ἔτος 1567 ὁ Ἅγιος Βαρσανούφιος ἐξελέγη Ἐπίσκοπος Τβὲρ καὶ Καζάν. Ὅταν ἔφθασε σὲ μεγάλη ἡλικία, ἐπέστρεψε στὸ Καζὰν καὶ στὸ μοναστήρι τῆς Μεταμορφώσεως, τὸ ὁποῖο καὶ εἶχε ἱδρύσει. Ἐκεῖ ἔλαβε τὸ Μέγα Ἀγγελικὸ Σχῆμα καὶ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη, τὸ ἔτος 1576. Τὰ ἱερὰ λείψανα τῶν Ἁγίων Γουρίου καὶ Βαρσανουφίου ἀνακαλύφθηκαν στὶς 4 Ὀκτωβρίου τοῦ ἔτους 1596 καὶ τοποθετήθηκαν σὲ λειψανοθῆκες στὸ παρεκκλήσι τοῦ ναοῦ, σύμφωνα μὲ τὶς ὁδηγίες τοῦ Πατριάρχου Ἰώβ. Στὶς 20 Ἰουνίου τοῦ ἔτους 1630, τὰ χαριτόβρυτα λείψανά τους μεταφέρθηκαν ἀπὸ τὸ μοναστήρι τῆς Μεταμορφώσεως στὸν καθεδρικὸ ναὸ τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Θεοτόκου.
Ἡ Ἐκκλησία ἑορτάζει τὴν μνήμη του καὶ στὶς 4 Ὀκτωβρίου.





 Ὁ Ὅσιος Καλλίνικος τῆς Τσέρνικα ὑπῆρξε μία ἀπὸ τὶς μεγαλύτερες πνευματικὲς μορφὲς τοῦ 19ου αἰῶνος μ.Χ.
Γεννήθηκε στὸ Βουκουρέστι, στὶς 7 Ὀκτωβρίου τοῦ 1787, ἀπὸ γονεῖς εὐσεβεῖς καὶ φιλόθεους, τὸν Ἀντώνιο καὶ τὴν Φλοάερα, καὶ τὸ κατὰ κόσμον ὄνομά του ἦταν Κωνσταντίνος. Ἡ μητέρα του σὲ μεγάλη ἡλικία ἔγινε μοναχὴ καὶ ἔλαβε τὸ ὄνομα Φιλοθέη. Ὁ πόθος του γιὰ τὸν Θεὸ καὶ ἡ δίψα του γιὰ προσευχὴ ὁδηγοῦσαν τὰ βήματά του στὴ μονὴ τῆς Τσέρνικα, ἐνῷ ἦταν ἀκόμη μαθητὴς στὸ Βουκουρέστι. Τὸν Μάρτιο τοῦ ἔτους 1807 ἀποφάσισε νὰ ἐγκαταλείψει ὁριστικὰ τὸν κόσμο καὶ νὰ μονάσει. Στὶς 12 Νοεμβρίου τοῦ 1808 ἐκάρη μοναχὸς καὶ ἔλαβε τὸ ὄνομα Καλλίνικος. Τὸν ἑπόμενο μῆνα, ὁ Βούλγαρος Ἐπίσκοπος τῆς Βράτα, ποὺ κατέφυγε στὸ Βουκουρέστι λόγω τῶν Τούρκων, τὸν χειροτόνησε διάκονο στὸ ναὸ τοῦ Ἁγίου Νικολάου τῆς Τσέρνικα.
Ὑπὸ τὴν καθοδήγηση τοῦ πνευματικοῦ του πατρός, ὁ νεαρὸς μοναχὸς ἄρχισε τοὺς μεγάλους πνευματικοὺς ἀγῶνες, τὴν ἄσκηση, τὴν ἀδιάλειπτη προσευχή, τὴ νηστεία, τὴν ἐργασία καὶ τὴν μελέτη τῆς Ἁγίας Γραφῆς καὶ τῶν Ἁγίων Πατέρων.
Τὸ ἔτος 1812 ἀπεστάλη μαζὶ μὲ τὸν πνευματικό του στὴ μονὴ τοῦ Νεάμτς, προκειμένου νὰ ζητήσει βοήθεια γιὰ τὴν ἐπιδιόρθωση τοῦ ναοῦ τοῦ Ἁγίου Νικολάου τῆς Τσέρνικα, ὁ ὁποῖος εἶχε καταστραφεῖ ἀπὸ σεισμό. Μὲ αὐτὴ τὴν εὐκαιρία ἐπισκέφθηκε καὶ τὰ ἄλλα μοναστήρια τῆς Μολδαβίας.
Τὸ ἔτος 1813 χειροτονήθηκε πρεσβύτερος στὸ ναὸ Μπάτιστε ἀπὸ τὸν Ἐπίσκοπο Διονύσιο Λούπου, τὸν μελλοντικὸ Μητροπολίτη τῆς χώρας καὶ τὸ ἔτος 1815 διορίσθηκε οἰκονόμος τῆς μονῆς. Τὸ 1817 ἀναχώρησε γιὰ τὸ Ἅγιον Ὄρος μὲ σκοπὸ νὰ διδαχθεῖ τὴν μοναχικὴ ζωὴ τῶν Ἀθωνιτῶν Πατέρων καὶ νὰ ὠφεληθεῖ πνευματικὰ ἀπὸ τὴν πνευματική τους ἐμπειρία καὶ ἄσκηση.
Μετὰ τὴν κοίμηση τοῦ ἡγουμένου τῆς μονῆς, Δωροθέου, στὶς 14 Δεκεμβρίου 1818, ἡ μοναστικὴ κοινότητα τῆς Τσέρνικα ἐξέλεξε ἡγούμενο τὸν Ἱερομόναχο Καλλίνικο, χάρη στὴν ξεχωριστὴ ἀσκητικὴ βιοτή του, τὴν ἀγάπη καὶ τὴν ἀφοσίωσή του στὸ μοναχισμό. Ὕστερα ἀπὸ δύο χρόνια ἔλαβε καὶ τὸ ὀφφίκιο τοῦ ἀρχιμανδρίτου.
Τὰ τριάντα δύο χρόνια τῆς ἡγουμενίας του ἀποτέλεσαν περίοδο πνευματικῆς ἀκμῆς γιὰ τὴ μονή. Κατασκευάσθηκαν προσκυνητάρια, κελλιὰ καὶ ἐργαστήρια γιὰ τὰ ἐργόχειρα τῶν μοναχῶν. Ὅσοι γνώριζαν γράμματα ἀσχολοῦνταν μὲ τὴν ἀντιγραφὴ πολύτιμων χειρογράφων καὶ ἔργων Πατέρων καὶ ἐκκλησιαστικῶν συγγραφέων. Ὁ ἀριθμὸς τῶν μοναχῶν αὐξανόταν σημαντικά. Τὸ 1838 ἐγκαταβιοῦσαν στὴ μονὴ τριακόσιοι μοναχοί, ἐνῷ τὸ 1850 ἦσαν τριακόσιοι πενήντα.
Ὁ ἡγούμενος Καλλίνικος διακρίθηκε κυρίως γιὰ τὴν ἐλεημοσύνη καὶ τὴν ἀγάπη του πρὸς τοὺς φτωχοὺς καὶ τοὺς πάσχοντες, καθὼς καὶ πρὸς τούς πρόσφυγες ποὺ ἔβρισκαν στὸ μοναστήρι καταφύγιο καὶ τροφή. Ἐπίσης ἵδρυσε ἕνα σχολεῖο γιὰ τὰ παιδιὰ τῆς περιοχῆς καὶ ἀνέλαβε τὴν κατασκευὴ καὶ ἀνακαίνιση πολλῶν ναῶν καὶ προσκυνηταρίων. Ὁ Ἅγιος Καλλίνικος ἦταν τόσο ἐλεήμων πού, ὅταν δὲν εἶχε τίποτα νὰ προσφέρει, ἔδινε τὰ δικά του ἐνδύματα καὶ κλαίγοντας ἱκέτευε τοὺς συνεργάτες του νὰ μαζέψουν χρήματα, γιὰ νὰ ἔχει νὰ τὰ μοιράζει στοὺς φτωχοὺς καὶ στοὺς πάσχοντες.
Τὸ ἔτος 1850, ὕστερα ἀπὸ σαράντα τρία χρόνια στὸ μοναστήρι, ὁ ἡγούμενος Καλλίνικος κλήθηκε νὰ ἀποδεχθεῖ τὸ ἀρχιερατικὸ ἀξίωμα. Ἀφοῦ προηγουμένως εἶχε ἀρνηθεῖ, τελικὰ ὑπέκυψε στὶς παρακλήσεις τοῦ βοεβόδα Μπάρμπου – Στίρμπεϊ, καὶ στὶς 15 Σεπτεμβρίου τοῦ 1850 ἐξελέγη Ἐπίσκοπος τῆς πόλεως Ρίμνικ – Βίλτσεα. Ἡ χειροτονία του σὲ Ἐπίσκοπο ἔγινε στὶς 26 Ὀκτωβρίου τοῦ 1850 στὸ μητροπολιτικὸ ναὸ τοῦ Βουκουρεστίου. Ἐπειδὴ ἡ ἐπισκοπικὴ ἕδρα τοῦ Ρίμνικ εἶχε καταστραφεῖ ἀπὸ πυρκαγιά, ἡ ἐνθρόνιση ἔγινε στὶς 26 Νοεμβρίου στὴν Κραϊόβα.
Σὲ αὐτὴ τὴν ἐπισκοπὴ ἡ κατάσταση ἦταν πολὺ δύσκολη. Γιὰ δέκα χρόνια ἡ Μητρόπολη διευθυνόταν ἀπὸ τοποτηρητές, ἡ ἕδρα καὶ ὁ καθεδρικὸς ναὸς εἶχαν καταστραφεῖ, οἱ ἱερεῖς ἦσαν ἐλάχιστοι καὶ ἀμόρφωτοι, ἐνῷ τὸ ἐκκλησιαστικὸ σχολεῖο εἶχε κλείσει λόγῳ τῆς ἐπαναστάσεως τὸ 1848.
Ὁ νέος Ἐπίσκοπος ἀφοσιώθηκε ἀμέσως μὲ αὐταπάρνηση καὶ δύναμη στὴν ἀποστολή του. Χειροτόνησε καλοὺς καὶ εὐλαβεῖς κληρικούς, τὸ 1851 ἐπανίδρυσε τὸ ἐκκλησιαστικὸ σχολεῖο τῆς Κραϊόβα καὶ τὸ 1854 τὸ μετέφερε στὸ Ρίμνικ, ἐνῷ παράλληλα ἵδρυσε σχολὲς γιὰ τὴν κατάρτιση ἱεροψαλτῶν.
Τὸ ἔτος 1854, ἀφοῦ ἡ ἕδρα τῆς ἐπισκοπῆς μεταφέρθηκε στὸ Ρίμνικ, ξεκίνησε τὴν ἀνοικοδόμηση ἑνὸς νέου ναοῦ. Μεταξὺ τῶν ἐτῶν 1859 – 1864 ἔκτισε μὲ δικές του δαπάνες ἕνα νέο ναὸ στὴ σκήτη Φρασινέι, ὅπου εἰσήγαγε τοὺς κανόνες τῆς μοναχικῆς πολιτείας τοῦ Ἁγίου Ὄρους.
Φιλότεχνος καὶ φιλομαθὴς ὁ Ἅγιος ἵδρυσε, τὸ 1860, τυπογραφεῖο, στὸ ὁποῖο ἐκδίδονταν ἐκκλησιαστικὰ καὶ διδακτικὰ βιβλία καὶ τὸ ὁποῖο παρεχώρησε στὴν πόλη Ρίμνικ μὲ τὸν ὅρο τὸ ἥμισυ τῶν εἰσοδημάτων νὰ διατίθεται γιὰ τὴν συντήρηση τῶν σχολείων καὶ τῶν φτωχῶν μαθητῶν καθὼς καὶ τῆς σκήτης Φρασινέι.
Ὁ Ἐπίσκοπος Καλλίνικος ὑπῆρξε καὶ γνήσιος πατριώτης. Ὡς Ἐπίσκοπος ἔλαβε μέρος στὶς διεργασίες τῆς Δημόσιας Συνελεύσεως τῆς χώρας καὶ διαδραμάτισε σημαντικὸ ρόλο στὴν ἕνωση τῆς Μολδαβίας καὶ τῆς Τσόρα Ρομανεάσκα. Τὴν ἄνοιξη τοῦ ἔτους 1857 ἀπέστειλε ἐγκύκλιο πρὸς ὅλους τοὺς ἡγουμένους καὶ ἱερεῖς, διὰ τῆς ὁποίας ζητοῦσε νὰ τελεσθοῦν σὲ ὅλους τοὺς ναούς, Ἀκολουθίες καὶ προσευχὲς γιὰ τὴν ἕνωση τοῦ Ρουμανικοῦ λαοῦ.
Ὁ Ἅγιος Θεὸς τὸν εὐλόγησε καὶ μὲ τὸ χάρισμα τῆς θαυματουργίας. Πολλοὶ ἀσθενεῖς, ποὺ ἐπικαλοῦνταν τὶς προσευχὲς τοῦ Ἁγίου, θεραπεύονταν.
Σὲ μεγάλη ἡλικία καὶ ἐνῷ ἦταν ἀσθενής, ὁ Ὅσιος ἀποσύρθηκε στὴ μονὴ τῆς Τσέρνικα, τὸν Μάιο τοῦ 1867, ἀναθέτοντας τὴν προσωρινὴ διοίκηση τῆς Ἐπισκοπῆς στὸν ἀρχιμανδρίτη Γρηγόριο. Ἡ τότε κυβέρνηση, ὡς ἔκφραση ἐκτιμήσεως καὶ σεβασμοῦ πρὸς τὸ πρόσωπο τοῦ Ἁγίου, ἀρνήθηκε τὴν ἀποχώρησή του ἀπὸ τὸν ἐπισκοπικὸ θρόνο. Ἔτσι ὁ Ἅγιος παρέμεινε μέχρι τέλους τῆς ζωῆς του, πατέρας καὶ πνευματικὸς ὁδηγὸς τοῦ ποιμνίου του.Ὁ Ὅσιος Καλλίνικος κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 1868 καὶ ἐνταφιάσθηκε στὸ ναὸ τοῦ Μεγαλομάρτυρος Γεωργίου, τὸν ὁποῖο ὁ ἴδιος ὁ Ὅσιος εἶχε χτίσει.